Το θέμα είναι τώρα τι λες.

Επιστρατεύοντας τη φιλοσοφία του Γκ. Λούκατς στη μάχη του ΌΧΙ.

| 02/07/2015

#

1. «Είναι μεγάλη υπόθεση όταν οι άνθρωποι ζουν τη ζωή τους ως ιστορική διαδικασία»[i]

Ο Λούκατς περιγράφει εκείνη την ιστορική στιγμή που συμπυκνώνεται ο πολιτικός χρόνος με τη γερμανική λέξη Augenblick. Σε τι συνίσταται μια τέτοια στιγμή; Είναι τότε που η ταξική συνείδηση αποτελεί το αποφασιστικό στοιχείο και η κάθε απόφαση θα επηρεάσει καθοριστικά τις μελλοντικές κατευθύνσεις. Σε αντίθεση με τους συνηθισμένους καιρούς, τέτοιες στιγμές ο λαϊκός παράγοντας με όλες τις συγκροτήσεις και εκπροσωπήσεις του δύναται να επέμβει άμεσα στις εξελίξεις. Η υποκειμενική παρέμβαση της μιας μέρας διαμορφώνει καθοριστικά τις αντικειμενικές συνθήκες της επομένης[ii]. Κάτι τέτοιο σπανίζει στους καιρούς μας. Σε μια τέτοια στιγμή βρισκόμαστε και η εκτίμηση αυτή καθορίζει τα καθήκοντα μας. Όλη η σαπίλα του ντουνιά έχει συσπειρωθεί για να νικήσει το ΝΑΙ. Επιτελάρχες των Βρυξελλών και του ΔΝΤ, ντόπια και ξένα αφεντικά, εφοπλιστές, μίντια κ.ο.κ. τρομοκρατούν με βασικό τους όπλο το θατσερικό “There is no alternative!”. Ο τρόμος τους δεν εξαπολύεται για πρώτη φορά σε μια Ελλάδα που στενάζει εδώ και πέντε χρόνια κάτω απ’ το ζυγό της λιτότητας και των μνημονίων. Η διαφορά είναι ότι τώρα πια φτάσαμε σε έναν κόμβο όπου συμπυκνώνονται οι αντιφάσεις και η αντιπαράθεση.

2) «Τις μεγάλες ιστορικές επιλογές, τις επαναστατικές αποφάσεις δεν τις σοφίζονται ποτέ, «καθαρά θεωρητικά», κάποιοι λόγιοι στα σπουδαστήρια τους. Είναι, αντίθετα, απαντήσεις σε εναλλακτικές επιλογές που επιβάλλονται, στην πραγματικότητα, από έναν λαό που έχει μπει σε κίνηση, στην καθημερινότητα αλλά μέχρι και τις ύψιστες πολιτικές αποφάσεις των κομμάτων και των ηγετών τους»[iii]

Ο ΣΥΡΙΖΑ ως πολιτικό σχέδιο βιώνει αναπόδραστα μια έκρηξη των αντιφάσεών γύρω από την αχίλλειο πτέρνα του, το αν μπορεί δηλαδή να υπάρξει απαλλαγή από τα μνημόνια και τη λιτότητα μέσω μιας καλής διπλωματίας εντός Ευρώ και ΕΕ. Αυτό το πολιτικό σχέδιο έχει τεράστια ευθύνη γιατί απογείωσε τις αυταπάτες στο λαό ότι μπορεί να ελπίζει σε ομαλές εξελίξεις και να βασίζει την ελπίδα του σε μια αποθέωση της αξιοποίησης επιμέρους αντιθέσεων (του τύπου καλή αμερική VS κακή ΕΕ, καλός Γιούνκερ VS κακό Σόιμπλε κ.ο.κ.) χωρίς συγκρότηση εναλλακτικού σχεδίου ρήξης και οργάνωση θεσμών επιβολής της θέλησής του. Ο ΣΥΡΙΖΑ πάσχισε να ψαλιδίσει τις προσδοκίες των ψηφοφόρων του πριν τις εκλογές και να τις ματαιώσει εδώ και πέντε μήνες μέσω της προσαρμογής στις απαιτήσεις κεφαλαίου – δανειστών. Όμως, έχει αναπτυχθεί στην κοινωνία ένα πολιτικό φαντασιακό μιας ζωής χωρίς μνημόνια και λιτότητα που παρόλα αυτά δεν ανακόπηκε. Οι τελευταίες εξελίξεις έχουν οδηγήσει μάλιστα σε μια εν μέρει αποδόμηση των αυταπατών. Ακόμη κι αν οι αυταπάτες είναι πιθανό να ανασυγκροτηθούν ή να γεννηθούν νέες, στην παρούσα στιγμή η πλατιά συζήτηση – αντιπαράθεση μέσα στους κόλπους του λαού και η επιλογή του ΌΧΙ ενέχει μια εκρηκτική λαϊκή δυναμική. Τη σφραγίδα στη διαμόρφωσή αυτής της δυναμικής την έβαλε αφενός η κοινωνική καταβαράθρωση της τελευταίας πενταετίας και οι αγώνες που αναπτύχθηκαν ειδικά τη διετία 2010-2012. Η επιλογή του δημοψηφίσματος είναι αποτέλεσμα της επιθετικότητας του ιμπεριαλισμού και συνιστά επιλογή ασυνέχειας σε σχέση με τις ως τώρα επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ.

