Ενα «φρούριο» της Μάχης του Στάλινγκραντ
Το έπος των υπερασπιστών του «Σπιτιού του Πάβλοφ»

Η Μάχη του Στάλινγκραντ παραμένει ένας από τους φωτεινότερους φάρους της Αντιφασιστικής Νίκης. Η στρατιωτική σημασία της για την έκβαση του πολέμου, οι σκληρές μάχες σώμα με σώμα για κάθε σπιθαμή ερειπίων, οι θρυλικές μορφές των υπερασπιστών του, όπως ο ελεύθερος σκοπευτής, Βασίλι Ζάιτσεφ, η ασύλληπτη ανατροπή της έκβασής της την στιγμή που η πόλη είχε καταληφθεί σχεδόν στο σύνολό της από τους ναζί, εκτός από μια λεπτή κλωστή ζωής μέσα από τον ποταμό Βόλγα, οι λεπτομέρειες της περικύκλωσης της ναζιστικής στρατιάς του Πάουλους και η αιχμαλωσία του, έχουν καταγραφεί λεπτομερώς στην Ιστορία, συνιστώντας έναν από τους μεγαλύτερους και διαχρονικότερους εφιάλτες των νοσταλγών του φασισμού.
Με αφορμή την χθεσινή επέτειο της νίκης του Κόκκινου Στρατού στο Στάλινγκραντ, στις 2 Φεβρουαρίου του 1943, μετά από 200 ατέλειωτες, ματωμένες μέρες και νύχτες, ας θυμηθούμε ένα από τα πλέον συγκλονιστικά έπη που γράφτηκαν σε εκείνη την υπεράνθρωπη πάλη, το κατόρθωμα μιας χούφτας μαχητών του Κόκκινου Στρατού, που κράτησαν άπαρτο το μοναδικό, ίσως, σπίτι που είχε απομείνει στοιχειωδώς όρθιο στην πόλη και το οποίο έτυχε να είναι χτισμένο στο πλέον στρατηγικό – για τους υπερασπιστές της – σημείο: Το Σπίτι του Πάβλοφ, όπως έμεινε στην ιστορία από το όνομα του πρώτου επικεφαλής των υπερασπιστών του, του λοχία, Γιάκοφ Φεντότοβιτς Πάβλοφ.
Επρόκειτο για μία τετραόροφη πολυκατοικία, με τέσσερις εισόδους, στην οδό Πενζένσκαγια 61, στην πλατεία Λένιν της πόλης. Χτίστηκε στα μέσα της 10ετίας του ‘30 από τον αρχιτέκτονα, Σεργκέι Βολοσίνοφ σε μια από τις πιο περιζήτητες συνοικίες του Στάλινγκραντ, αφού εκεί βρίσκονταν το Σπίτι των Διαβιβαστών, το Σπίτι των εργαζομένων στην Λαϊκή Επιτροπή Εσωτερικών Υποθέσεων (NKVD), το Σπίτι των Σιδηροδρομικών κ.ά.
Στο Σπίτι του Πάβλοφ ζούσαν κυρίως οικογένειες στελεχών της βαριάς βιομηχανίας. Δίπλα του είχε χτιστεί ένα ακριβές αντίγραφό του, το οποίο έμεινε επίσης στην ιστορία ως το Σπίτι του Ζαμπολότνι, από το όνομα του υπολοχαγού υπερασπιστή του. Τα δύο κτίρια θα έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην άμυνα της πόλης. Ανάμεσά τους περνούσε ένας σιδηρόδρομος προς το κτίριο του Κρατικού Μύλου Νο4, γνωστού προεπαναστατικά ως ο «μύλος Γκέρχαρντ».
Στις 27 Σεπτεμβρίου του 1942, από έναν ακόμη βομβαρδισμό της φασιστικής αεροπορίας, σκοτώνεται ο αρχιτέκτονας, Σ. Βολοσίνοφ, μαζί με την έγκυο σύζυγό του.
Την άμυνα της πλατείας και της περιοχής περιμετρικά είχε αναλάβει το 42ο Σύνταγμα Πεζικού, με διοικητή τον συνταγματάρχη, Γιέλιν, ο οποίος διέταξε να καταληφθούν τα δύο κτίρια λόγω της στρατηγικής τους σημασίας. Την κατάληψη των κτιρίων ανέλαβαν δύο ομάδες: Μία, υπό την διοίκηση του υπολοχαγού Ζαμπολότνι και μία υπό την διοίκηση του λοχία Πάβλοφ.
Οι δύο ομάδες καταφέρνουν να καταλάβουν τα κτίρια, ωστόσο, το κτίριο του Ζαμπολότνι ανατινάχθηκε μετά από γερμανική αντεπίθεση, παρασέρνοντας στον θάνατο όλους τους υπερασπιστές του.
