Το Παζλ και η Βία ως Πρόσχημα

Στην εποχή του υπαρκτού σουρεαλισμού: Να ενώσουμε τα κομμάτια;

| 19/07/2014

Λέξεις και εικόνες ασύνδετες. «Γεγονότα» φαινομενικά αταίριαστα. Μια σφαίρα «πληροφορίας» που συνεχώς αναζωπυρώνεται. Όλο και κάτι θα ξεφύγει την ώρα που ενώνονται σκόρπιες σκέψεις και γράφονται αυτές οι σειρές. Ας κάνουμε ένα – ομολογουμένως ακραίο για το πολιτικό και μιντιακό comme il faut- νοητικό πείραμα. Να ενώσουμε τα κομμάτια του παζλ που συνδέει την ανάγκη ύπαρξης φυλακών ειδικού τύπου με κρατούμενους «ειδικού τύπου» που δεν πρέπει να αποδράσουν, γιατί αν αυτό συμβεί μπορεί να δημιουργήσουν ένα «λαό-τρομοκράτη» που μάχεται ένα «νόμιμο κράτος», το οποίο μπορεί να παίρνει όποια μορφή θέλει ακόμη και αυτή της φασιστικής συνεργασίας ή ηγεμονίας. Ακραίο όντως;

Ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ έγραψε πως «Από το σοβαρό στο γελοίο, η απόσταση είναι μικρή. Από το γελοίο όμως στο σοβαρό, η απόσταση είναι τεράστια». Ποιο το «γελοίο» και ποιο το «σοβαρό» όμως; Σίγουρα «γελοία» δεν είναι η εικόνα διαμελισμένων πτωμάτων στη λωρίδα της Γάζας, υπό το βλέμμα Ισραηλινών που σχεδόν εκστασιάζονται στη θέα. «Γελοία» δεν είναι η εικόνα φασιστών να επελαύνουν στην Ουκρανία, δολοφονώντας μαζικά εν ψυχρώ. «Γελοίο» δεν είναι το στήσιμο νέων Γκουαντάναμο και Αμπού Γκράιμπ. Ούτε «σοβαρή» είναι η απόπειρα να μας πείσετε πως όλα γίνονται για την πάταξη της «τρομοκρατίας», τη διπλωματική επίλυση και τη δημοκρατική ομαλότητα ή ακόμη [!] για τον προπηλακισμό του κάθε Μαρατζίδη.

Στον πυρήνα του παζλ, η βία. Ή αυτή ως πρόσχημα; «Η βία δεν είναι έννοια παρά μόνο εν καταστάσει»,[i] μας αναφέρει ο Labica. Και το «εν καταστάσει» επιχειρείται να γίνει σαφές στην εποχή-μεταίχμιο, που ο κυρίαρχος κόσμος και οι θεσμοί του αδυνατούν να ικανοποιήσουν τις στοιχειώδεις ανάγκες αναπαραγωγής της πλειοψηφίας της κοινωνίας και να δώσουν νέο όραμα για να υπερασπιστούμε το «success story» ή «τον πάτο του βαρελιού» τους. Από το κράτος, ως άσκηση του νόμιμου δικαιώματός του, θα έλεγε ο Βέμπερ. Ακόμη και με το φασισμό στην κυβέρνησή του, ξανά. Η δημοκρατία, πανίσχυρη και χωρίς αδιέξοδα! Με νέους ορισμούς, νέα λόγια, νέες πράξεις˙ γυμνή!

Ποιος αμφισβητεί το γεγονός; Ποια διαδικασία μπορεί να αλλάξει τους ορισμούς; Ποιος επιμένει να αλλάξει τον κανόνα; Η Αριστερά; Αυτοί που επιμένουν να μιλούν στο όνομα της κοινωνικής χειραφέτησης; Μια άλλη, καθολικά ανταγωνιστική αφήγηση με λέξεις ξεχασμένες, που επιμένει να γραφτεί σ’ ένα νέο λεξικό που δεν θα έπρεπε να τις περιλαμβάνει; Πίσω από την κατασκευή που αποσπασματικά συνδέει την «τρομοκρατία» με την Παλαιστίνη και το νέο «σωφρονισμό» με το παράδειγμα της Ουκρανίας, αυτή. Η δυνατότητα. Σημείο συνάντησης των εικόνων, των λέξεων, που στον πυρήνα τους φέρουν τη βία. «Βία και αριστερά/ αριστερά και τρομοκρατία/ απεργία και ένταση/ διαδήλωση και επεισόδια». Ακόμη ακραίο;