3) «Η οργανωτική μορφή των αιρέσεων χωρίζει τεχνητά από τη ζωή και από την ανάπτυξη της τάξης τη «σωστή» ταξική συνείδηση μέχρι του σημείου που αυτή μπορεί να υφίσταται σε πλήρη αφηρημένη απομόνωση»[iv]

Η στάση του ΣΥΡΙΖΑ απένταντι στην σωστή πρόταση του ΚΚΕ για την αλλαγή του ερωτήματος του δημοψηφίσματος ήταν απαξιωτική και απαράδεκτη. Πλην όμως, η επικράτηση του ΌΧΙ στο ερώτημα «ΝΑΙ ή ΌΧΙ στην πρόταση των δανειστών» ενέχει σήμερα ρηξιακή δυναμική και φέρνει υπό προϋποθέσεις το λαό σε καλύτερη θέση στην πάλη ενάντια σε παλιά και νέα μνημόνια και το στόχο της αποδέσμευσης από την ιμπεριαλιστική λυκοσυμμαχία της ΕΕ. Αγωνιζόμαστε μέσα σε αντίξοες συνθήκες που δεν καθορίζουμε πάντοτε όπως θα θέλαμε. Καθήκον της στιγμής λοιπόν είναι η έγκυρη ψήφος στο ΌΧΙ και η ηγεμονία μέσα στο μαζικό λαϊκό ρεύμα του ΌΧΙ μιας συνολικής ανατρεπτικής πολιτικής διεξόδου εδώ και τώρα. Η θέση του ΚΚΕ να ρίξει δικό του ψηφοδέλτιο που θα καταγραφεί στο «άκυρο» είναι επιτομή του αριστερισμού και δυστυχώς αποτελεί απόληξη μιας σεχταριστικής πολιτικής πρακτικής την τελευταία δεκαετία. Αυτή η πρακτική του ΚΚΕ θυμίζει αυτό που παρουσίαζε ο Λένιν ως γελοιογραφία μαρξισμού –  «να σκεφτόμαστε, ας πούμε, ότι μια μεριά θα εμφανιστεί ένας στρατός σε θέση μάχης και θα δηλώσει: «εμείς πάμε για το σοσιαλισμό» και ότι σ’ αυτό το σημείο θα υπάρξει κοινωνική επανάσταση». Ο Λούκατς συμπλήρωνε ότι σε καταστάσεις οξείας κρίσης υπάρχει μια χαοτική κατάτασταση ως προς την παράταξη των κοινωνικών δυνάμεων που δε μπορούν να εκτιμηθούν αν υπάρξει προσκόλληση σε μηχανικές και μοιρολατρικές κανονικότητες[v]. Η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ είναι η πεμπτουσία μιας μηχανικής και μοιρολατρικής κανονικότητας. Ας μη μείνουμε όμως σε ταμπέλες και πολεμικές. Δεν είναι τώρα η ώρα της αντιπαράθεσης με το ΚΚΕ για το παρελθόν. Το θέμα είναι ένα ενωτικό κάλεσμα στον εργατόκοσμο, τους ανέργους, τη νεολαία που στηρίζει με ταξικό κριτήριο το ΚΚΕ να ψηφίσουν έγκυρο ΌΧΙ ενάντια στην πρόταση των δανειστών με συνειδητή στράτευση στη μάχη για τη ρήξη και αποδέσμευση από τη ζώνη του Ευρώ και την ΕΕ.

