​​Ο Ήχος των Πραγμάτων όταν Πέφτουν, Juan Gabriel Vaskez

Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης, Εκδόσεις Ίκαρος

| 02/04/2015

ο ηχος των πραγματων​​Ο Ήχος των Πραγμάτων όταν Πέφτουν, Juan Gabriel Vasquez, Μετ: Αχιλλέας Κυριακίδης, Εκδ. Ίκαρος

Ήδη με τέσσερα μυθιστορήματα στο ενεργητικό του και αρκετά βραβεία, ο Κολομβιανός Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες κυκλοφορεί ένα πέμπτο, με τον εμφαντικό τίτλο για τον ήχο των πραγμάτων όταν πέφτουν, όπου τα πάντα περιστρέφονται γύρω από την πτώση ενός αεροπλάνου έξω από την Μπογκοτά στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Με αφορμή αυτό και μαζί με την δολοφονία ενός μοναχικού μπιλιαδόρου και πρώην πιλότου, του Ρικάρδο Λαβέρδε, ο νεαρός καθηγητής τής Νομικής Αντόνιο Γιαμάρα ανακαλύπτει χωρίς καν να το συνειδητοποιεί, στην αρχή, το κοινωνικό-πολιτικό παρασκήνιο του ’60 και ’70, όπου στήθηκαν οι βάσεις για τον εφιάλτη της εμπορίας ναρκωτικών στην Κολομβία. Τότε που η άνοδος του βασιλιά της κοκαΐνης Πάμπλο Εσκομπάρ προκαλούσε ρίγη φόβου αλλά και θαυμασμού.

Είναι, βέβαια, η δεκαετία ’82-’92 που κορυφώνεται η κυριαρχία του γνωστού καρτέλ του Μεντεγίν και ο ακήρυχτος εμφύλιος ανάμεσα στους εμπόρους ναρκωτικών και στην κυβέρνηση της Κολομβίας, και σε αυτό  είναι που αναφέρεται ο σαραντάχρονος Βάσκεζ καθώς περιγράφει εικόνες και συναισθήματα εκείνης της εποχής.

Η αφήγηση ξεκινά από το 2009 και πηγαίνει πίσω στις αρχές του ’70 και από εκεί κάνει διαρκώς άλματα στο παρόν και στο παρελθόν. Ο συγγραφέας δεν ακολουθεί την παράδοση του μαγικού ρεαλισμού του συμπατριώτη του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες και χωρίς το βιβλίο να πρόσκειται στην άλλη σχολή των νάρκο-νόβελ δανείζεται κάποια στοιχεία από  αυτήν.

Κοινωνικό μυθιστόρημα με έντονα υπαρξιακή ατμόσφαιρα, θυμίζει Γκράχαμ Γκριν και συνάμα Τζότζεφ Κόνραντ. Δεν πολιτικολογεί παρά υποβάλλει το θέμα του υπογείως καθιστώντας τους ήρωες θύματα και θύτες της μοίρας τους και των άλλων.

Ο κεντρικός χαρακτήρας του, Αντόνιο Γιαμάρα, επιδιώκει να μάθει γιατί δολοφόνησαν τον φίλο του Λαβάρδε τραυματίζοντας και τον ίδιον σοβαρά. Η κοινωνία της Κολομβίας, η ζωή στην Μπογκοτά, περιγράφεται αδρά τονίζοντας όλα εκείνα τα στοιχεία που βοηθούν τον αναγνώστη να νιώσει από μόνος του την κόλαση στην οποία, με δική τους θέληση, εισέρχονται οι ήρωες. Σιγά αλλά σταθερά καθώς διατρέχουμε τις σελίδες σχηματίζεται ο χάρτης των ανθρωπίνων καταστάσεων, τα μεγάλα ψυχολογικά τραύματα της σύγκρουσης ναρκεμπόρων και κράτους. Ταυτόχρονα, αναφέρεται στην πολιτική των ΗΠΑ εκείνης της περιόδου με την γνωστή «Συμμαχία για την Πρόοδο» (Alliance for Progress), που συνέστησε με χώρες της Λατινικής Αμερικής για να ενισχυθούν οι οικονομικοί και πολιτιστικοί δεσμοί τους και που μετατράπηκε  σε προστάτη στρατιωτικών δικτατοριών και αντικομουνιστικών οργανώσεων. Γράφει για το εθελοντικό σώμα αποφοίτων των αμερικάνικων πανεπιστημίων, το Peace Corps, στελεχωμένο από πρώην ακτιβιστές που διαδήλωναν ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ -εξού και το τραγούδι του Frank Zappa, “Who needs the Peace Corps/ we’re only in it for the money ”, στο οποίο γίνεται κάνει εκτενή αναφορά.

