Σον Λέβι: «Ready, Steady, Go - Η υπέροχη άνοδος και η ιλιγγιώδης πτώση του Swinging London»
Η άνοδος και η πτώση της βρετανικής Swinging κουλτούρας

Με τίτλο παρμένο από την θρυλική εκπομπή της βρετανικής τηλεόρασης στα 60’s, το ογκώδες δοκίμιο του Νεοϋορκέζου συγγραφέα και κριτικού, Σον Λέβι, «Ready, Steady, Go – Η υπέροχη άνοδος και οι ιλιγγιώδης πτώση του Swinging London», φιλοδοξεί να περιλάβει όλη την ουσία του πρόσχαρου Λονδίνου, ήγουν, της τεράστιας έκρηξης δημιουργικότητας όπως αυτή εκφράστηκε στην Βρετανία την εννιαετία 1961- 1969. Ένα απολαυστικό πορτρέτο του Λονδίνου, γραμμένο με πάθος, με γνώση του κοινωνικού γίγνεσθαι αλλά και της ιστορίας, βασισμένο στις παράλληλες πορείες έξι ανθρώπων που καλύπτουν όλες τις πτυχές της «κεφάτης» εποχής.
Στη μακρά δεκαετία του ’60 ξέσπασαν μια σειρά κινήματα, στην Γαλλία, ο Μάης, στην Ανατολική Ευρώπη η Άνοιξη της Πράγας και στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού οι αντιπολεμικοί αγώνες και η ελευθεριακή στάση ζωής. Είναι, όμως, στο Λονδίνο που αναπτύχθηκε μια απίθανη προσφορά σε όλους τους τομείς της τέχνης αλλά και στην μόδα και στην σεξουαλική απελευθέρωση. Είναι οι πρωταγωνιστές της πολιτισμικής αλλαγής που καθιέρωσαν χωρίς να το επιδιώξουν το φαινόμενο της Ποπ κουλτούρας. Αυτό το τσουνάμι ενέργειας προετοιμάστηκε από τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας όταν για πρώτη φορά υπήρξε τέτοιο εύρος οικονομικής ανάπτυξης σε ένα δυτικό κόσμο όπου οι κοινωνικές παροχές διασφάλιζαν ένα ποιοτικό επίπεδο ζωής. Μέρος της τεράστιας υπεραξίας διανεμόταν στις υποτελείς τάξεις και οι νέοι τους βίωναν για πρώτη φορά την εφηβεία τους χωρίς να είναι αναγκασμένοι να δουλεύουν για να ζήσουν και με χαρτζιλίκι στην τσέπη μπορούσαν πλέον να βγουν και να διασκεδάσουν.
Με δεδομένη την κατάσταση, τα 60’s αποτελούν εφαλτήριο για μια άνευ προηγουμένου δημιουργικότητα κατά την διάρκεια του ελεύθερου χρόνου στις τέχνες και όχι μόνο. Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, όπου τα παιδιά των μικροαστών είχαν το γενικό πρόσταγμα στο δημιουργείν και στο φαντάζεσθαι εδώ, στην Βρετανία ήταν η εργατική τάξη που προμήθευε στην επίσημη κουλτούρα τις καινοτομίες εκείνες που απελευθέρωσαν, «την αισθητική μας, και στην καθημερινή μας έκφραση, και στα ρούχα, και στην εμφάνιση, και μουσικά». Όλος αυτός ο πλούτος ξεκινώντας από μικρά περιθωριακά στέκια ενσωματώθηκε γρήγορα και άλλαξε τα άκρως συντηρητικά πολιτιστικά ήθη και έθιμα.
Ας πούμε, η σχεδιάστρια μόδας, Mary Quant, έκοψε και στένεψε την φούστα όσο περισσότερο μπορούσε προσθέτοντας στα ρούχα χρώματα του ουράνιου τόξου. Έτσι, το μίνι θα βοηθήσει, αν μη τι άλλο, σε ένα είδος σεξουαλικής απελευθέρωσης άσχετα από το σχήμα του κάθε γυναικείου σώματος. Από την άλλη, ο γνωστός, εβραϊκής καταγωγής, και μαχητικός αντί – ναζιστής, Vidal Sassoon πέταξε μακριά την λακ και τα μπομπέ χτενίσματα προς όφελος των κοντών μαλλιών κομμένων σε ασύμμετρες γωνίες. Ή, ο Terence Stamp, enfant terrible του βρετανικού New Cinema, ομού με τον Michael Cane, συνδύασε την πρωτοπορία με την κουλτούρα δρόμου των cockneys. Σε αυτούς και ο εμβληματικός φωτογράφος David Bailey που αποτύπωσε εξαιρετικά την εικόνα και την έκφραση της εποχής και από τον οποίον εμπνεύστηκε, ο Antonioni, τον ήρωά του στο φιλμ, «Blow Up», από τα σημαντικότερα για την φιλοσοφία του Swinging London. Να μην ξεχάσουμε, βεβαίως, τον Brian Epstein – ιδιοκτήτη δισκοπωλείου στο Λίβερπουλ – που ανακάλυψε τους έφηβους μουσικούς, ονομάζοντάς τους λίγο αργότερα Beatles, τους έντυσε ομοιόμορφα, τους κούρεψε και τους έστησε στην σκηνή όπου ηλέκτριζαν τα πλήθη, γυναικείου, κυρίως, φύλλου. Υπεύθυνος για τον ήχο του Mersey Beat και φυσικά για το χτίσιμο της οικονομικής επιχείρησης των Σκαθαριών. Και τέλος, ο Mick Jagger, αδιαφιλονίκητος ηγέτης των Stones, η επιτομή των swinging sixties, μπον βιβέρ, αμφισεξουαλικός, λατρεμένος από τις γυναίκες, στυλίστας, μέγας περφόρμερ και μουσικός, με εκείνο το θεατράλε ύφος του που μαγνήτιζε το ακροατήριο, βουτηγμένος στην τρέλα και τις ουσίες του νυχτερινού Λονδίνου.
