«Χρονοκαταφύγιο», του Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ
Αυτό που περνά και δεν χάνεται
Διαβάζεις το «Χρονοκαταφύγιο» (Εκδόσεις Ίκαρος) και καταλαβαίνεις τι θέλει να πετύχει κάθε καλλιτέχνης, τι επιδιώκει, τι προσδοκά, τι εύχεται, τι κρύβει βαθιά μέσα στην ψυχή του. Το τολμηρό, προκλητικό, συμπέρασμα βασίζεται στην καλά κρυμμένη εικόνα που φέρνει στο φως ο Γκοσποντίνοφ, την εικόνα του παγωμένου χρόνου! Ο βούλγαρος συγγραφέας ξέρει ότι υπάρχει κάτι που περνά και δεν χάνεται, αφήνει ίχνη ανεξίτηλα, μονοπάτια οριστικά που οδηγούν σε εισόδους-εξόδους αξέχαστες. Υπάρχει κάτι χαραγμένο βαθιά μέσα μας, κάτι που ρίζωσε ανάμεσα σ’ ένα παιδικό χαμόγελο, μια τρυφερή αγκαλιά κι έναν θάνατο που πάντα επιστρέφει. Το οπτικό ερέθισμα του χρόνου δεν εξωτερικεύεται, μέσα μας γράφει και αναπτύσσεται και ποτέ δεν σβήνει. Εκεί ακριβώς επεμβαίνει ο Γκοσποντίνοφ και του δίνει εικόνα και πάνω απ’ όλα κατεύθυνση. Πώς, λοιπόν, να μην εκφράζει κάθε καλλιτέχνη; Η έννοια του χρόνου απασχολεί κάθε δημιουργό και δεν είναι μόνο η μορφή, είναι κυρίως η πορεία που αυτός παίρνει και δίνει. Στο μυθιστόρημα του Γκοσποντίνοφ, το σχήμα και η κίνηση του χρόνου ορίζουν τα πάντα και μας δίνουν μια καταπληκτική ιστορία. Κι αν θέλετε να βρείτε κινηματογραφικό ισοδύναμο, στις ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου θα το βρείτε. Το «Χρονοκαταφύγιο» είναι αυτό ακριβώς που δηλώνει και στον κόσμο του θα σας βάλουμε.
Πρώτη εικόνα. Ανεπεξέργαστη (σχεδόν). Φτάνουμε στη σελίδα 171 και διαβάζουμε: Μύγα και έθνος, ιδού ένα σοβαρό θέμα. Στο πλαίσιο του ιστορικού ή φυσικού χρόνου το έθνος δεν είναι παρά ένας κόκκος άμμου, ένα μικροσκοπικό κομματάκι στο ρολόι της εξέλιξης, πολύ πιο προσωρινό από τη μύγα. Σε κάθε περίπτωση, η μύγα υπερτερεί στον χρόνο κατά εκατοντάδες ή και χιλιάδες φορές του φαινομένου του έθνους. Ποιος θα ήταν ο Χόμο νατσιοναλίστικους, αν μπορούσε να ενταχθεί στην ταξινόμηση των ζωντανών οργανισμών; […] Από πού προερχόμαστε; Από τη μύγα. Και πού φτάσαμε; Στο τέρας του εθνικισμού.
Εντάξει, το μόνο που μπορείς να προσφέρεις ως αντίδραση σε αυτό είναι σκόρπιες εκτιμήσεις και αυθόρμητα, απόλυτα, συμπεράσματα. Εντυπωσιακό, σοβαρό, αδιανόητο και αληθινά ακραίο. Η έννοια της ύπαρξης και της θέσης της στο χρόνο σε λίγες γραμμές. Σκεφτείτε και τα διαχρονικά ερωτήματα τύπου ποιοι είμαστε; Πού πάμε και θα καταλάβετε πόσο καλό είναι το βιβλίο του Γκοσποντίνοφ. Ε, κάπου εκεί, ανάμεσα στη μύγα και στο έθνος, χωρούν όλες οι απροσδιόριστες χρονικές στγιμές.
Δεύτερη εικόνα. Ο θεμέλιος λίθος του μυθιστορήματος. Πάμε στη σελίδα 126 και διαβάζουμε: Αυτός στρέφεται πολύ αργά προς το μέρος μου. Με κοιτάζει, δεν είμαι σίγουρος τι βλέπει, τι τρέχει στη σβησμένη του μνήμη. Έχουν περάσει 40 χρόνια από τότε που βλέπαμε μαζί εκείνο το ματς. Αν δεν υπάρχω στη μνήμη του, υπάρχω γενικώς;
Η μνήμη, αυτή είναι η λέξη-κλειδί, αυτή που εξηγεί την πρόθεση του συγγραφέα και τη δομή του έργου. Ο αφηγητής συναντά τον Γκαουστίν, έναν περιπλανώμενο στον χρόνο ταξιδιώτη, που έχει αποσυνδέσει τη ζωή του από τη σύγχρονη πραγματικότητα και έχει δημιουργήσει την «κλινική για το παρελθόν». Πρόκειται για ένα ίδρυμα που προσφέρει μια πρωτότυπη θεραπεία για τους πάσχοντες από Αλτσχάιμερ: κάθε όροφος αναπαράγει λεπτομερώς μια δεκαετία του περασμένου αιώνα. Οι αναμνήσεις ξεκλειδώνουν και οι παλιοί κόσμοι αναβιώνουν, οι νέοι αναδιατάσσονται και όλα αποκτούν τις διαστάσεις που τους αναλογούν. Ο συγγραφέας, ευρηματικός, ειρωνικός και με νοσταλγικό ύφος, διερευνά το παρελθόν και στις εικόνες που αφήνει το ερέθισμα του χρόνου συνθέτει ένα πρωτότυπο και πραγματικά αξέχαστο μυθιστόρημα. Το μεταφραστικό έργο της Αλεξάνδρας Ιωαννίδου δεν ήταν εύκολο, αλλά το αποτέλεσμα τη δικαιώνει.