Συνέντευξη με τον Ζοζέ Λουίς Πεϊσότο
O απέραντος κόσμος του Γκαλβέιας

Πριν λίγους μήνες, όταν γράφαμε για το τελευταίο βιβλίο του Πεϊσότο, «Γκαλβέιας», σημειώναμε πως, «…πάνω από όλα ο πορτογάλος λογοτέχνης αναδεικνύεται μάστορας της αφήγησης, ένας απολαυστικός παραμυθάς, όχι με την έννοια των ανατολίτικων χαλαρών ιστοριών αλλά με αυτές που μας έμαθαν, πολύ περισσότερο, οι λατινοαμερικάνοι συγγραφείς». Και πιο κάτω, «Το μεταφυσικό στοιχείο, το παράδοξο, αν θέλετε -ο μαγικός ρεαλισμός- εμφιλοχωρεί εδώ και εκεί αλλά είναι οι ρεαλιστικές στιγμές, ενίοτε δραματικές, που οδηγούν την πλοκή και σημαδεύουν την ιστορία του μικρού χωριού Γκαλβέιας, που όντως υπάρχει και είναι εκεί που γεννήθηκε ο συγγραφέας». Τον οποίον, Πεϊσότο, είχαμε την χαρά να τον συναντήσουμε στην Αθήνα, στα πλαίσια του φεστιβάλ ΛΕΑ και να μιλήσουμε μαζί του. Με τατού και αρκετά σκουλαρίκια έμοιαζε περισσότερο με ρόκερ παρά με άνθρωπο που παιδεύεται με τις λέξεις αλλά οι απαντήσεις του έχουν κάτι από την αισθητική λιτότητα και το ασίγαστο πάθος του ροκ. Είναι η πτώση ενός μετεωρίτη καταμεσής του χωριού που λειτουργεί καταλυτικά- όπως μας λέει παρακάτω ο Πεϊσότο- στις ζωές των εντελώς ανθρώπινων χαρακτήρων του, στο Γκαλβέιας.
Τόσο στο «Βιβλίο» όσο και στο «Γκαλβέιας» το παράδοξο και το μεταφυσικό ποτίζουν τα πάντα.
Το μεταφυσικό στοιχείο είναι παρόν σε αυτά τα βιβλία γιατί είναι παρόν και στην πραγματικότητα που ζούμε. Η μεταφυσική είναι μια διάσταση της πραγματικότητας και τα βιβλία έχουν υποχρέωση να την περιγράφουν. Διότι τα μυθιστορήματα προσπαθούν να φτιάξουν ένα πορτρέτο του κόσμου σε πολλές διαστάσεις. Υπάρχουν θέματα που είναι θεμελιώδη για ένα βιβλίο, ο χρόνος, ο χώρος, οι χαρακτήρες αλλά τρόπος που μπλέκονται τα στοιχεία ενός μυθιστορήματος πρέπει να δίνουν προτεραιότητα στην ζωή και στην ανθρώπινη φύση για να έχουν μια λογική και ένα νόημα για εμένα. Το μυθιστόρημα πρέπει να είναι μια αναπαράσταση της ζωής. Μετά την ανάγνωση ενός μυθιστορήματος πρέπει να ξέρουμε περισσότερα για την ζωή.
Και στα δυο βιβλία σας ο γενέθλιος τόπος μοιάζει να σάς καθορίζει.
Νομίζω πως είναι πολύ χρήσιμο να βρούμε την θέση μας μέσα στον κόσμο. Δεν χρειάζεται να είναι εντελώς καθορισμένη. Δεν χρειάζεται να έχει όνομα. Αλλά το να ψάχνουμε το μέρος μας είναι και ένας τρόπος να ψάχνουμε τον εαυτό μας. Ο γεωγραφικός μας τόπος μας συνδέει με το πολιτισμό μας που είναι οι αξίες μας. Και να σκεφτόμαστε για τις αξίες μας είναι πολύ σημαντικό για να ξέρουμε ποιοι είμαστε. Δεν πρέπει να φοβόμαστε να κοιτάξουμε προς τον εαυτό μας. Ο πρώτος κανόνας θα έπρεπε να είναι να μην λέμε ψέματα στον εαυτό μας. Οπότε γι εμένα, στο πορτογαλικό πλαίσιο, είναι σημαντικό να τονίσω πως είμαι από το Γκαλβέιας. Γιατί το Γκαλβέιας είναι ένα τίποτα, ένα μικρό πραγματάκι και στην Πορτογαλία τις προηγούμενες δεκαετίες υπήρχε προκατάληψη όσον αφορά την επαρχία και ο κόσμος ντρεπόταν να πει ότι προέρχεται από εκεί. Γι’ αυτό και εγώ επιμένω να δηλώνω με ένταση πως έρχομαι από το Γκαλβέιας που είναι παλιότερο και από την Νέα Υόρκη! Για την οποία διαβάζουμε πολλά βιβλία χωρίς ποτέ να πάμε εκεί. Οπότε ας διαβάζουν οι άνθρωποι για το Γκαλβέιας χωρίς να το επισκέπτονται ποτέ.
