Το νερό στον κινηματογράφο

Με αφορμή κάποιες προβολές στο 3ο Evia Film Project του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

| 10/07/2024

Θα χρειαζόταν μια τεράστια έρευνα για να διακρίνουμε πόση αναφορά έχει γίνει στο υγρό στοιχείο στον κινηματογράφο. Κατά πόσο αυτό παραμένει ένα σεναριακό trigger για δραματουργία. Είτε απλώς περιπετειώδη διασκέδαση. Είτε ένας υπαρξιακός και ψυχαναλυτικός συμβολισμός που προκαλεί τρόμο λόγω της φύσης του ανεξερεύνητου του οποίου κάπως αιτιολογημένα του έχουμε προσάψει: ο πλανήτης αποτελείται στην πλειονότητά του από λίμνες, ποτάμια, θάλασσες και ωκεανούς, σημεία που κάποια από αυτά δεν έχει δει ποτέ ανθρώπινο μάτι, που ποτέ δεν θα καταφέρουμε να φτάσουμε.

Ο κάθε πολιτισμός του κόσμου έχει διαφορετική σχέση με το υγρό στοιχείο. Ενσωματωμένο στους θρύλους, στις παραδόσεις, τις θρησκείες, και στο σύγχρονο κόσμο μας μέχρι σήμερα, σε κάθε μέρος του πλανήτη το νερό διαφοροποιείται ως μεταφορά παίρνοντας από τα πιο γαλήνια ως και τα πιο απόκοσμα χαρακτηριστικά. Από μια κατάδυση του Κουστώ στο ντοκιμαντέρ του Luis Malle Le Monde du Silence ως το Leviathan των Lucien Castaing-Taylor και Véréna Paravel αυτό που κυριαρχεί είναι το ανεξέλεγκτο αλλά ταυτόχρονα το τόσο φυσικά οικείο.

Το νερό μοιάζει να παραμένει, μέχρι και τον σύγχρονο κόσμο μας, σε λατρευτικό επίπεδο. Κάποιος άγνωστος θεός. Όσο κι αν η χημεία έχει εξηγήσει την απλότητα και συνθετότητά του, ως κοινωνίες και σε μαζική κλίμακα θέλουμε να το συντηρήσουμε στο πεδίο του μύθου. Λογικό ίσως. Η όποια απώλειά του σημαίνει θάνατο. Ο κινηματογράφος συνεχίζει αυτή του τη μυθολογία και παίρνει υπόψη του σχεδόν πάντοτε αυτό το δεδομένο.

Απομόνωση, φόβος, δυσχέρειες. Θρύλοι, περιπέτειες, ηρωισμοί. Αναγέννηση της φύσης και πνιγμός. Σκουριά και κάθαρση. Οι εννοιολογικές ερμηνείες και χειρονομίες της τέχνης σε σχέση με αυτό είναι σχεδόν πάντοτε οριακές.

Πεδίο εκμετάλλευσης και οικονομικές ανισότητες. Φυσικός πλούτος και αποκλεισμοί. Πόλεμοι και απόβλητα. Η πραγματικότητα είναι πάντοτε και ακόμα πιο οριακή. Και γνωρίζουμε κυρίως πως η επείγουσα αναγκαιότητα στην ίδια την ουσία της ζωής και ύπαρξης δεν μπορεί να αξιώσει τίποτε μπροστά σε μια οικονομική επιτυχία. Το νερό έχει κι αυτό πολιτική έννοια.

Κάποια παραδείγματα. Που ωστόσο είναι απλώς μεταφορές της κατάστασης που ζούμε και τίποτε παραπάνω: Τα Σαγόνια του καρχαρία είναι η μαζική υστερία του αμερικάνικου πληθυσμού μπροστά σε ενδεχόμενες, μη ελεγχόμενες, και υπερβολικά μυθοποιημένες απειλές, στη σκιά του καταναλωτισμού και της επιθετικότητας του κράτους του. Στα χρόνια λίγο μετά το Βιετνάμ κάτι έχει βάλει στόχο να φάει ζωντανούς τους πάντες μην επιτρέποντάς τους καμιά άλλη ενέργεια παρά να μένουν ως θύματα παγωμένοι μπρος του: ο συλλογικός φόβος που κοινωνικά κυριαρχεί είναι πεινασμένος, συγκεκριμένος και σχετικά ορατός. Γνωρίζουν ότι θα συμβεί, αλλά δεν γνωρίζουν πότε και σε ποιον. Σε μια άλλη περίπτωση, στο The Host ένα «τέρας», το οποίο ο αμερικάνικος στρατός έχει κατασκευάσει με τα απόβλητα που ρίχνει στα ποτάμια της νότιας Κορέας, εμφανίζεται καταδιώκοντας και τρώγοντας ζωντανούς τους κατοίκους της οι οποίοι προσπαθούν να κρατήσουν ακέραια την ταυτότητά τους και τον τόπο τους. Γνωρίζουν την αιτία αλλά δεν γνωρίζουν πόσο βαθιά στον κοινωνικό ιστό οι συνέπειές της έχουν επιδράσει. Και σε μια τρίτη περίπτωση στην Τουρκία το κράτος και η μαφία, για οικονομικά συμφέροντα, καταστρέφουν μια ολόκληρη περιοχή, τη μετατρέπουν σε άνυδρο τοπίο και έτσι ξεδιπλώνεται μια φιλμική αποτύπωση ενός συστημικού, οργανωμένου και ορατού, που όμως πρέπει να αποκρύπτεται συστηματικά, «εγκλήματος» ενάντια στην κοινότητα, τη φύση, τον άνθρωπο με αναφορές στο κινηματογραφικό ύφος και τον κοινωνικό σχολιασμό ενός Chinatown. Το νερό ως υπόβαθρο αυτών των τριών παντελώς διαφορετικών κινηματογραφικών ιστοριών έχει υπό αυτή την έννοια τις κοινωνικοπολιτικές του προεκτάσεις, άλλοτε πιο εμφανείς, άλλοτε πιο συγκαλυμένες.

Κι όμως. Είναι γνωστό και πασιφανές ότι η κατάσταση πάει από το κακό στο χειρότερο και προφανώς ο κινηματογράφος δεν μπορεί να κάνει τίποτε γι’ αυτό όσο πολιτικά σχολιαστικός και επικριτικός κι αν γίνει. Είναι προτιμότερο να βλέπουμε τα μέρη μας όμορφα, ζωντανά, συνταιριασμένα με τις κοινότητες, παρά ταινίες, όσο καλές κι αν είναι, που δείχνουν με οποιοδήποτε τρόπο την απώλειά τους. Το Even the Rain αδυνατεί, παρά τις όποιες ειλικρινείς προθέσεις και ευαισθησίες του, να σταματήσει το ξεπούλημα του νερού της Βολιβίας. Εφόσον υπάρχει οποιουδήποτε τύπου οικονομικό συμφέρον πάνω στη φύση, εφόσον το σύστημα θέλει να μασήσει όλες τις ελεύθερες περιοχές του πλανήτη, το αποτέλεσμα θα είναι απλώς να μαθαίνουμε, ενίοτε να οργιζόμαστε, κυρίως όμως να συνηθίζουμε ή ακόμα χειρότερα να διασκεδάζουμε το πρόβλημα ωστόσο δεν θα σταματήσει η βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη καταστροφή των τόπων και των ανθρώπων. Η τέχνη συχνά υπάρχει ως μνημόσυνο. Η υπεράσπιση της ζωής είναι, σε τελική ανάλυση, υπόθεση εξωκινηματογραφική.

*

Οικολογία και καπιταλισμός είναι έννοιες αταίριαστες και ασυμβίβαστες. Τα εμφανή αποτυπώματα της κυριαρχίας του κέρδους επικυρώνουν αυτή την άποψη. Εκεί ακριβώς, παραμένοντας μια καλλιτεχνική μεταφορά, γεννήθηκε το τέρας του Bong Joon Ho που βγαίνει να κατασπαράξει τα πάντα σαν σε μια μανιασμένη εκδίκηση.

Εκατομμύρια παιδιά δεν έχουν καμία απολύτως πρόσβαση στο νερό. Οι πηγές είναι στόχος. Εκατοντάδες βόμβες τις εξαϋλώνουν πριν εξαγοραστούν για να αρχίσει η οικολογική εμφιάλωση για πώληση σε χώρες με απόλυτη επάρκεια σε αυτό. Ο παραγωγός προβλήματος δεν παράγει λύσεις, εκτός κι αν θέλει να τις πουλήσει.

Ο Χρήστος Σκυλλάκος είναι κριτικός και θεωρητικός κινηματογράφου, φωτογράφος, εικαστικός, επιμελητής εκδόσεων και εισηγητής σεμιναρίων θεωρίας & ιστορίας κινηματογράφου. Αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και μέλος της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Κριτικών Κινηματογράφου (FIPRESCI) και του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδας (ΕΕΤΕ). Γεννημένος το 1984 σπούδασε Νομική.