Ο Σπύρος Χριστοδούλου συμπληρώνει 25 μέρες απεργίας πείνας.
Κρίσιμη η κατάσταση για την υγεία του
Την ώρα που αποφυλακίζονται μεγαλοαπατεώνες και δεν φυλακίζονται ποτέ μεγαλέμποροι ναρκωτικών, την ώρα που ενώ καταδικάζονται σε χρόνια φυλάκισης παίρνουν αναστολή άνθρωποι που με το ισχύον δικονομικό σύστημα θα έπρεπε να παραμένουν κρατούμενοι επί χρόνια, υπάρχουν και οι κρατούμενοι στους οποίους δεν επιτρέπεται καν να διεκδικήσουν το δικαίωμά τους σε μια δίκαιη μεταχείριση. Και τότε επιστρατεύουν ό,τι πιο προσωπικό έχουν: το ίδιο τους το σώμα. Ο Σπύρος Χριστοδούλου, 49 ετών, κρατούμενος στις φυλακές της Λάρισας με κατηγορίες για ληστείες τραπεζών, ξεκίνησε στις 14 Ιανουαρίου απεργία πείνας, καθώς επί μήνες προσπαθεί να καταθέσει αιτήματα για καθορισμό της συνολικής ποινής του και για συγχώνευση των ποινών, όπως δικαιούται. Παραμένει στη φυλακή από την άνοιξη του 2015, κατηγορούμενος για την -όπως φαίνεται από τα στοιχεία μέχρι τώρα- κατασκευασμένη υπόθεση των “ληστών του Διστόμου”, χωρίς κανείς να τον ειδοποιεί για την τύχη των αιτημάτων του ή γιατί αυτά απορρίπτονται ή πότε πρόκειται να δικαστεί. Οι Εισαγγελείς Εφετών που έχουν κατά καιρούς αναλάβει την περίπτωσή του παρατυπούν, σύμφωνα με την υπεράσπιση του Σ. Χριστοδούλου, και πλέον η κατάσταση έχει γίνει πολύ κρίσιμη για την ζωή τού κρατούμενου.
Κινήσεις αλληλεγγύης έχουν συγκροτηθεί σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, ενώ η συνήγορος του Σπύρου Χριστοδούλου δηλώνει τα εξής σε επείγουσα ανακοίνωση που έβγαλε την Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου:
Σχετικά με την υπόθεση του απεργού πείνας, Σπύρου Χριστοδούλου
O Σπύρος Χριστοδούλου, κρατούμενος στη Φυλακή Λάρισας, βρίσκεται από τις 14 Ιανουαρίου σε απεργία πείνας, έχοντας ήδη χάσει 17 κιλά, με ορατό πλέον τον κίνδυνο ανεπανόρθωτης βλάβης της υγείας του, διεκδικώντας, μεταξύ άλλων, το αυτονόητο, δηλαδή να κριθεί η αίτησή του περί καθορισμού συνολικής ποινής από το αρμόδιο Δικαστήριο, το οποίο εν προκειμένω είναι το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών. Αντ’ αυτού, βρίσκεται σταθερά και επίμονα σε κατάσταση παραβίασης και αποστέρησης του θεμελιώδους δικαιώματός του περί παροχής δικαστικής προστασίας και πρόσβασης στη δικαιοσύνη.
Ειδικότερα, έχει ήδη, μέχρι στιγμής, υποβάλλει προς το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών, τρεις σχετικές αιτήσεις συγνώνευσης ποινών. Οι δύο πρώτες αιτήσεις που υπέβαλε ουδέποτε εισήχθησαν προς κρίση στο Δικαστήριο στο οποίο απευθυνόταν, με πράξεις δύο διαδοχικών Εισαγγελέων Εφετών οι οποίοι τις χρεώθηκαν, με το «πρόσχημα» της έλλειψης αρμοδιότητας. Στον παρόν στάδιο, ο απεργός πείνας, βρίσκεται σε αναμονή της κρίσης της τελευταίας κατά σειρά Εισαγγελέα Εφετών που έχει στα χέρια της την τρίτη σχετική αίτηση προκειμένου να την εισαγάγει στο αρμόδιο Δικαστήριο.
