Τρεις ξεχωριστές ποιητικές συλλογές

| 15/07/2019

Η αυγή της ανθρωπότητας ξημερώνει κάθε μέρα στη λευκή σελίδα του ποιητή. Η ανατολή του ήλιου ένα «κλικ» μακριά, η δύση ένα άηχο «delete» και το βλέμμα που γίνεται χαρτί για τη σιωπή, σημείο κοσμογονίας και καταστροφής. Σε χρόνο παρελθόντα, μα με τα φωνήεντα να αιωρούνται στο μέλλον και την καυτή βροχή να τα λιώνει, το λευκό ανοίγει τα μάτια και πιάνεται από την οξείδωση που χαράζει το σύμπαν και το σώμα του χρόνου. Κι αν πάρεις το χέρι σου και το πληκτρολόγιο και ξύσεις τη σκουριά θα ακούσεις και θα δεις έναν οργανισμό να αναπνέει και να μην κοιμάται ποτέ. Θα δεις την ενσάρκωση της αντίφασης που ζει μέσα στους ανθρώπους, την αντίφαση που είναι οι άνθρωποι. Κι αν θες να αποφύγεις τα τετριμμένα και η αυγή να σε βρει αναπάντεχα μη σκέφτεται «διττός/η», «δυϊσμός», «καλό-κακό», τότε βρες τους κινηματογραφικούς ήρωες που ζουν μέσα σου και βγάλε τους από την πρόβα, στείλε τους στην απάτητη κορυφή και άσε τους να κάνουν, μόνοι, την κατάβαση. Ο,τι δεις και καταγράψεις θα είναι οι «Οι γεωγραφίες των Φριτς και των Λανγκ» (Εκδόσεις Εκάτη).

Ο Θωμάς Τσαλαπάτης στην τρίτη ποιητική συλλογή. Στο τρίτο βήμα που είναι και το πιο αποφασιστικό, το πιο σίγουρο, το πιο ηχηρό, βήμα-παρέμβαση και δήλωση. Δήλωση πως από το μηδέν μπορείς να φτιάξεις τα πάντα, νέο κόσμο και να τον αφήσεις σε ένα καρουσέλ που δεν σταματά και όσο γυρνά αλλάζει ο κόσμος και το σκηνικό, όσο ξεφυλλίζεις τις σελίδες του ανακαλύπτεις τις γεωγραφίες, τα σημεία στον ορίζοντα που ενώνονται και εξακτινώνονται. Με τους Φριτς και Λανγκ ο Τσαλαπάτης δείχνει τι μπορεί να κάνει και τι θέλει. Δείχνει ότι μπορεί να γίνει οξυδερκής παρατηρητής της αναπόφευκτης εξωτερικής αλλαγής και ανθεκτικός μεσάζων στα μηνύματα της ψυχής προς το σώμα και τη φύση.

Η ποιητική περσόνα γίνεται κομμάτια, κινείται σε σουρεάλ μονοπάτια και με πρώτες εικόνες αυτές του Λέο Καράξ και του Ζωρζ Μελιές προχωρά. Κινείται σε μαύρους δρόμους, βλέπει το φασματικό μας είδωλο σε τοπίο φτιαγμένα από το χέρι του Αντονιόνι και γράφει για τον άνθρωπο-αντικείμενο, για το άψυχο που δίνει ζωή στο έμψυχο, για τον μονόλιθο του Κιούμπρικ που δεν είναι χαμένος στο διάστημα. Όταν έρχεται η αποφασιστική ώρα παίρνει λίγα πράγματα και τη φαντασία του και προχωρά. Εισέρχεται στον πόλεμο –όλα είναι πόλεμος- κυνικός και με το πνεύμα των αδερφών Μαρξ. Οι Φριτς και Λανγκ κάνουν το αδύνατο δυνατό, σαν από μηχανής θεοί, και θα ναι αυτοί, που στις εκβολές ενός ποταμού που δεν σταματά να κυλά, που θα δουν τα πουλιά να αγκαλιάζουν τη ζωή και να πετάνε μαζί της, είτε ψηλά, είτε στις εκβολές του Άδη.

Θωμάς Τσαλαπάτης, “Οι γεωγραφίες των Φριτς και των Λανγκ” (Εκδ. Εκάτη)


“Το μήνυμα θα αυτοκαστραφεί σε πέντε δευτερόλεπτα” και ο ποιητής πρέπει σε αυτό το διάστημα να απομακρυνθεί. Επικίνδυνες αποστολές; Γιατί όχι; Η ποίηση συμβαίνει, έτσι απλά και ο ποιητής εν μέσω καταιγίδων, απέραντων επαναλαμβανόμενων μοτίβων, ατελείωτης αναμονής, καλοκαιριών που δεν δύουν και προσδοκιών που πάντα ανθίζουν, έρχεται, στέκεται και φεύγει. Οταν ο κόσμος καταστρέφεται, όταν το ποίημα διαλύεται, ο ποιητής μαζεύει τα κομμάτια και επαναλαμβάνει τη διαδικασία, χωρίς αρχή και τέλος. Κάπου στον κόσμο, κάπου στον χώρο και στον χρόνο. Οταν το ποίημα συμβαίνει, για τον ποιητή είναι σαν να μην έχει συμβεί, διότι ο δημιουργός δεν έχει θέση στο δημιούργημα του και το δημιούργημα είναι το κομμάτι του κόσμου που δεν βλέπουμε. Η αποκάλυψη του παρατείνει τους αντικατοπτρισμούς που τόσο έχουμε ανάγκη. Σαν το “Φτηνό κρεβάτι” (Εκδόσεις Πόλις) του Δημήτρη Αθηνάκη.