Μία αναγνωριστική – αναχαιτιστική ομάδα στρατιωτών, αποτελούμενη μόλις από τέσσερις μαχητές υπό τον λοχία Πάβλοφ, καταφέρνουν να καταλάβουν το κτίριο που είχαν χρεωθεί και να οχυρωθούν.
Αποκρούοντας τις λυσασμένες γερμανικές αντεπιθέσεις επί τρία συνεχόμενα 24ωρα, μόνοι τους αυτοί οι τέσσερις μαχητές, στο σπίτι έφτασαν ενισχύσεις υπό τον υπολοχαγό Αθανάσιεφ, εξοπλίζοντας τους αμυνόμενους με πολυβόλα, αντιαρματικά και πυρομαχικά, ανεβάζοντας τον αριθμό των υπερασπιστών σε 31 άντρες και μετατρέποντάς το σε πραγματικό φρούριο και σημαντικό σημείο αναφοράς για την άμυνα του Συντάγματος και γενικά όλης της 13ης Μεραρχίας Πεζικού. Από εκείνη την στιγμή ο Αθανάσιεφ αναλαμβάνει και την διοίκηση της μονάδας των υπερασπιστών του σπιτιού.
Ο Βίλχελμ Ανταμ, συνταγματάρχης της Βέρμαχτ το 1942, αναφέρει στα απομνημονεύματά του μία μαρτυρία του συνταγματάρχη, Ρόσκε, σύμφωνα με την οποία, ενώ τα γερμανικά τμήματα ανακατέλαβαν το ισόγειο του κτιρίου, δεν μπόρεσαν να το καταλάβουν ποτέ ολοκληρωτικά. Για τους ναζί παρέμεινε μυστήριο το πώς οργανώθηκε τέτοια άμυνα σε όλο το μήκος των επάνω ορόφων.
Οι Γερμανοί επιτίθονταν στο κτίριο καθημερινά και πολλές φορές μέσα στην μέρα. ‘Οποτε οι στρατιώτες ή τα τεθωρακισμένα πλησίαζαν το σπίτι, ο Αθανάσιεφ και οι μαχητές του «υποδέχονταν» τους ναζί με μια κόλαση φωτιάς από κάθε μεριά του κτιρίου, τα υπόγεια, τα παράθυρα και την στέγη.
Ολο αυτό το διάστημα, δηλαδή από τις 23 Σεπτεμβρίου μέχρι και τις 25 Νοεμβρίου του 1942, στα υπόγεια υπήρχαν άμαχοι, μέχρι και την αντεπίθεση του Κόκκινου Στρατού.
Από τους 31 υπερασπιστές του Σπιτιού του Πάβλοφ, σκοτώθηκαν τρεις: Ο υπολοχαγός, Α. Τσερνισένκο, ο λοχίας, Ι. Χαϊτ και ο στρατιώτης, Ι. Σβίριν. Οι Πάβλοφ και Αθανάσιεφ τραυματίστηκαν αλλά επέζησαν.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι η ομάδα των αμυνόμενων αποτελούνταν από εννέα διαφορετικές εθνικότητες των λαών της ΕΣΣΔ, τους οποίους ένωσε η πάλη για την υπεράπσιση της σοσιαλιστικής πατρίδας και το μίσος ενάντια στον φασίστα κατακτητή.
Επί 58 μερόνυχτα το Σπίτι του Πάβλοφ άντεξε τις γερμανικές επιθέσεις, με τον φασιστικό στρατό να μην μπορέσει ποτέ να το ανακαταλάβει. Οι απώλειες των ναζί ήταν τεράστιες, αν και ούτε οι γερμανικές, ούτε οι σοβιετικές πηγές μπορούν να τις προσδιορίσουν με ακρίβεια. Με πικρό χιούμορ, ο στρατάρχης, Β. Τσουικόφ, στα απομνημονεύματά του αναφέρει, ότι «εκείνη η μικρή ομάδα, υπερασπιζόμενη ένα σπίτι, εξόντωσε περισσότερους εχθρούς, από όσους έχασαν οι χιτλερικοί για την κατάληψη του Παρισιού».
Για την ιστορία να θυμίσουμε ότι οι ναζί μπήκαν στο Παρίσι στις 14 Ιουνίου του 1940, δίχως να συναντήσουν την παραμικρή αντίσταση και δίχως να χάσουν ούτε έναν στρατιώτη για την κατάληψη της πόλης.
Και κάτι τελευταίο: Στους επιχειρησιακούς χάρτες του επιτελείου του στρατάρχη Πάουλους που βρήκαν οι Σοβιετικοί μετά την παράδοσή του, το Σπίτι του Πάβλοφ χαρακτηριζόταν ως «φρούριο»…