Επιθέσεις στην Αίγυπτο: Εύθραυστες ισορροπίες και εφιαλτικά σενάρια

Δεκάδες νεκροί και πολλαπλάσιοι τραυματίες από τις επιθέσεις του ISIS κατά χριστιανών κοπτών

| 09/04/2017

Οι περισσότεροι από 40 νεκροί και 100 τραυματίες στις βομβιστικές επιθέσεις που σημειώθηκαν το πρωί της Κυριακής σε δύο εκκλησίες των Χριστιανών Κοπτών στις πόλεις Τάντα και Αλεξάνδρεια, δεν αφήνουν περιθώρια παρεξηγήσεων: ο κύκλος του αίματος παραμένει ανοιχτός στην Αίγυπτο, στην πολυπληθέστερη χώρα του αραβικού κόσμου, όπου η πρόκληση ευρύτερης πολιτικής αναταραχής και αστάθειας παραμένει προ των πυλών.

Την ευθύνη για την επίθεση ανέλαβε, δια του ανεπίσημου ειδησεογραφικού του πρακτορείου AMAQ το «Ισλαμικό Κράτος» και είναι προφανές ότι οι στόχοι και η ημερομηνία (ανήμερα της Κυριακής των Βαΐων για τους χριστιανούς – εκκλησίες κατά τη διάρκεια της πρωινής λειτουργίας) επιλέχτηκαν προκειμένου να μεγιστοποιηθεί ο αριθμός των θυμάτων. Δεν είναι η πρώτη φορά που οι χριστιανοί κόπτες (που αποτελούν το 10% του αιγυπτιακού πληθυσμού), τα τελευταία χρόνια, γίνονται στόχος αιματηρών επιθέσεων από οργανώσεις που υποστηρίζουν ότι είναι το ISIS  στη χώρα. Η τελευταία τέτοια επίθεση σημειώθηκε κατά τη Χριστουγεννιάτικη Λειτουργία του 2016, πριν από λίγους μήνες, και στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 25 ανθρώπους.

Έξι χρόνια σε τεντωμένο σχοινί

Έξι χρόνια μετά την ανατροπή Μουμπάρακ υπό το βάρος λαϊκών κινητοποιήσεων και διαδηλώσεων τη δυναμική των οποίων, αν και δεν συμμετείχαν εξαρχής θεωρώντας τες εχθρικές, εκμεταλλεύτηκαν τα μέγιστα οι ισλαμιστές «Αδελφοί Μουσουλμάνοι», λόγω του ότι ήταν η μοναδική τόσο ισχυρή και καλά οργανωμένη οντότητα που βρέθηκε, τότε, στο δρόμο, η κατάσταση στην Αίγυπτο κάθε άλλο παρά έχει βελτιωθεί. Το καθεστώς Μουμπάρακ μπορεί να κυνηγούσε πολύ τους «Αδελφούς Μουσουλμάνους», αλλά πολύ περισσότερο τα συνδικάτα και κάθε οργάνωση, ιδιαίτερα πολιτική, που προερχόταν από την αριστερά δίνοντας έτσι στην Αδελφότητα τη δυνατότητα να «καλύψει» το χώρο της υπεράσπισης δικαιωμάτων με το δικό της τρόπο και λόγο.

Church-Fire

Οι «Αδελφοί Μουσουλμάνοι», με τη σειρά τους, παίρνοντας την εξουσία βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα «βαθύ κράτος» που δεν πρόλαβαν να ελέγξουν και να «καθαρίσουν» ενώ ταυτόχρονα κατάφεραν να προκαλέσουν την λαϊκή οργή, ακολουθώντας μεθόδους καταστολής και κατάχρησης εξουσίας ανάλογους με τον προκάτοχό τους. Η προσπάθεια, δε, για επιβολή αυστηρότερης «θρησκευτικής καθημερινότητας» με ταυτόχρονα περιστολή πολιτικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών (δεν είναι τυχαίο ότι μία από τις πρώτες νομοθεσίες που επεξεργάστηκαν αφορούσε μια σειρά από απαγορεύσεις σχετικές με το συνδικαλισμό, τις απεργίες και την πραγματοποίηση διαδηλώσεων), έθρεψαν κλίμα δυσφορίας εναντίον τους. Το κλίμα αυτό αξιοποίησε για να επιβληθεί δια μέσου στρατιωτικής πυγμής ο στρατάρχης αλ Σίσι, ο οποίος, αρχικά τουλάχιστον, θεωρούνταν από τους «θετικότερους» εκπροσώπους του αιγυπτιακού στρατού απέναντι στους «Αδελφούς Μουσουλμάνους».