Μπόρχες, Μάρκες, Πεσόα, Σαραμάγκου…
Πολύ σημαντικό ονόματα! Το βρίσκω πολύ δύσκολο να μιλώ για τις επιρροές μου, διότι οτιδήποτε σε αγγίζει σε επηρεάζει. Τις περισσότερες φορές που οι συγγραφείς ερωτώνται για τις επιρροές του απαντούν με μια λίστα από λογοτέχνες με τους οποίου θα ήθελαν να συσχετιστούν. Βεβαίως, αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά πως για αυτούς είναι οι πιο επηρεαστικοί δημιουργοί. Φυσικά και θα ήθελα η δουλειά μου να συνδεθεί με αυτά τα ονόματα. Γιατί πρόκειται για παγκόσμιους και διαχρονικούς συγγραφείς αλλά ταυτόχρονα πιστεύω πως δεν θα μπορούσα να γράψω χωρίς να ακούω την γιαγιά μου. Ίσως η γιαγιά μου να με έχει επηρεάσει περισσότερο από τον Μπόρχες! Ακόμη και αν αυτά όλα τα ονόματα- μαζί και ο Κορτάσαρ ή ο Καλβίνο- υπήρξαν θεμελιώδη για τη μόρφωσή μου.
Το «Γκαλβέιας» μοιάζει να αρθρώνεται από πολλές μικρές ιστορίες που εισχωρούν η μία στην άλλη με την εξέλιξη του βιβλίου.
Αυτός ήταν ένας τρόπος για να μπορέσω να περιγράψω ένα πλήθος ανθρώπων, μια συλλογικότητα. Στα μυθιστορήματα μπορείς πιο εύκολα να ασχοληθείς με την ατομικότητα. Και φυσικά ένα πλήθος είναι μια ομάδα από διάφορες ατομικότητες. Διάλεξα συγκεκριμένα πρόσωπα από αυτό το πλήθος που θα λειτουργούσαν συμβολικά όσον αφορά τον χαρακτήρα αυτής της συλλογικότητας. Υπάρχουν άνδρες, γυναίκες, νεότεροι, μεγαλύτεροι, φτωχοί, πλούσιοι και όλοι αυτοί έχουν ένα κοινωνικό επίπεδο όπως και μια ατομικότητα. Τους βλέπουμε και πως λειτουργούν μέσα στην κοινωνία αλλά και πίσω από τις κλειστές πόρτες. Το «Γκαλβέιας» είναι ένας μεγάλος σωρός από μικρές ιστορίες. Είναι και μια διάσταση των μικρών χωριών. Όπως υπάρχει η Ελληνική Μυθολογία υπάρχει και η μυθολογία του κάθε χωριού.
Όλη αυτή η μικροκοινωνία συμβολίζει την κοινωνία της Πορτογαλίας;
Αυτή ήταν μια από τις προθέσεις του βιβλίου. Μπορούμε να το δούμε σε πολλές διαστάσεις και διαφορετικούς τρόπους. Γιατί περιγράφω αυτό το συγκεκριμένο χωριό. Αλλά μπορεί να το δούμε και ως περιγραφή της ευρύτερης περιοχής όπως και όλης της χώρας. Διότι η Πορτογαλία είναι πολύ συμπαγής χώρα. Τα σύνορα της χώρας είναι πολύ παλιά, οκτώ αιώνων και περιβαλλόμαστε από τον ωκεανό και την Ισπανία. Αλλά και η Ισπανία για εμάς είναι σαν ένας ωκεανός! Διότι έχουμε δύσκολες σχέσεις με την Ισπανία από πολύ παλιά μέχρι και σήμερα. Αυτό κάνει την χώρα να είναι ακόμη και συναισθηματικά συμπαγής. Είναι πολύ συχνό φαινόμενο να έχουμε συμπαγή συναισθήματα, ενιαία και κυρίαρχα απέναντι σε συγκριμένα γεγονότα της ιστορίας. Όταν η πορτογαλική ομάδα κερδίζει στο ποδόσφαιρο υπάρχει συλλογική ευφορία. Εθνική κατάθλιψη πάθαμε όταν χάσαμε από την Ελλάδα στο Euro. Υπό αυτή την έννοια αλλά και την ευρύτερη η Πορτογαλία είναι σαν ένα μικρό χωριό.
Περιγράφοντας του χαρακτήρες δείχνετε να τους αγαπάτε. Παρόλο που παρουσιάζονται πολύ σκληροί και βίαιοι.
Το βιβλίο είναι ένας φόρος τιμής στο Γκαλβέιας. Αν για τους Έλληνες ή γενικά για τους διεθνείς αναγνώστες το Γκαλβέιας είναι κάτι αφηρημένο για εμένα είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο. Όπως εμείς είμαστε εδώ τώρα υπάρχει κόσμος και στους δρόμους του Γκαλβέιας. Αλλά θα ήταν άδικο για τους ανθρώπους του χωριού να τους κάνω ιδεατούς, χωρίς ελαττώματα, διότι τότε δεν θα ήταν αληθινοί. Γι’ αυτό μερικές φορές είναι βίαιοι και έχουν εγκληματική συμπεριφορά, καθώς ποτέ δεν είχα πρόθεση να τους εξωραΐσω. Και γι’ αυτό τους αγαπώ. Γιατί και εγώ έχω, βέβαια, πολλά ελαττώματα – όλοι έχουμε.
Η πρόσκρουση του μετεωρίτη στο χωρίο μοιάζει να είναι καταλυτική για τις ζωές των κατοίκων του.
Ο μετεωρίτης είναι ο τρόπος για να δείξει το σύμπαν αυτό μέρος. Ένας τρόπος να το κάνει ξεχωριστό σε σχέση με τον υπόλοιποι κόσμο. Διότι αν το δεις από τα μέσα, το μικρό σου μέρος είναι πιο σημαντικό από όλον το κόσμο. Αν έρχεσαι από απ’ έξω και το συγκρίνεις με άλλα μέρη οι χαρακτήρες χάνουν το βάρος τους. Αν προέρχεσαι από αυτόν τον τόπο υπάρχουν φοβερές ιστορίες που είναι κοινές τις οποίες εσύ μπορείς να τις καταλάβεις πλήρως γιατί ξέρεις τους ανθρώπους, την ιστορία τους και το υπόβαθρό τους – αλλιώς δεν τις βρίσκεις αστείες. Υπάρχει μια παράγραφος στο βιβλίο, «Το Γκαλβέιας και όλοι οι πλανήτες υπήρχαν ταυτόχρονα, αλλά διατηρούσαν τις ουσιώδεις διαφορές τους, δεν συγχέονταν: το Γκαλβέιας ήταν το Γκαλβέιας, το υπόλοιπο σύμπαν ήταν το υπόλοιπο σύμπαν». Στο χωριά μας λέμε, «είναι ένας μικρός κόσμος αλλά το Γκαλβέιας είναι πολύ μεγάλο».
Στο τέλος του μυθιστορήματος υπάρχουν δυο κηδείες και μια γέννηση. Και όλο αυτό ολοκληρώνεται με ένα γιορταστικό μεθύσι.
Η τελετή που συντελείται στο τέλος του βιβλίου είναι στην παράδοση του Γκαλβέιας. Όταν αργεί να βρέξει οι άνθρωποι κάνουν μια τελετή στην εκκλησία και προσεύχονται για βροχή. Αυτές οι στιγμές είναι πολύ συμβολικές. Δεν ήθελα να τις κάνω πολύ προφανείς. Για κάποιους που ψάχνουν ένα χειροπιαστό φινάλε ίσως τους απογοητεύσει. Θέλω να πω ότι ο χρόνος δεν σταματάει. Μετά το μυθιστόρημα η ζωή συνεχίζεται.