Σκουριές: Μικρή «ανάσα» χρόνου για τις αρχαιότητες
Οριακή πλειοψηφία στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο υπέρ της αυτοψίας και όχι της απόσπασης των ευρημάτων
Σκληρή μάχη δόθηκε την περασμένη Τρίτη στην συνεδρίαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου όπου συζητήθηκε η διατήρηση ή μη των αρχαίων καταλοίπων που αποκαλύφθηκαν στο πλαίσιο κατασκευής του έργου «Μεταλλευτικές-Μεταλλουργικές Εγκαταστάσεις των Μεταλλείων Κασσάνδρας» της «Ελληνικός Χρυσός», στις Σκουριές. Σύμφωνα με το ΑΠΕ, έπειτα από μια μαραθώνια συνεδρίαση και αφού ακούστηκαν όλες οι πλευρές (παράσταση είχαν ζητήσει τόσο μέλη της τοπικής κοινωνίας όσο και εκπρόσωποι των εργαζομένων, καθώς και της «Ελληνικός Χρυσός») τα μέλη του ΚΑΣ «ψήφισαν» υπέρ της αυτοψίας, με οριακή πλειοψηφία (8 υπέρ και 7 κατά) ώστε να γίνουν κατανοητές όχι μόνο η σημασία των αρχαιοτήτων που εντοπίστηκαν κατά την «υποδειγματική», όπως χαρακτηρίστηκε, σωστική ανασκαφή της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους, αλλά και η γενικότερη αρχαιολογική «τοπογραφία», καθώς στη γύρω περιοχή υπάρχουν και άλλοι αρχαιολογικοί χώροι.
Πάντως, τόσο η διεύθυνση Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, όσο και η αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων είχαν προτείνει την απόσπαση και μεταφορά των εν λόγω καταλοίπων της αρχαίας μεταλλουργίας από το ανοικτό όρυγμα (open pit) στη θέση Κόνιαρη, όπου έχουν αποκαλυφθεί αρχαία του 6ου αι. μ.Χ., μεταξύ των οποίων κι ένα αψιδωτό κτίριο (πιθανόν χώρος εστίασης), τα οποία φαίνεται να είχαν σχέση με τη μεταλλουργία.
Είναι προφανές, πως αν κυριαρχήσει η λογική των αποσπάσεων των αρχαιοτήτων από όπου η «Ελληνικός Χρυσός» περνάει, τότε δεν θα μείνει ούτε ίχνος τους, με αποτέλεσμα, όχι μόνο την περιβαλλοντική καταστροφή, αλλά και την πολιτιστική.
Πάντα σύμφωνα με το ρεπορτάζ του ΑΠΕ, στη συνεδρίαση έγινε αναφορά στο ιστορικό της υπόθεσης, τελευταίος «σταθμός» της οποίας, πριν τη χτεσινή γνωμοδότηση, ήταν η αναβολή στο ΚΑΣ τον Δεκέμβριο του 2015 του θέματος της διατήρησης ή μη των αρχαιοτήτων, επειδή εκκρεμούσε απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία συνδεόταν με τη συνέχιση της λειτουργίας της εταιρείας. Στη συνέχεια, ο αρχαιολόγος Κώστας Παπαστάθης από την αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων, που είχε διενεργήσει την έρευνα, παρουσίασε – όπως είχε κάνει και στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου – με ιδιαίτερα κατατοπιστικό και λεπτομερή τρόπο τα αποτελέσματά της.
Μεταξύ των ευρημάτων, που πιστοποιούν το διαχρονικό μεταλλουργικό ενδιαφέρον στην περιοχή από τον 2ο αι. π.Χ., ήταν τα κατάλοιπα κτιρίου, ένα μικρό λιθόστρωτο, λάκκοι και πασσαλότρυπες, καθώς και αρκετά κινητά ευρήματα, όπως ακροφύσια φυσερών, τα οποία διοχέτευαν οξυγόνο στον κλίβανο, τμήματα από οινοχόες με ωραία σχέδια κεφαλών κι ένας «θησαυρός» 12 νομισμάτων. Η ανασκαφή, που κατά γενική ομολογία τεκμηρίωσε με εξαιρετικό τρόπο τις αρχαιότητες, συνοδεύτηκε από τρισδιάστατη αποτύπωση με laser scanning.
Στη συνεδρίαση παραβρέθηκαν επίσης ο δήμαρχος του Δήμου Αριστοτέλη, Γεώργιος Ζουμπάς, μέλη της τοπικής κοινωνίας και εκπρόσωποι του Πολιτιστικού Συλλόγου Μεγαλοπαναγιωτών Θεσσαλονίκης, καθώς και η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κατερίνα Ιγγλέζη, που ζήτησαν αναβολή της υπόθεσης.
Ο δήμαρχος έκανε λόγο για τη βαριά περιβαλλοντική «κληρονομιά» των εξορύξεων στην περιοχή, ενώ αναφέρθηκε και σε έρευνα του ΑΠΘ που τόνιζε ότι η μεταλλουργική δραστηριότητα ξεφεύγει από τη φέρουσα ικανότητα της περιοχής. Αναφορά έγινε και στην τεχνική μελέτη που υπέβαλε η εταιρεία και η οποία επεστράφη από το αρμόδιο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας με σχόλια και υποδείξεις, με προθεσμία απάντησης από πλευράς της εταιρείας την 5η Σεπτεμβρίου.
Η εταιρεία, που ρωτήθηκε, πάντως διευκρίνισε ότι το θέμα είναι καθαρά τεχνικό και δεν έχει καμία σχέση με την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης. Στη συνεδρίαση παραβρέθηκαν και η πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων Όλγα Σακαλή, που μίλησε για τις εν αρχαιότητες, καθώς και για τα διάσπαρτα μνημεία που διατηρούν την ιστορική φυσιογνωμία της περιοχής και τα οποία χρήζουν προστασίας σε ένα ενιαίο σύνολο που, όπως τονίστηκε, θα εξασφαλιστεί μόνο με μια ήπια «οικοτουριστική» παρέμβαση.
Ο Δημήτρης Αθανασούλης, προϊσταμένος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων και μέλος του ΚΑΣ, ανέφερε ότι οι αρχαιότητες δεν μπορούν να αναδειχθούν («είναι αδύνατον να συγκριθούν με άλλα αρχαία, όπως για παράδειγμα του Μετρό Θεσσαλονίκης») και ότι το θέμα βρίσκεται αλλού, στην «οχλούσα δραστηριότητα στην περιοχή», κάνοντας λόγο για μια τετελεσμένη κατάσταση. Θέση η οποία αντικειμενικά τάσσεται υπέρ της απόσπασης.
Από τη μεριά της, ωστόσο, η γγ του υπουργείου Πολιτισμού, Μαρία Βλαζάκη, επεσήμανε ότι στις παρούσες συνθήκες «μόνο μια αυτοψία θα μπορούσε να απαντήσει ακόμα πιο υπεύθυνα στην κοινωνία, που βρίσκεται σε αναστάτωση και στην οποία το αρχαιολογικό εύρημα έχει παρουσιαστεί ως πολύ σημαντικό».