4) «Είναι αδύνατο να προκαλέσουμε ενθουσιασμό χωρίς να βασιστούμε σε μια καινούργια προοπτική που ξανοίγεται μπροστά μας. Μόνο μέσα απ’ αυτή τη προοπτική ο άνθρωπος καταλαβαίνει ότι η προσωπική του ζωή μπορεί να αλλάξει. Για ν’ ανάψει μέσα του ο ενθουσιασμός πρέπει η προοπτική ν’ αφορά τον άνθρωπο σαν άτομο. Η μεγάλη αδυναμία των αριστερών κινημάτων στον κόσμο ολόκληρο βρίσκεται στο ότι ακόμα δεν μπορέσαμε να προκαλέσουμε τον αναγκαίο για τις προοπτικές μας ενθουσιασμό»[vi]

Αυτό που ζούμε σήμερα είναι ασυνήθιστο και πρέπει να τσακίσουμε βολέματα και εύκολες βεβαιότητες για να αναποκριθούμε στα καθήκοντα της στιγμής. Το πιο ριζοσπαστικό ανατρεπτικό στοιχείο της στιγμής είναι «η άμεση αλληλεπίδραση ανάμεσα στα ζητήματα της καθημερινότητας και της πιο μεγάλης πολιτικής»[vii]. Γι’ αυτό εδώ και τώρα ένα μεταβατικό αντικαπιταλιστικό και αντιμπεριαλιστικό πολιτικό πρόγραμμα αποτελεί καθοδήγηση για δράση. Στα άμεσα επιτακτικά ερωτήματα του κόσμου για την επόμενη μέρα πρέπει να δίνουμε συγκεκριμένες απαντήσεις. Όση σημασία κι αν έχει το ηθικό και η ψυχολογία της μάχης, η εναλλακτική είναι πρωτίστως πρακτικό ζήτημα. Η εθνικοποίηση των τραπεζών, η διαγραφή του χρέους, η παραγωγική ανασυγκρότηση και μέτρα που αφαιρούν από το κεφάλαιο στην Ελλάδα πλούτο, ιδιοκτησία κι εξουσία, αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις της μάχης του δημοψηφίσματος και της επόμενης μέρας ενός οργανωμένου και συνειδητού GREXIT με λαϊκή πρωτοβουλία. Καθήκοντα που μέχρι χθες στην πλατιά συζήτηση του κόσμου μπορεί να φάνταζαν μακρινές αφηρημένες διακηρύξεις, μέσα στην αναταραχή προβάλλονται στους χρόνους, τους χώρους και τις εναλλακτικές μιας συγκεριμένης πραγματικότητας. Η άλλη πλευρά φαντάζει παντοδύναμη. Ό, τι ζούμε όμως σήμερα, παρά τις πολιτικές, οικονομικές και εθνικές ιδιαιτερότητες, σφραγίζεται από την παγκόσμια δομική κρίση του καπιταλισμού και την ιδιαίτερη πλευρά της κρίσης της ευρωζώνης και της ΕΕ. Γι’ αυτό ας μην ξεχνάμε ότι «η ίδια διαδικασία που φαίνεται από την άποψη της μπουρζουαζίας σα διαδικασία συντριβής, σα διαρκή κρίση, αντιπροσωπεύει για το προλεταριάτο, φυσικά ακόμα στη μορφή της κρίσης, τη στιγμή κατά την οποία συγκεντρώνονται οι δυνάμεις του, την πλατφόρμα απ’ όπου θα δώσει το άλμα για τη νίκη»[viii].