Ας μην παίξουμε άλλο με τις λέξεις. Η ιστορία των κοινωνιών έχει δύο όψεις. Την αντίσταση στην κατεχόμενη Ελλάδα την δημιούργησε και τη γενίκευσε ο Άρης και ο ΕΛΑΣ. Τη ναζιστική σημαία, την κατέβασε από την Ακρόπολη ο Γλέζος. Απέναντι στον στρατοδίκη Παπαδόπουλο, στάθηκε ο Μπελογιάννης, η Παπά κι οι άλλοι κομμουνιστές. Για τη Χούντα και τους Ανθρωποφύλακές της, έγραψε ο Κοροβέσης. Η Ιντιφάντα στέκει και μάχεται, στη λωρίδα, δεκαετίες τώρα. Η Τσιάπας επιμένει, θρηνώντας τους Γκαλεάνο της. Κι αυτή δεν είναι μια εξιδανικευμένη αναφορά στο «αριστερό παρελθόν», σαν αυτή που θα έκανε ο Σπύρος στους Απαράδεκτους, για να «πουλήσει και μούρη». Είναι η αντιφατική ιστορία εκείνων, που με τις αδυναμίες, τα λάθη, τις Βάρκιζες αλλά και τα Βουνά τους, αποτελούν το βαθιά ριζωμένο κομμάτι των μαχών του λαού αυτού του κόσμου. Κομμάτι της ιστορίας που παλεύει να δημιουργήσει νέες εποχές και νέους τόπους, ταιριαστούς στα συλλογικά όνειρα των ανθρώπων, που αναζητούν κι επιμένουν να γράφουν, ενδεχομένως άτσαλα, την ιστορία της δικής τους, συλλογικής χειραφέτησης. Αυτή επιχειρείται να «αφοπλιστεί» μέσω του λόγου που φέρει στον πυρήνα του τη βία, που κατασκευάζει «άκρα» για να τα ταυτίσει στο μονότονα επαναλαμβανόμενο συμψηφισμό της βίας –πλην της κρατικής- την οποία μας καλεί να καταδικάσουμε˙ που συνδέει, σε ένα παζλ, «τρομοκράτες», λαούς για να αθωώσει και να νομιμοποιήσει τη νέα κρατική αφήγηση. Ο Βενιαμίν Φραγκλίνος, είπε κάποτε πως «Δημοκρατία είναι δυο λύκοι κι ένα πρόβατο που ψηφίζουν για το τι θα φάνε για βραδινό. Ελευθερία είναι ένα καλά οπλισμένο πρόβατο που αμφισβητεί το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας». Τι ειρωνεία ε;

Με ποια κριτήρια λοιπόν, κι από ποιόν άμβωνα μας μιλάτε; Πού εδράζονται τα «επιχειρήματα» και η «λογική» που καθοδηγούν τη μιντιακή κατασκευή; Στην υπεράσπιση του υπό κρίση υπαρκτού καπιταλισμού; Στην «επιστημονική» εκτίμηση περί τέλους της ιστορίας για την οποία ακόμη και οι εισηγητές της αμφιβάλλουν χρόνια μετά; Για ποιο πράγμα εν τέλει κατηγορούνται οι σύγχρονοι «Άθλιοι»; Ρητορικές ερωτήσεις. Θυμηθείτε την τελική επιλογή του Ιαβέρη.

LesMis_Moss-e1361484275626

ΥΓ: Μια γνωστή μου -στην οποία άρεσε ειδικά το υστερόγραφο ενός προηγούμενου άρθρου- με έκανε να θυμηθώ πως, όπως ακριβώς τα επιχειρήματα, έτσι και τα υστερόγραφα έχουν μια ειδική νοηματική αξία στο γραπτό λόγο. Ορισμένες τελικές παραδοχές λοιπόν: Καταδικάζω τη βία. Την κρατική βία, που ενδεικτικά μόνο στην Ελλάδα, μετρά τους νεκρούς Κουμή, Κανελοπούλου, Καλτεζά, Γρηγορόπουλο. Την παρακρατική που σκότωσε τον Λαμπράκη, τον Τεμπονέρα και τον Φύσσα, ανάμεσα σε άλλους. Τη λεκτική, τη ρατσιστική, τη σεξιστική βία, η οποία ενισχύεται με το ύφος και την ανυπαρξία επιχειρημάτων που κυριαρχούν στη δημόσια σφαίρα. Το σίγουρο είναι πως τη δυνατότητα οργάνωσης της συλλογικής χειραφέτησης της πλειοψηφίας της κοινωνίας μας, με τα μέσα που εκείνη θα επιλέξει, δεν μπορούμε να την καταδικάσουμε. Γιατί έτσι κινείται η ιστορία των κοινωνιών μας επί αιώνες και γιατί αυτή έχει όνομα και δεν είναι «βία», είναι «επανάσταση». Ο επιθετικός προσδιορισμός που θα την συνοδεύει δεν έχει κριθεί ακόμη. Να ενώσουμε τα κομμάτια; Τα δικά μας κομμάτια!


[i] Labica, G. (2014). Η βία; Ποια βία; (μτφρ.: Χ. Βαλλιάνος, Τ. Μπέτζελος). Αθήνα: Εκτός Γραμμής.