Όπως γίνεται αντιληπτό, πλέον, το μείζον ζήτημα που έχει ανακύψει από τις διαδοχικές απορρίψεις εισαγωγής των σχετικών αιτήσεων προς κρίση και προσδιορισμού συζήτησης στο αρμόδιο Δικαστήριο, δεν φτάνει καν να αφορά τη βασιμότητα ή μη της αίτησης, ζήτημα ουσίας εξάλλου, το οποίο και ανάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα των Δικαστηρίων, αλλά σχετίζεται με τον ίδιο τον πυρήνα της ακώλυτης και αποτελεσματικής πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Πράγματι, στην περίπτωση του Σπύρου Χριστοδούλου, η πρόσβαση αυτή καθίσταται αδύνατη λόγω παρακώλυσής της από τους ίδιους τους Εισαγγελείς Εφετών Αθηνών που επιλήφθησαν, οι οποίοι με τις πράξεις και παραλείψεις τους, επί της ουσίας, υποκαθιστούν, παρά το Σύνταγμα και τις διεθνείς συμβάσεις, το «φυσικό δικαστή», επιφυλλάσσοντας αυτό το ρόλο για τους ίδιους.
Επισημαίνεται εξάλλου πως, σε κάθε περίπτωση, με τις σχετικές αιτήσεις συγνώνευσης ποινών προβάλλονται ποικίλοι βάσιμοι νομικοί ισχυρισμοί ουσίας, σχετικοί με την ερμηνεία και εφαρμογή στην υπό κρίση περίπτωση των άρθρων 94, 97, 101, 107 Π.Κ. και 551 ΚΠοινΔ, για τους οποίους η τελική διάγνωση της βασιμότητας ή μη, επαφίεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου, χωρίς να επιτρέπεται στο νομικό μας σύστημα η ερμηνεία αυτή να υποκαθίσταται από την Εισαγγελική Αρχή. Εξάλλου, ακόμα και το ζήτημα της ύπαρξης ή μη αρμοδιότητας κρίνεται από το Δικαστήριο που επιλαμβάνεται της αίτησης και όχι σε προγενέστερο στάδιο από τον Εισαγγελέα.
Είναι πρόδηλο πως, με τις εισαγγελικές απορρίψεις εισαγωγής στο ακροατήριο των σχετικών αιτήσεων που απευθύνονται προς κρίση στο Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών, παραβιάζεται το δικαίωμα του κρατούμενου και απεργού πείνας να αξιώνει έννομη προστασία, να έχει τη δυνατότητα πραγματικής πρόσβασης σε Δικαστήριο και να δικάζεται από το φυσικό του δικαστή, αυτόν δηλαδή που είναι αρμόδιος κατά το νόμο, ενώ ταυτόχρονα, κατά αυτόν τον τρόπο καταργείται η δυνατότητα έκθεσης των απόψεων και των ισχυρισμών σε συνθήκες δίκαιης δίκης και διαδικασίας, δεδομένου εξάλλου πως, κατά της απόρριψης εισαγωγής αίτησης απευθυνόμενης προς Δικαστήριο, δεν προβλέπεται κανένα ένδικο μέσο, ώστε να προστατευτεί το άτομο σε βάρος του οποίου παραβιάζεται το δικαίωμα.
Δεδομένης και της κρισιμότητας της κατάστασης της υγείας του απεργού πείνας, καθώς και του δίκαιου αιτήματος του να τύχει δικαιοδοτικής δικαστικής κρίσης, κρίνεται επιβεβλημένο να διασφαλιστεί η ακώλυτη άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη και να εφαρμοστεί ορθά ο νόμος, όσο το συντομότερο δυνατόν, επαναφέροντας τη νόμιμη και δίκαιη μεταχείριση του Σπύρου Χριστοδούλου με την άμεση εισαγωγή της αίτησής του προς κρίση από το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών.
Αθήνα, 7 Φεβρουαρίου 2019
Η συνήγορος
Κάτια Τάτση