Τζιοβάννι Μπελλίνι και Ελ Γκρέκο
Πιετά (περ. 1495)
Ο Τζιοβάννι Μπελλίνι γεννήθηκε στη Βενετία περίπου το 1426 σύμφωνα με το Βαζάρι ή λίγο αργότερα. Θεωρείται ο ιδρυτής της Βενετικής Σχολής ζωγραφικής. Πατέρας του ήταν ο ζωγράφος Γιάκοπο Μπελλίνι και αδελφός του ο επίσης ζωγράφος Τζεντίλε Μπελλίνι. Ο γάμος της αδελφής του με τον Μαντένια τον επηρέασε σε σημαντικό βαθμό. Ο ανεξάρτητος χαρακτήρας του αποζητούσε την άμεση έκφραση των αισθήσεων, την επαφή με τη φύση, τη γνωριμία με το φως και την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα κάθε τόπου. Ήταν μια πολυδύναμη καλλιτεχνική προσωπικότητα, ανανέωσε πολλές φορές το στυλ της ζωγραφικής του εμπνεόμενος από τον Μαντένια, τον Αντονέλλο ντα Μεσσίνα και την τελευταία περίοδο εξέφραζε ένα ρομαντικό αίσθημα της φύσης, οι μορφές του διαλύονταν στο σκιόφως και οι θεματικές του ήταν ποιητικότερες.
Ένα από τα σημαντικότερα έργα του σύμφωνα με πολλούς κριτικούς είναι η «Πιετά». Το έργο αποδόθηκε στο Μπελλίνι από τον Καβαλκαζέλλε το 1871. Δεν είναι γνωστό για ποιον προοριζόταν ο πίνακας. Ο Άλβιζε Μοτσενίγκο τον αγόρασε από την Πινακοθήκη Άλντομπρατίνι στη Ρώμη και τον πρόσφερε στον Μεγάλο Δούκα της Τοσκάνης το 1798. Η σύνθεση είναι φιλοτεχνημένη με την τεχνική του «κιαροσκούρο», η οποία κάνει χρήση έντονων αντιθέσεων μεταξύ φωτεινών και σκοτεινών ή φωτοσκιασμένων σημείων. Η τεχνική αυτή ενισχύει το δραματικό χαρακτήρα του έργου. Οι μορφές της σύνθεσης δεν οριοθετούνται με κάποιο περίγραμμα, αλλά διακρίνονται μέσα από την αντιπαράθεση των φωτεινών και σκοτεινών επιφανειών. Η μονοχρωμία του έργου δημιούργησε μια σειρά από διαφωνίες και έδωσε αφορμή στον Gronau (1935) να πιστέψει ότι επρόκειτο για ημιτελή πίνακα χωρίς χρωματισμό. Άλλοι, όπως ο Van Marle (1935), το θεώρησαν ολοκληρωμένο έργο και αυτή ήταν η πιο αξιόπιστη γνώμη. Η πλαστικότητα των σωμάτων επιτυγχάνεται με το «κιαροσκούρο», η ατμόσφαιρα του έργου είναι μοναδική, οι εκφράσεις των προσώπων αναδύουν μια στωικότητα και έναν βαθύ στοχασμό, μια κατανυκτική και μεταφυσική διάσταση που εξαϋλώνει τις μορφές. Το άψυχο σώμα του Χριστού σε απόλυτη γαλήνη, η οποία διαχέεται και αγγίζει τις μορφές που τον περιβάλλουν. Ο Μπελλίνι εργαζόταν από το 1480 στο παλάτι του Δούκα της Βενετίας συνεπώς αυτή η σύνθεση χρονολογείται γύρω στο 1495. Ο μυστικισμός του έργου του προσδίδει μια έντονη ποιητική και μια εξίσου έντονη δραματικότητα.