5) «Ο καουτσκισμός είναι σύμπτωμα όσων παραμένουν δέσμιοι των καπιταλιστικών μορφών σκέψης προσηλωνόμενοι με όλη τους τη διανοητική ενέργεια στο «νόμο επανάληψης των φαινομένων», απορρίπτοντας σαν αδύνατη τη γέννηση κάτι του ριζικά καινούργιου, για το οποίο δε μπορούμε να έχουμε ακόμα καμιά εμπειρία.»[ix]

Έχουμε ορισμένα κρίσιμα βαρίδια σ’ αυτή τη μάχη. Βαραίνει πάνω μας η ισχύς του αντιπάλου, ο τόσο αρνητικός διεθνής συσχετισμός δύναμης και η απουσία παραδείγματος. Βαραίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει πολιτική πρόθεση να προβάλλει ή να υπερασπιστεί μια επιλογή ρήξης ή ένα ΌΧΙ μέχρι τέλους. Βαραίνει αυτό που ο Εντουάρντο Γκαλεάνο ορίζει ως «κουλτούρα της αδυναμίας», ως υπαρξιακή συνθήκη μιας αριστεράς που έμαθε να τρέφεται απ’ την ήττα. Βαραίνει η απουσία ενός ταξικά ανασυγκροτημένου εργατικού – λαϊκού κινήματος. Βαραίνουν οι οργανωτικές και πολιτικές αδυναμίες της αντικαπιταλιστικής αριστεράς και τα ως τώρα όρια της εμβέλειάς της. Βαραίνει η λανθασμένη στάση και πρακτική του ΚΚΕ ή η στάση άλλων τμημάτων της αριστεράς που καλούν σε αποχή. Κι όμως! Όσο κι αν μας βαραίνει μια συνολική προγραμματική υστέρηση στην επεξεργασία μιας βιώσιμης εναλλακτικής έξω από την Ευρωζώνη και την ΕΕ δεν ξεκινάμε από το μηδέν. Τίποτε δεν είναι απλό ή εύκολο, αλλά έχουμε ήδη τα τελευταία χρόνια στοιχεία κι επεξεργασίες ενός άλλου δρόμου. Έχουμε τις συλλογικές δεξιότητες ενός εργατικού δυναμικού που έχει αχρηστευτεί μέσα στην κρίση. Έχουμε αναφορές σε λατινοαμερικάνικους ριζοσπαστισμούς που σφραγίζονται από την αυτοτελή πρωτοβουλία των «από τα κάτω». Κυρίως έχουμε την αποδεικτική ισχύ του πλήρους αδιεξόδου των μνημονίων, της λιτότητας και των ιμπεριαλιστικών δεσμών. Η αριστερά οφείλει να μπουσουλήσει μαζί με το λαό και να μη χλευάσει τους φόβους του. Η ίδια όμως η αριστερά για να’ ναι αντάξια του ονόματός της οφείλει να διέπεται από πλήρη αφοβία ως προς την αυτοπεποίθηση και τη φιλοδοξία, να’ ναι πάντα έτοιμη για μεγάλες πολιτικές τομές. Χρειάζεται εμπιστοσύνη στη λαϊκή πρωτοβουλία, την αφάνταστη δημιουργικότητα και τη συλλογική ευφυία των πολλών όταν αρπάζουν την ιστορική ευκαιρία. Ο ελιτισμός του τύπου «ο κόσμος δεν καταλαβαίνει, έχει σύγχυση, δε σώζεται κ.ο.κ.» δεν έχει τίποτε απολύτως να μας προσφέρει. Χωρίς καμιά απογείωση, εξιδανίκευση ή αυταπάτη, χρειάζεται επιτέλους να δώσουμε αυτή τη μάχη με ψυχολογία νικητή.

6) “on s’ engage et puis on voie” (πρώτα εμπλεκόμαστε και μετά βλέπουμε)[x]