Οι γκρίνγκος, όντες αρωγοί στο ντόπιο φτωχό πληθυσμό για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού και των διαφόρων μαζικών ασθενειών, παρέχουν τεχνογνωσία και εργατικά χέρια σε κοινωφελή έργα και ταυτόχρονα μαθαίνουν τους χωρικούς την καλλιέργεια μαριχουάνας και πώς να επεξεργάζονται την κοκαΐνη. Είναι οι ίδιοι που καταλήγουν μεσολαβητές του Εσκομπάρ και επακόλουθα οργανωτές προώθησης  ναρκωτικών στις ΗΠΑ και τις διεθνείς αγορές. Αυτοί στρατολογούν χιλιάδες ντόπιους διακινητές οι περισσότεροι των οποίων καταλήγουν σε πολύχρονες καταδίκες στις φυλακές των ΗΠΑ, όπως συνέβηκε και με τον Λαβέρδε. Ξετυλίγοντας το κουβάρι των γεγονότων, ο νιόπαντρος  Αντόνιο συναντά την κόρη του χαμένου φίλου του Μάγια Φριτς και μαζί υποβάλλονται στο μαρτύριο της μνήμης γεγονότων που σημάδεψαν τη ζωή τους. Κοινές οι μνήμες, κοινός ο τρόμος απέναντι στον άτυπο εμφύλιο και ανοχύρωτοι απέναντι στην απίστευτη βία της σύγκρουσης των καρτέλ με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους.

Λέει η Μάγια, «Το φόβο -ή, μάλλον, αυτό το πράγμα που είχα στο στομάχι, οι σποραδικές ναυτίες, οι ενοχλήσεις, δεν ήταν τυπικά συμπτώματα των πρωτοετών, αλλά καθαρός φόβος…Και μετά ήρθαν τα υπόλοιπα, οι άλλες επιθέσεις, οι άλλες βόμβες. Εκείνη στην DAS με τους εκατό νεκρούς. Εκείνη στο εμπορικό κέντρο χι με τους δεκαπέντε. Εκείνη στο εμπορικό κέντρο ψι με δεν ξέρω πόσους. Ωραία εποχή, ε; Να μην ξέρεις πότε θα ‘ρθει η σειρά σου, ν’ ανησυχείς μήπως δεν έρθει κάποιος που περιμένεις… Δεν βγαίναμε έξω- το θυμάσαι; Αποφεύγαμε τους δημόσιους χώρους

Η λύτρωση – κατά κάποιο τρόπο- έρχεται όταν ο Αντόνιο και η Μάγια αποφασίζουν να επισκεφθούν την Ασιέντα Νάπολες, μια έκταση τριών χιλιάδων εκτάριων που είχε αγοράσει ο Εσκομπάρ για να χτίσει τον προσωπικό του παράδεισο, ένα καινούριο τροπικό Xanadu -δες Πολίτη Κέιν. Η περιπλάνηση στο παρηκμασμένο, λόγω θανάτου του ναρκέμπορα, κτήμα είναι και μια κατάδυση στον τρόπο που βίωσαν την φοβισμένη εφηβεία τους, τότε που ολόκληρες στρατιές νέων, μαζί και αυτοί, επισκέπτονταν γεμάτοι δέος το αξιοθέατο παλάτι του Εσκομπάρ. Ερευνώντας το κοινό  παρελθόν του το άτυπο αυτό ζευγάρι προσφέρει την ευκαιρία στον Βάσκες να φέρει στην επιφάνεια την τραγική πρόσφατη ιστορία της χώρας του χωρίς υπεκφυγές και σιωπές, αλλά με έναν ρεαλισμό που ορισμένες φορές εντυπωσιάζει με τους χαμηλούς αλλά υψηλής έντασης τόνους του. Στα πολύ θετικά του βιβλίου και η ευφραδής μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη.

Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Βιολογία στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Παράλληλα, έπαιξε ως μουσικός παραγωγός σε πολλά ραδιόφωνα για πολλά χρόνια και έγραψε ως μουσικός κριτικός σε μια σειρά περιοδικά. Αυτό συνεχίζει μέχρι και σήμερα.