Όταν ο Μαρξ συνάντησε τον Ένγκελς

«Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω» από τον κόσμο και κινηματογραφικά

| 09/11/2017

Ας σχολιάσουμε τάχιστα την τακτική των εταιριών διανομής λιγάκι γιατί έχει κάποιο ενδιαφέρον. Από την μία φέρνουν στις ελληνικές αίθουσες μια ταινία που ζωντανεύει κινηματογραφικά – για πρώτη ίσως φορά – δυο από τις πιο καθοριστικές προσωπικότητες της ιστορίας, τους ιδρυτές της πιο σύγχρονης κοσμοθεωρίας και μεθοδολογίας του σύγχρονου κόσμου που άλλαξε τον ρου της ιστορίας, του μαρξισμού (που ο Ένγκελς επέμεινε να της δοθεί το όνομα του φίλου και συνεργάτη του γιατί όπως διασαφήνιζε «ο Μαρξ ήταν μεγαλοφυΐα, εμείς οι άλλοι το πολύ – πολύ να είμαστε ταλέντα. Χωρίς αυτόν η θεωρία δεν θα ήταν σήμερα καθόλου αυτή που είναι. Γι’ αυτό δίκαια φέρνει το όνομά του») και από την άλλη την προωθούν διαφημιστικά εδώ και εκεί χρησιμοποιώντας λόγια του ίδιου του Μαρξ να δηλώνει πως «δεν είμαι μαρξιστής» – και πράγματι το δήλωνε αυτό καθώς απαντούσε στη δογματική χρήση του όρου από διάφορους πολιτικά «παρατρεχάμενους» – και κάθεσαι και απορείς. Μια απορία επίπλαστη, σαφώς. Άλλωστε κάθε τι που αποκόπτεται αυθαίρετα από ένα σύνολο είναι μια πασίγνωστη μεθοδολογική απόπειρα συσκότισης και θόλωσης. Όσο αφορά το συγκεκριμένο promotion είναι μια πολιτική απόπειρα αποπολιτικοποίησης σε τελική ανάλυση του… Μαρξ που επιβεβαιώνει κάποιες μύχιες (και αστείες) προσδοκίες και ταυτόχρονα καμιά καινοτομία. Από την πρώτη στιγμή που αυτοί οι δυο κύριοι μίλησαν, έγραψαν και υπήρξαν… το όλο δομημένο σύστημα συνταράχθηκε τρομοκρατημένο. Γι’ αυτό και η βιομηχανία του κινηματογράφου ποτέ δεν τους έπιασε στη κάμερα τους.

Και όμως έγινε κι αυτό και η ταινία που φέρει το όνομα του (“Le Jeune Karl Marx”, είναι ο πρωτότυπος τίτλος) ξεκινά με μια οικονομική ανάλυση και μια πολιτική τοποθέτηση που αποκαλούμε – θέλοντας και μη εδώ και διακόσια χρόνια – «μαρξισμό» δίνοντας μας μια μίνι περίληψη του «Κεφαλαίου» σε πέντε έξι πλάνα. Δεν βλέπουμε συχνά είναι αλήθεια μια τάχιστη και στοχευμένη αναπαράσταση του τι σημαίνει «εκμετάλλευση», τι «ιδιοκτησία», τι «σχέσεις παραγωγής» και τι «ταξική πάλη». Σαφώς, λοιπόν, ο Raoul Peck – ο μαύρος σκηνοθέτης από την Αϊτή και του σπουδαίου εκτός των άλλων ντοκιμαντέρ «I’ m not your negro» – όχι δεν έχει κανένα πρόβλημα με τον μαρξισμό μα ίσα ίσα που έβαλε στόχο την ανάδειξη του.