Σε αυτό το πνεύμα, το ανάλαφρο, που σηκώνει το βάρος κάθε λέξης και κάνει τον ποιητικό λόγο κρυστάλλινο, νερό που γιατρεύει πληγές ψυχής και δροσίζει πνεύμα και σώμα. Σαν την απρόσμενη μπόρα είναι τα ποιήματα του Αθηνάκη. Μόνο που δεν ενοχλούν, αλλά είναι απαραίτητο συνοδευτικό όταν κοιτάς έξω από το παράθυρο σε μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα. Και ενώ δεν βλέπεις καταπράσινα λιβάδια, ούτε γαλαζοπράσινα νερά, παρά μόνο πολυκατοικίες και κεραίες, μπουγάδες και σκουπίδια, νιώθεις το αεράκι που έρχεται από μακριά και νιώθεις ότι τίποτα άλλο δεν έχει σημασία. Αυτή την αίσθηση ελευθερίας και ξενοιασιάς σου δίνουν τα ποιήματα του Αθηνάκη και η ομολογία στο τέλος της συλλογής δείχνει ότι έχει καταλάβει πολύ καλά τον ρόλο του και τον ρόλος της ποίησης:

Και έτσι όπως ήρθα

στη μέση μιας ακόμη αποστολής

 

}λες και δε συνέβη αυτό το ποίημα{

θα φύγω

Η τέταρτη ποιητική συλλογή του Αθηνάκη λειτουργεί με τη λογική του “ξεφλουδίζω-αποκαλύπτω” και είναι εγχείρημα που φτιάξαμε όλοι μαζί.

Δημήτρης Αθηνάκης “Φτηνό κρεβάτι” (Εκδ. Πόλις)


Οταν βλέπεις σύννεφα στο νερό κάτι καλό συμβαίνει. Η ανεξήγητη πορεία που ακολουθείς και δεν γνωρίζεις από πού ξεκινά, σου αποκαλύπτεται. Σαν να ευθυγραμμίζεται ήλιος, νερό και ανθρώπινη μεσολάβηση. Είναι η στιγμή που καθρεφτίζεται ο χρόνος και αν σταθείς πάνω από το νερό, κάτω από τα σύννεφα, θα δεις ό,τι έγινε και έφτιαξε τον υγρό άγραφο πίνακα. Θα δεις τις διαθλάσεις, τα περασμένα είδωλα του προσωπικού σου χρόνου, θα τα δεις να στέκονται για λίγο και να φεύγουν, να δημιουργούν πολύχρωμες τρύπες πάνω στο νερό και ύστερα να ανεβαίνουν στα σύννεφα για να επιστρέψουν… Ο άνθρωπος που θα βρεθεί εκεί και θα γίνει μάρτυρας του φαινομένου θα πρέπει να πάρει τη γραμμή του νερού και το “χαρτί” του σύννεφου και να τα ακουμπήσει στη λευκή σελίδα. Η Νεκταρία Μενδρινού αφηγείται και “αντιγράφει” τα λόγια του σύννεφου, τα λόγια του νερού…

Τα “Σύννεφα στο νερό” (Εκδ. Μελάνι) είναι η τρίτη συλλογή της. Η Μενδρινού παίρνει την πρώτη ύλη, την εικόνα-είσοδο που της δίνει το σύννεφο στο νερό και βουτά στα καθαρά νερά της μνήμης. Δίχως φόβο και πάθος, απλά με την ανάγκη να πει και να θυμηθεί μαζί μας. Αμεσα και με συναισθηματισμό που δεν ξεφεύγει, μας οδηγεί στις στάσεις του χρόνου που επιλέγει ή την επιλέγουν. Το τελικό αποτέλεσμα διαθέτει την αντοχή του χρόνου  και μένει σε όσους το διαβάζουν.

Τα συναισθήματα που συγκρούονται, γίνονται εύπλαστη ύλη και μπλέκονται αρμονικά στην πορεία του χρόνου. Η Μενδρινού υποδέχεται το παρελθόν και τις ανθρώπινες σχέσεις σε ατμόσφαιρα νουαρ, ρομάντζου (Χρόνος), σε συνθήκες σταθερές (Περί τέχνης), “ρουφά” τα χρώματα του χρόνου (Κόρη), βρίσκει τον πατέρα (Τραγούδια), φτάνει στα παιδικά χρόνια, τα ανεξίτηλα (Παιδική ανάμνηση). Ο χρόνος που συνδέει τις σιωπές (Σιωπώντας) και στέκει με σεβασμό μπροστά στις αλλαγές φωτός-σκιάς, στην αμφισημία της εικόνας, στο εύθραυστο της καθημερινότητας, της μοναξιάς (Πορσελάνη). Η Μενδρινού “δανείζεται” τη θέση του σύννεφου και μας δίνει εικόνες από ψηλά (Ερωτευμένος), ενώ δεν σταματά να ακούει  τις φωνές του χρόνου (Επιστροφή). Τα “Σύννεφα στο νερό” χαρακτηρίζονται από την καθαρότητα του λόγου και την επίμονη, στοχαστική ματιά πάνω στο πέρασμα του χρόνου.

Νεκταρία Μενδρινού, “Σύννεφα στο νερό” (Εκδ. Μελάνι)

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε αθλητική δημοσιογραφία και παρά την αγάπη και την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, συνεχίζει να ασχολείται με το αθλητικό ρεπορτάζ. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνοντας βιβλιοπαρουσιάσεις