Η αιματηρή καταστολή που και ο στρατάρχης εφάρμοσε, αρχής γενομένης από τους «Αδελφούς Μουσουλμάνους» αλλά κατ’ επέκταση και απέναντι σε κάθε άλλο κίνημα αμφισβήτησης, (το επαναλαμβανόμενο «τυπικό» που η μία ή άλλη αντιδραστική πολιτική δύναμη καταλαμβάνει την εξουσία και με πρόσχημα τον… αντίπαλο «ξεπαστρεύει» με επιμέλεια κυρίως όσους αμφισβητούν τη συγκεκριμένη μορφή εξουσίας βρήκε την καλύτερη του εφαρμογή στην Αίγυπτο), επανέφερε μια επίφαση κανονικότητας στη χώρα, η κοινωνία της οποίας, όμως, ουδέποτε επανήλθε σε φυσιολογικούς ρυθμούς καθώς ούτε ήταν πλέον η ίδια μετά την εμπειρία της διαδικασίας ανατροπής Μουμπάρακ και του ό,τι ακολούθησε, ούτε οι συνθήκες στην ευρύτερη περιοχή του αραβικού κόσμου ήταν ίδιες (διάλυση της Λιβύης,  πόλεμος στη Συρία κ.λπ.) Αλλά ούτε και ο αλ Σίσι είναι Μουμπάρακ: αν και παραμένει στενός σύμμαχος των ΗΠΑ, έχει τηρήσει αποστάσεις από την αμερικανική και γενικότερα δυτική υποστήριξη στους Σύρους αντικαθεστωτικούς και έχει κλείσει μια σειρά από συμφωνίες με τη Ρωσία. Διόλου τυχαία, μάλλον, ο αλ Σίσι ήταν από τους πρώτους με τους οποίους επικοινώνησε τηλεφωνικά ο Ντ. Τραμπ όταν ανέλαβε την προεδρία, θέλοντας να δείξει ότι η δική του πολιτική δεν θα είναι ίδια με του Ομπάμα τόσο απέναντι στην Αίγυπτο όσο και στην ευρύτερη περιοχή.

Το «Ισλαμικό Κράτος» από το ..Σινά σε όλη την Αίγυπτο

Η γιγάντωση του «Ισλαμικού Κράτους» δεν θα μπορούσε να μην αγγίξει την Αίγυπτο, την κοιτίδα των «Αδελφών Μουσουλμάνων». Έτσι ήδη από το 2013, όταν πήρε τα ηνία της εξουσίας, και πάλι, ο στρατός δια του αλ Σίσι, στην απομακρυσμένη χερσόνησο του Σινά, μέσα στην έρημο, πρωτοεμφανίστηκε το «Ισλαμικό Κράτος του Σινά», το οποίο, μέχρι σήμερα, έχει αναλάβει την ευθύνη για σειρά επιθέσεων και συγκρούσεων με τον αιγυπτιακό στρατό. Έχει ενδιαφέρον ότι από τις επιθέσεις των περασμένων Χριστουγέννων και μετά αυτοπροσδιορίζεται ως «Ισλαμικό Κράτος στην Αίγυπτο» αλλά και ότι οι «Αδελφοί Μουσουλμάνοι» έχουν καταδικάσει τις επιθέσεις που στρέφονται κατά των χριστιανών κοπτών, οι οποίοι φαίνεται να έχουν στοχοποιηθεί επειδή τήρησαν θετική στάση απέναντι στον αλ Σίσι (λόγω και της πίεσης και της απειλής που είχαν νιώσει επί της εξουσίας των «Αδελφών Μουσουλμάνων»).

Όπως και να έχει η κλιμάκωση της έντασης και της ανασφάλειας σε όλη την περιοχή από τη συνεχιζόμενη αιματοχυσία στη Συρία, πολύ δε περισσότερο από την αμερικανική πυραυλική επιδρομή, την Παρασκευή το πρωί, σε, ρωσικού ελέγχου, βάση στη Συρία, κλυδωνίζει εκ θεμελίων την, ούτως ή άλλως, παραπαίουσα σταθερότητα στην Αίγυπτο, η οποία φαίνεται, προς το παρόν τουλάχιστον, να διατηρείται. Η σκέψη, άλλωστε, και μόνο ότι η χώρα που φέρει και την βαρύνουσα συμβολική θέση της ναυαρχίδας του αραβικού κόσμου, υπάρχει περίπτωση να παρασυρθεί στη δίνη γενικευμένης αστάθειας, μόνο ως εφιάλτης απροσδιορίστων διαστάσεων για όλη την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μ. Ανατολής, μπορεί να βιωθεί.

Ανάμεσα στις δύο μεγάλες αγάπες, την ψυχολογία και τη δημοσιογραφία, την μία την σπούδασε και την άλλη την έκανε επάγγελμα. Καμβάς το διεθνές ρεπορτάζ. Eκεί που δυστυχώς οι ζωές γίνονται ακόμη αριθμοί. Αγαπημένη ερώτηση: γιατί. Αγαπημένο μέσο: οι λέξεις, γραπτές ή ραδιοφωνικές. Μετά κόπων και βασάνων, κατάφερε να ολοκληρώσει διδακτορική διατριβή, όπου αποπειράθηκε να συνδυάσει πολιτική φιλοσοφία και σύγχρονες εξελίξεις.