image

Η ταινία βγάζει τον Μαρξ και τον Ένγκελς από τα κάδρα. Εξανθρωπίζει τα αγάλματα τους. Ζωντανεύει τα ονόματα πάνω στα τυπωμένα κείμενα τους. Τους αποκλείει από τον χρόνιο στιγματισμό τους ως απομονωμένους γραφιάδες. Τους δηλώνει όπως πρέπει: υπαρκτούς και οικείους ανθρώπους. Ανθρώπους παθιασμένους να βρούνε την αλήθεια πίσω από όλα τα φαινόμενα, δραστήριους νέους που υπερασπίζονται με κάθε τρόπο τους αδικημένους, επαναστάτες της πιο υψηλής κλίμακας της ανθρώπινης σκέψης, καταδιωκόμενους εξεγερμένους που αναποδογύρισαν το ό,τι ως σήμερα καθορισμένο. Στην οικονομία, την ηθική, τις φυσικές και κοινωνικές επιστήμες, την πολιτική. Εγείρει την υπόσταση τους σε φυσική κλίμακα. Ανθρώπους με σάρκα και οστά και με μυαλό χιλιάδων μεγατόνων διαλεκτικής και συνθετικής σκέψης. «Γιατί ο Μαρξ ήταν προπάντων επαναστάτης. Ο πραγματικός σκοπός της ζωής του ήταν να βοηθήσει με έναν οποιοδήποτε τρόπο στην ανατροπή της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας και των κρατικών θεσμών που έχει δημιουργήσει, να πάρει μέρος στην απελευθέρωση του σύγχρονου προλεταριάτου, που αυτός του έδωσε για πρώτη φορά τη συνείδηση της θέσης του και των αναγκών του, τη συνείδηση των όρων της χειραφέτησής του.» θα δηλώσει ο Ένγκελς στον επικήδειο λόγο του συντρόφου του. Και ένας επαναστάτης κατακτά αυτή την ιδιότητα μονάχα σε συγχρωτισμό με τους ανθρώπους. Γι’ αυτό και οι δυο τούτοι κύριοι τρώνε, πίνουν, ξενυχτάνε, παίζουν σκάκι, χαμογελούν και γελάνε, αγαπάνε, ερωτεύονται, χτυπιούνται και κυνηγιούνται από τα όργανα καταστολής, συλλαμβάνονται και απελαύνονται και ζούνε όλη την απελευθερωτική αντιμπουρζουά ηθική ουσία του μαρξισμού πριν ακόμη την χρήση αυτού του δόκιμου όρου. Πλάι στον Μαρξ η γυναίκα του Τζέννυ και δίπλα στον Ένγκελς η Μαίρη, ιρλανδή εργάτρια και επαναστάτρια που ήταν η σύντροφος του – οι δυο τους αντέδρασαν έμπρακτα στον αστικό θεσμό του γάμου (στα μέσα του 19ου αιώνα!) και δεν παντρεύτηκαν ποτέ –.

the-young-karl-marx-2017_0004

Η ταινία είναι περιεκτική και απλή ταυτόχρονα. Κατανοητή, αφηγηματικά συμβατική, καθόλου περιττή, υποκριτικά γεμάτη, ευχάριστη και σοβαρή και κυρίως ξεκάθαρα πολιτική. Παραδίνεται για άμεση πρόσληψη, κατανόηση και χρήση της από το κοινό. Ως φόρος τιμής στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο». Αυτό ακριβώς θέλει να υπογραμμίσει άλλωστε και τα καταφέρνει σε κάθε τομέα. Δίχως να εμμένει σε μια αποστασιοποιημένη βιογραφική αναπαράσταση των δυο προσωπικοτήτων, προσπαθεί να επαναφέρει τη συζήτηση και το ενδιαφέρον γύρω από την πάλη των ιδεών στο σύγχρονο κόσμο της ιδεολογικής ανεπάρκειας και σύγχυσης, όπου εκτιμάμε με τέτοια άγνοια και υπεροψία τον μικρόκοσμο μας σαν να είναι κάποιο ιστορικής κλίμακας γεγονός. Βολικότατος συμβιβασμός. Και εκεί ήταν που άλλοτε ο Μαρξ και ο Ένγκελς τοποθέτησαν φυτίλι στις καθεστηκυίες ιδέες των ανθρώπων και θέσανε σε πλήρη αμφισβήτηση το οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό σύστημα. Αποδιώχνοντας από πάνω τους την «ρετσινιά» της ακαδημαϊκής ασάφειας και της γραφιάδικης ναφθαλίνης μετατράπηκαν σε ιδιοφυείς εμπρηστές του ολικού μπουρλότου του παλιού και της δημιουργίας του νέου, με όνομα και υπογραφή. Η ταινία λοιπόν επαναφέρει με καμάρι το συνεχιζόμενα υπαρκτό «φάντασμα που πλανιέται πάνω από» όλο τον κόσμο.

9 Νοέμβρη σήμερα που βγαίνει η ταινία στις αίθουσες. 100 ακριβώς χρόνια από την μέρα που «οι προλετάριοι δεν είχαν να χάσουν τίποτε άλλο, εκτός από τις αλυσίδες τους»…

Ο Χρήστος Σκυλλάκος είναι κριτικός και θεωρητικός κινηματογράφου, φωτογράφος, εικαστικός, επιμελητής εκδόσεων και εισηγητής σεμιναρίων θεωρίας & ιστορίας κινηματογράφου. Αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και μέλος της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Κριτικών Κινηματογράφου (FIPRESCI) και του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδας (ΕΕΤΕ). Γεννημένος το 1984 σπούδασε Νομική.