Μέσω αυτών των ανθρώπων και μερικών ακόμη λιγότερο γνωστών, η βρετανική νεολαία αισθάνθηκε πως ένα κομμάτι του κοινωνικού πολιτιστικού γίγνεσθαι της ανήκε και εισήλθε δυναμικά στον δημόσιο στίβο. Πολυάριθμα μαγαζιά, κλαμπ και εστιατόρια ανοίγουν και κλείνουν εν ριπή οφθαλμού, χώροι συναυλιών στήνονται όπου δεκάδες σχήματα, μεταξύ των οποίων πολλά μελλοντικά σούπερ γκρουπ, δοκιμάζουν τις ικανότητές τους, ενώ, χιλιάδες αγόρια και κορίτσια της εργατικής τάξης κυκλοφορούν στο κέντρο του Λονδίνου, στην Κing’s Road και τριγύρω, ντυμένοι κατά το δοκούν με ρούχα και καλλυντικά αγορασμένα φθηνά από τα μοδάτα μαγαζιά της.
Έπειτα είναι η μαύρη μουσική, το ριδμ εντ μπλουζ φερμένο από χιλιάδες μαύρους Αμερικανούς κληρωτούς που υπηρετούν στις αγγλικές βάσεις, είναι, επί πλέον, η είσοδος ακόμη μερικών εκατομμυρίων μεταναστών από την Καραϊβική και ο τρόπος ζωής και μουσικής (το ska) τους που εμποτίζει το παλλόμενο Λονδίνο.
Όμως, το απίθανο αυτό πανηγύρι άρχισε να ξεθωριάζει στα ’66 – 67. Η Ποπ έγινε επίσημη μαζική κουλτούρα του νησιού κρατώντας όλα εκείνα τα στοιχεία που θα τις απέφεραν δημοφιλία και οικονομικό όφελος. Θεμελιώνονται οι σοουμπίζνες και το καλλιτεχνικό μάρκετινγκ. Αν σε αυτό προσθέσουμε και την αύξηση της ανεργίας μαζί και την γενναία υποτίμηση της λίρας τότε έχουμε πλήρη εικόνα της κατάστασης: Οσοι αρνούνται να ενσωματωθούν περνούν στο καλλιτεχνικό περιθώριο και μεταβάλλονται σε ένα μαχητικό underground. Πολιτικοποιούνται και συντάσσονται με αντίστοιχα κινήματα του εξωτερικού. Συγκρούονται με το status quo και σιγά σιγά εξαφανίζονται. Οι υπόλοιποι φιγουράρουν στα μίντια υποδυόμενοι τις διάφορες περσόνες που επινόησαν και όλοι χάνονται με το LSD. Αν στις ΗΠΑ ήταν η ηρωίνη που χτύπησε το κίνημα, στην Βρετανία είναι το ψυχεδελικό ναρκωτικό. Σημαδιακός και θάνατος του Brian Epstein το καλοκαίρι του 1967 από συνδυασμό βαρβιτουρικών και αλκοόλ. Εκείνη την εποχή οι Beatles κυκλοφορούν το «Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band», λίγο αργότερα οι Rolling Stones το «Beggar’s Banquet» και ο Antonioni, το αλληγορικό «Blow Up» που αναφέραμε προηγούμενα.
Σαν επίλογο, παραθέτουμε αυτόν του φίλου και συνάδελφου Θανάση Μήνα: «Για όσο κράτησε, η εποχή του Swinging London ήταν μια εποχή με ασύλληπτα δυναμική παραγωγή καινοτόμων δημιουργιών και νέων ιδεών. Το αποτύπωμά της παρέμεινε ανεξίτηλο στις νεανικές κουλτούρες που έμελλε να τη διαδεχτούν».
Βέβαια, χωρίς την συμβολή του Αλέξη Καλοφωλιά στην μετάφραση – ανθρώπου που είναι γνώστης όλων αυτών των ιστοριών – δεν ξέρουμε αν θα διαβάζομε ένα τόσο πλαστικό κείμενο.
info: Shawn Levy – Ready, Steady, Go! – Η υπέροχη άνοδος και οι ιλιγγιώδης πτώση του Swinging London, Mετάφραση: Αλέξανδρος Καλοφωλιάς, Εκδ.Κουκκίδα