Το πόσο καλύτερα θα δίναμε τη μάχη με μια άλλη αριστερά και ένα άλλο έργατικό κίνημα είναι όμορφη άσκηση πολιτικής φαντασίας. Τώρα όμως με ό,τι έχουμε θα δώσουμε τη μάχη. Κάθε υπεκφυγή στο όνομα της ανωριμότητας είτε των αντικειμενικών συνθηκών είτε του υποκειμενικού παράγοντα δεν είναι αριστερή πολιτική, αλλά πολιτική του δοκιμαστικού σωλήνα. Από μία άποψη οι συνθήκες δεν είναι ποτέ «ώριμες» αλλά πάντα αστάθμητες[xi]. Αυτό που πρέπει να αποτραπεί σήμερα πάσει θυσία είναι μια «αριστερή» εκδοχή του TINA (There Is No Alternative) που θα επιταχύνει αντιδραστικές εξελίξεις και θα οδηγήσει στην εμπέδωση της ήττας και της μοιρολατρίας. Δεν καθόμαστε στη γωνία να αντλήσουμε αυτοεπιβεβαίωση από τα πασιφανή λάθη του ΣΥΡΙΖΑ και την προοπτική συμβιβασμού. Γιατί μέλημά μας είναι πάνω απ’ όλα ο λαός, τα συμφέροντά του, η επιβίωση και η ζωή του. Γι’ αυτό απαιτείται θαρρετή πρωτοβουλία αποφασιστικής συγκρότησης του πολιτικού και κοινωνικού μπλοκ της ρήξης και της επόμενης μέρας. Δεν υπάρχει δρόμος σοσιαλιστικής μετάβασης έξω από τη φωτιά αυτής της μάχης. Όλα τα άλλα είναι ρητορικά τεχνάσματα. Οι εξορμήσεις αυτών των ημερών είναι οι πιο πολωμένες ταξικά, κοινωνικά και πολιτικά εξορμήσεις τουλάχιστον στα πολιτικά βιώματα όσων γεννηθήκαμε στη μεταπολίτευση. Αν γίνεται στοιχειωδώς αντιληπτό το διακύβευμα δεν πρέπει να υπάρξει ούτε ψήφος χαμένη ειδικά από κόσμο του αγώνα που αυτοτοποθετείται στην αριστερά ή τον αντιεξουσιαστικό χώρο. Κάθετι άλλο θυμίζει αυτό που ο Βάλτερ Μπένγιαμιν όριζε ως «αριστερή μελαγχολία». Ο Μπένγιαμιν χαρακτηρίζει έτσι τη στάση εκείνων που δείχνουν μεγαλύτερη προσήλωση σε μια πολιτική ανάλυση ή ιδανικό – ακόμα και στην αποτυχία αυτού του ιδανικού – παρά στην εκμετάλλευση δυνατοτήτων για ριζική αλλαγή στο παρόν[xii]. Η χειρότερη εκδοχή της «αριστερής μελαγολίας» είναι αυτό που περιέγραφε ο Λούκατς ως ψευτομαρξιστική στάση όσων την ώρα που κλονίζεται ο κόσμος γύρω τους, η πίστη στα ακλόνητα θεμέλια της αστικής κοινωνίας τους κάνει να ελπίζουν και να προσεύχονται την επιστροφή στην «ομαλότητα».[xiii]

7) «Μόνο όποιος έχει την έφεση προς το μέλλον μπορεί να δει τη συγκεκριμένη αλήθεια του παρόντος»[xiv]

