Στο κυνήγι του χρυσού

Ανοίγοντας το μαύρο κουτί των εταιρειών χρυσού

| 30/04/2014

«Τον χρυσό τον εξορύσσουμε από κάποια περιοχή, συνήθως της Αφρικής. Στη συνέχεια τον λιώνουμε, φτιάχνουμε μπάρες, τις θάβουμε σε κάποια τράπεζα της Ελβετίας και πληρώνουμε κόσμο να στέκεται εκεί και να τις φυλάει. Καμία παραγωγική χρησιμότητα! Αν μας έβλεπε κάποιος από τον Άρη θα έξυνε το κεφάλι του, προσπαθώντας να καταλάβει τι ακριβώς κάνουμε». Με αυτόν τον ειρωνικό, αλλά εύστοχο, λόγο ο μεγαλοεπενδυτής Warren Buffet (ο οποίος βέβαια δεν ασχολείται με επενδύσεις στο χρυσό) περιγράφει το παγκόσμιο παιχνίδι του κομβικού αυτού εμπορεύματος για το οικονομικό σύστημα.

Ένα προϊόν που αξιοποιείται κυρίως για συσσώρευση ειδικά σε περιόδους κρίσης, ενώ στην παραγωγική διαδικασία χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο στην παραγωγή κοσμημάτων[1]. Δυστυχώς, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Η εξόρυξη χρυσού είναι μία από τις πλέον περιβαλλοντικά επιζήμιες διαδικασίες και παράλληλα δημιουργεί τεράστιο κοινωνικό και οικονομικό κόστος, τόσο σε τοπικές κοινωνίες, όσο και σε ολόκληρα κράτη που στηρίζουν την «ανάπτυξη» τους αποκλειστικά σε αυτή την παραγωγή.

Ανοίγοντας το μαύρο κουτί των εταιρειών χρυσού

Αν μελετήσει κανείς την παγκόσμια παραγωγή χρυσού θα βρεθεί μπροστά σε μερικά πολύ ενδιαφέροντα δεδομένα.

Οι 527 από τις 1079 εταιρείες χρυσού που είναι εισηγμένες στα χρηματιστήρια ανά τον κόσμο είναι καναδικές, οι 5 από τις 10 μεγαλύτερες είναι και πάλι καναδικές ενώ οι ίδιες βρίσκονται και μεταξύ των 2.000 ισχυρότερων εταιρειών παγκόσμια σε όλους τους τομείς

Την ίδια στιγμή η Barrick Gold, η ισχυρότερη από αυτές, έχει στο ενεργητικό της 5 από τα 10 μεγαλύτερα ορυχεία χρυσού στον κόσμο, όλα φυσικά εκτός της καναδικής επικράτειας. Για να μη ξεχνιόμαστε, η «δικιά μας» El Dorado Gold είναι η δέκατη ισχυρότερη καναδική εταιρεία στη σχετική λίστα [2].

Το πιο σημαντικό στοιχείο σήμερα, που συνθέτει τη δυναμική των εταιρειών χρυσού παγκοσμίως, είναι η τεράστια αύξηση στην τιμή του χρυσού την τελευταία, τουλάχιστον, δεκαετία. Σε έρευνά τους πριν λίγο καιρό, οι Hilpert και Mildner, αναφέρουν ότι η περίοδος 2003-2012 είναι η μεγαλύτερη περίοδος μεταπολεμικά με συνεχή αύξηση της τιμής του χρυσού [3].

gold

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον,  οι ισχυρές εξορυκτικές βιομηχανίες έχουν προχωρήσει σε μεγάλες εξαγορές, έχουν επεκτείνει τις δραστηριότητές τους και έχουν αυξήσει σημαντικά τα κέρδη τους. Την ίδια στιγμή, μπορούν και ξαναβάζουν στο παιχνίδι παλαιότερα, αδρανή ορυχεία, τα οποία δεν θα ήταν οικονομικά βιώσιμα να λειτουργήσουν με χαμηλότερες τιμές του χρυσού.

Το δεύτερο στοιχείο είναι η συνεχής προσέλκυση θεσμικών επενδυτών, όπως είναι τα συνταξιοδοτικά ταμεία και τα hedge funds. Αν και η χρηματιστικοποίηση των παραδοσιακών παραγωγικών βιομηχανιών είναι μια παλιά ιστορία, το παιχνίδι τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει δραματικά.

Οι θεσμικοί επενδυτές κατέχουν σήμερα πολύ μεγάλο κεφάλαιο μετοχών στα μητρώα των εταιρειών εξόρυξης χρυσού, ενώ οι μεγάλες συγκεντρώσεις της επένδυσης σε μια εταιρία τούς δίνει  μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ (και μάλιστα ψήφων), ώστε να πιέσουν σε εταιρικά θέματα για διασφάλιση της κερδοφορίας των μετοχών τους

Αυτό σημαίνει αλλαγή στην πολιτική των εταιρειών: οι αποδόσεις στους μετόχους καθορίζουν την παραγωγή και όχι το αντίθετο.  Και ως γνωστό οι μέτοχοι θέλουν κέρδη άμεσα, με κατά το δυνατόν χαμηλό ρίσκο, δηλαδή επιθετικές επενδύσεις σε υπάρχοντα ορυχεία (τα λεγόμενα brown fields) και έρευνες σε νέα ορυχεία (green fields) εφόσον εξασφαλίζουν άμεσες αποδόσεις.