Σταύρωση (περ. 1600 – 1611)
Ο πίνακας αυτός που βρίσκεται στο Βασιλικό Μουσείο του Άμστερνταμ όπως και η παραλλαγή του στο Μουσείο της Σάντα Κρουθ στο Τολέδο φιλοτεχνήθηκε κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του Γκρέκο. Αποτελεί μια στιγμή κορύφωσης στο ζωγραφική πορεία του καθώς διαφαίνεται όλη η βαθιά γνώση της βενετικής ζωγραφικής του 16ου αιώνα, από τον Τισιανό ως τον Γιάκοπο Μπασσάνο και ιδιαίτερα τον Τιντορέττο. Παράλληλα όμως υπάρχει και μια τοσκανική και ρωμαϊκή επίδραση. Στους πίνακες της περιόδου του Τολέδο πάντοτε ενυπάρχει αυτή η επίδραση. Η μεγάλη σημασία αποδίδεται στην αντίθεση φωτός και σκιάς που τονίζει τη δραματικότητα της εικόνας. Η σκοτεινιά και η καταχνιά του τοπίου αντικατοπτρίζει τον βαθύ πόνο και το βασανιστήριο της σταύρωσης. Η φύση αποδίδεται με σχεδόν υπερβατικό τρόπο ακολουθώντας κι αυτή την ατμόσφαιρα της απόλυτης θλίψης. Το αχνό φως και το σκοτάδι οργανώνονται με τέτοιο τρόπο ώστε να προβάλλουν το δραματικό τοπίο και το τείχος των νεφών. Η εξωπραγματικότητα της σύνθεσης τονίζεται με το φόντο του ουρανού σαν μια σβησμένη φωτιά χωρίς να υπάρχει ελπίδα για το φως του ήλιου. Όπως έλεγε ο φίλος των νεανικών χρόνων του Γκρέκο Τζύλιο Κλόβιο «το φως της ημέρας ενοχλούσε το εσωτερικό του φως».
Το Τολέδο ήταν η παλιά αυτοκρατορική πρωτεύουσα της Ισπανίας και το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων του ήταν ιερείς και μοναχοί. Οι γνώσεις που είχε αποκτήσει ο Γκρέκο στην Ιταλία συνδυάστηκαν με έναν θρησκευτικό μυστικισμό και οδήγησαν στη δημιουργία και μετουσίωση της υλικότητας της τέχνης σε έκσταση και όραμα. Οι μυστικιστικές επίσης καταβολές της βυζαντινής καταγωγής του έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της ιδιαιτερότητας της ζωγραφικής του. Παράλληλα η περίοδος εκείνη ήταν ταραγμένη λόγω της Αντιμεταρρύθμισης και του αγώνα του Καθολικισμού εναντίον της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης. Τα θρησκευτικό πάθος κυριαρχούσε παντού και διαπότιζε την καθημερινότητα. Ο ασκητικός χαρακτήρας της ζωγραφικής του Γκρέκο παλεύει να λυτρωθεί από την ένταση της οδύνης. Ο λιτός και πνευματικός χαρακτήρας της τέχνης του φτάνει στο απόγειό του. Οι ιερές σκηνές, όπως η σταύρωση, αποδίδονται με μια βαθιά εσωτερικότητα και προσωπική προσέγγιση και μια εκφραστική ένταση μοναδική και όλο και πιο δυνατή με το πέρασμα του χρόνου.
Το Τολέδο αγκάλιασε το Γκρέκο για 38 χρόνια και του πρόσφερε μια «αιωνιότητα», τα θεϊκά πρόσωπά του παραμορφωμένα από τον πόνο της ανθρωπότητας, υπενθυμίζουν συνεχώς στον άνθρωπο την αλλοτρίωση και την αλλοίωση της ανθρώπινης φύσης. Η διεισδυτικότητα των μορφών υπακούει σε μια διαδικασία εξαγνισμού και απελευθέρωσης. Η ύλη καταστρέφεται και το μυστήριο παραμένει χωρίς να αποκαλύπτει το ανεξήγητο.
.
Πηγές
1) Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου τιμής και μνήμης χάριν για τα 400 χρόνια από τον θάνατό του. Επιμ. Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα.
2) Ελ Γκρέκο, Βιβλιοθήκη Τέχνης, Καθημερινή.
3) Μουσεία του Κόσμου, Ουφίτσι – Φλωρεντία, εκδ. Mondatori, Φυτράκης.
4) Μουσεία του Κόσμου, Βασιλικό Μουσείο Άμστερνταμ, εκδ. Mondatori, Φυτράκης.
5) Μουσεία του Κόσμου, Πράντο – Μαδρίτη, εκδ. Mondatori, Φυτράκης.
6) Τέχνη και Αρχιτεκτονική, Βενετία, εκδ. Ελευθερουδάκης.