Υπάρχουν δυνατότητες για ριζική αλλαγή στο παρόν; Τη Δευτέρα 29 Ιούνη 2015, η πλατεία Συντάγματος ήταν ξανά γεμάτη θυμίζοντας κάτι – έστω λίγο – απ’ τον ενθουσιασμό του ιστορικού απεργιακού διημέρου 28-29 Ιούνη του 2011. Κι αυτή η δυναμική δεν πρέπει να υποτιμηθεί καθόλου. Δε θα παιχτούν όλα σε μια ζαριά αλλά τίποτε δε θα είναι ίδιο μετά απ’ αυτή τη μάχη. Όλες οι πολιτικές προτάσεις δοκιμάζονται σκληρά. Το τι λέει και τι κάνει το κάθε πολιτικό ρεύμα σφραγίζει τη φυσιογνωμία του με ανεξίτηλο τρόπο. Σείονται οι τεκτονικές πλάκες του πολιτικού χάρτη και μια νέα γεωγραφία βρίσκεται εν τη γεννέσει. Η στάση και πρακτική του καθενός και της καθεμιάς εγγράφει ιδεολογία. Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να αξιοποιήσει το ΌΧΙ για ένα πιο λάιτ μνημόνιο; Πρέπει να προετοιμαζόμαστε γι’ αυτόν τον κίνδυνο αλλά να μη χάνουμε τη σωστή ιεράρχηση. Πρέπει πρώτον να σκεφτούμε τι κινδύνους ενέχει από ταξική-κοινωνική-πολιτική και ιδεολογική σκοπιά η υπερίσχυση του ΝΑΙ και τι ακριβώς θα σημάνει ως προς το συσχετισμό δύναμης και την κυριαρχία των σχεδίων κεφαλαίου και ιμπεριαλισμού. Δεύτερον, η λαϊκή δυναμική του ΌΧΙ δημιουργεί μια πολλαπλότητα ενδεχομένων εντός των οποίων υπάρχει και ο συμβιβασμός αλλά αναπτύσσεται και το σχέδιο της ρήξης και της ανατροπής. Δεν κρατάμε ίσες αποστάσεις απέναντι στα ενδεχόμενα. Η πρωτοφανής λαϊκή διεργασία που λαμβάνει χώρα σε μια αδυσώπητη σύγκρουση αυτές τις ώρες μέσα σε χώρους δουλειάς, γειτονιές, ουρές ATM κ.ο.κ. μπορεί να σφραγίσει τις εξελίξεις. Όποιοι/ες έχουν φωνάξει και ματώσει τόσα χρόνια για μια Ελλάδα χωρίς μνημόνια, χρέος, ευρώ – ΕΕ και πιστεύουν στ’ αλήθεια στο «εργάτη μπορείς χωρίς αφεντικά», τώρα είναι η ώρα αποφασιστικής δράσης για το λαϊκό τριπλό ΌΧΙ της ανατροπής, το ΌΧΙ που δε χωράει σε καμία πρόταση των τοκογλύφων – δανειστών αλλά και σε καμιά πρόταση λάιτ μνημονίου της ηγεσιας του ΣΥΡΙΖΑ, το ΌΧΙ που απαντάει στους εκβιασμούς ΔΝΤ – ΕΕ – κεφαλαίου και θα σταθεί απέναντι σε όποια κυβερνητική διαχείριση συμβιβασμού. Το πραγματικό δίλημμα είχε τεθεί με ιστορικό τρόπο από το Νίκο Μπελογιάννη και είναι πιο επίκαιρο από ποτέ: «Ή τα τοκοχρεωλύσια ή το ψωμί του λαού». Η απάντηση μόνο μία: «Το ψωμί του λαού με ΌΧΙ μέχρι τέλους».

Μπορούμε να ζήσουμε αλλιώς με το λαό αφέντη στον τόπο του. ΌΧΙ με πάθος, ορμή και επαγρύπνηση στο δρόμο και την κάλπη.


[i] Λούκατς, Γκ. (1971). Προβλήματα οντολογίας και πολιτικής, Αθήνα: Εκδόσεις 70, σελ. 137

[ii] Lukács, G. (2002). A defence of history and class consciousness: Tailism and the dialectic. London: Verso, p. 55

[iii] Λούκατς Γκ.  (1987). Αστική και σοσιαλιστική δημοκρατία,  Αθήνα: Κριτική , σελ. 57

[iv] Λούκατς Γκ.  (1975), Ιστορία και ταξική συνείδηση, Αθήνα: Οδυσσέας, σελ. 419

[v] Στο ίδιο, 401-2

[vi] Λούκατς, Γκ. (1971). Προβλήματα οντολογίας και πολιτικής, Αθήνα: Εκδόσεις 70, σελ. 174

[vii] Λούκατς Γκ.  (1987). Αστική και σοσιαλιστική δημοκρατία,  Αθήνα: Κριτική , σελ. 108

[viii] Λούκατς Γκ.  (1975), Ιστορία και ταξική συνείδηση, Αθήνα: Οδυσσέας, σελ. 132

[ix] Λούκατς Γκ.  (1975), Ιστορία και ταξική συνείδηση, Αθήνα: Οδυσσέας, σελ. 405

[x] Ρήση του Ναπολέοντα Ι που συχνά χρησιμοποιούσε ο Λένιν και ο Λούκατς

[xi] Lukács, G. (2002). A defence of history and class consciousness: Tailism and the dialectic. London: Verso, p. 54-60

[xii] Ο. Μπράουν, Αντίσταση στην αριστερή μελαγχολία, Θέσεις, Τεύχος 106, περίοδος: Ιανουάριος – Μάρτιος 2009

[xiii] Γκ. Λούκατς, Μια μελέτη πάνω στην ενότητα της σκέψης του Λένιν, Ορίζοντες, 1972, σελ. 12

[xiv] Λούκατς Γκ.  (1975), Ιστορία και ταξική συνείδηση, Αθήνα: Οδυσσέας