Το τελευταίο κομμάτι του παζλ είναι, μάλλον, η προσπάθεια συγχωνεύσεων μεγάλων εταιρειών. Όπως είναι γνωστό στους αναλυτές των εταιρειών χρυσού, σε περιόδους ύφεσης οι συγχωνεύσεις και οι εξαγορές είναι ένας σχετικά συντηρητικός τρόπος για να «αυξηθούν οι ουγγιές». Δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι το τελευταίο διάστημα οι δύο μεγαλύτερες εταιρείες χρυσού, η Barrick Gold και η Newmont Mining προσπαθούν να κλείσουν «το deal του αιώνα» και να δημιουργήσουν έναν ακόμα μεγαλύτερο κολοσσό χρυσού. Τα σχέδια έχουν προς στιγμή παγώσει, αλλά η πρόθεση είναι εμφανής.

Η οικονομία κλίμακας και το μεγαλύτερο κεφάλαιο είναι ακόμη πιο αναγκαία σήμερα, καθώς οι εξορύξεις πρέπει να γίνονται σε μεγαλύτερη εδαφική κλίμακα και σε μεγαλύτερο βάθος προκειμένου να διατηρηθούν (και όχι να αυξηθούν) τα επίπεδα παραγωγής. Και γιατί αυτό έχει σημασία; Γιατί η υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου (και ειδικά χρηματιστικού κεφαλαίου) σε όλο και λιγότερες επιχειρήσεις, τις καθιστά ιδιαίτερα ισχυρές στις διαπραγματεύσεις τους με τα κράτη κατά την προσπάθεια εκμετάλλευσης παλαιών ή νέων πεδίων χρυσού.

Οι «χρυσές» συγκρούσεις

Ενώ όλα τα παραπάνω συμβαίνουν στον κόσμο των εταιριών και των χρηματιστηρίων, στον κόσμο των τοπικών κοινωνιών που έχουν «την τύχη» να βρίσκονται σε «ευλογημένους με χρυσό, τόπους» το περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος είναι μάλλον δυσβάσταχτο. Αυτό το κόστος βρίσκεται (πάντα) στο χώρο παραγωγής του χρυσού και όχι στα γραφεία των εταιρειών στο Βανκούβερ ή στο χρηματιστήριο του Τορόντο. Το να χρησιμοποιήσει η El Dorado διαδικασία εξόρυξης ανοικτού πεδίου στην Χαλκιδική, μπορεί να σημάνει άμεση αύξηση της μετοχής της στο χρηματιστήριο, άμεσο πλουτισμό κάποιων και πιθανά φορολογικά έσοδα για το καναδικό κράτος, μεταφράζεται, όμως, σε οικολογική καταστροφή στην περιοχή των Σκουριών. Και προφανώς η περίπτωση των Σκουριών δεν είναι η μόνη.

african-mining-activities

Το δίκτυο πανεπιστημίων, ερευνητικών ιδρυμάτων, κοινωνικών κινημάτων και οργανώσεων περιβαλλοντικής δικαιοσύνης EJOLT [4], πρόσφατα, παρουσίασε έναν χάρτη με περισσότερες από 900 περιβαλλοντικές συγκρούσεις ανά τον κόσμο σήμερα. Οι 109 από αυτές αφορούν συγκρούσεις που προκαλούνται και συντηρούνται από εταιρείες εξόρυξης χρυσού, στην προσπάθεια τους να εκμεταλλευτούν υπαρκτά ορυχεία ή να δημιουργήσουν νέα. Αν μάλιστα, προστεθούν και οι περιπτώσεις που αφορούν την υφαρπαγή γης προς όφελος εξορυκτικών δραστηριοτήτων, το σύνολο ξεπερνάει τις 400 περιπτώσεις.

Το αίνιγμα του χρυσού

Περίπου το 35% του παραγόμενου χρυσού, παγκόσμια, χρησιμοποιείται ως επένδυση ασφαλείας, ειδικά σε περιόδους υψηλού πληθωρισμού ή όταν η ανταποδοτικότητα άλλων επενδύσεων είναι μικρή. Εύστοχα, λοιπόν, ο Caffentzis  αναφέρεται στο χρυσό, ως τη «φαντασιακή αντανάκλαση του φόβου των καπιταλιστών για το τέλος του καπιταλισμού όπως τον γνωρίζουν σήμερα». Τα διαχρονικά ερωτήματα όμως παραμένουν εδώ: Ποιος αποφασίζει για την εμπορευματοποίηση και την ιδιωτική εκμετάλλευση πεδίων και πηγών που παράγουν τον πλούτο της κοινωνίας και την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη; Πόσο παράλογο θα ήταν τελικά, αυτά τα βασικά μέσα και αγαθά να είναι υπό κάποια μορφή κοινής συλλογικής ιδιοκτησίας και συμμετοχικής διαχείρισης;


[4] http://www.ejolt.org/

* Ο Γιώργος Βελεγράκης είναι υπ. Διδάκτορας Τμήματος Γεωγραφίας, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο.