Η κοινωνία των ίσων, Pierre Rosanvallon

Η υποχώρηση της ιδέας της ισότητας οδηγεί στην πιο στυγνή βαρβαρότητα

| 09/02/2016

Society-of-EqualsΗ κοινωνία των ίσων, Pierre Rosanvallon

Μετ. Αλέξανδρος Κιουπκιολής, Εκδ: Πόλις

Ο κόσμος μας βρίσκεται στη δίνη μιας βαθύτατης οικονομικής κρίσης, νοηματοδοτώντας παράλληλα αρνητικά στο πολιτικό επίπεδο, με ανεστραμμένους όρους  ό,τι μέχρι σήμερα αποτελούσε την κινητήρια δύναμη των συλλογικών διεκδικήσεων. Στη θέση των παλιών κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων η ασφάλεια, η ατομική επιβίωση και η ανοχή των επιταγών της ελεύθερης αγοράς, ως σωτήριας δύναμης που, καταστρέφοντας το παλιό θα δημιουργήσει ένα θαυμαστό, καινούργιο κόσμο, φαίνεται να επικρατούν. Αυτό αποτελεί πραγματική αντεπανάσταση, για τον συγγραφέα.

«Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε μια πραγματική αντεπανάσταση. Από τη δεκαετία του ’80 και μετά, οι πλούσιοι γίνονται όλο και πλουσιότεροι. Ανατρέπεται έτσι η τάση που επικρατούσε ως τότε, και η οποία χαρακτηριζόταν από τη διαρκή προσπάθεια μείωσης της διαφοράς μεταξύ πλουσίων και φτωχών. Γνωρίζουμε τους οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες που προκάλεσαν αυτή την κατάσταση. Αλλά η υποχώρηση της ιδέας της ισότητας έπαιξε επίσης σημαντικό ρόλο, καθώς οδήγησε στην απονομιμοποίηση της φορολογίας και της ιδέας της αναδιανομής του πλούτου. Είναι επιτακτική ανάγκη, λοιπόν, να σκεφτούμε ξανά τον τρόπο με τον οποίο η ιδέα της ισότητας θα ανακτήσει το κύρος και την επιρροή της».

Το ανά χείρας βιβλίο αποτελεί λοιπόν προβληματισμό για αυτή την οπισθοδρομική νοηματοδότηση, που γυρίζει τις κοινωνίες  της Ευρώπης και των ΗΠΑ στις αξίες του 18ου αιώνα, στην επικράτηση της πιο στυγνής καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Και παράλληλα, συνιστά μία προσπάθεια για θετική, προοδευτική  χρήση των σημασιών της ισότητας, της δικαιοσύνης, της αδελφότητας, όπως αυτές παίρνουν το νόημά τους από τις αναζητήσεις των φιλοσόφων του τότε και του σήμερα.

Ο συγγραφέας μεθοδολογικά εργάζεται εξ ολοκλήρου στην περιοδολόγηση των σημασιών της ισότητας, όπως αυτές εκφράστηκαν στο εποικοδόμημα της ιδεολογίας, σε διάφορες εποχές, συνδέοντας άλλοτε αρκετά χαλαρά άλλοτε καθόλου αυτές τις έννοιες  με την παραγωγική βάση, την οικονομική πραγματικότητα καθώς και με τις παραγωγικές σχέσεις, όπως αυτές τυχόν αμφισβητήθηκαν από το συλλογικό υποκείμενο της κάθε εποχής.

Αυτό αφενός μεν δίνει έκταση, βάθος, πλούτο,  στις αναλύσεις των εννοιών όπως διατυπώθηκαν από τους θεωρητικούς ανά εποχή, αλλά από την άλλη πλευρά δημιουργεί κάποια ζητήματα λογικών αδυναμιών τόσο στην έκθεση όσο και στα τελικά του συμπεράσματα, τα οποία θα θέσουμε στο τέλος της παρουσίασης.

Στην Επινόηση της Ισότητας [Α΄ μέρος] ο συγγραφέας διατρέχει όλες τις παραμέτρους της έννοιας της ισότητας όπως διακηρύχθηκε στο πλαίσιο της Αμερικάνικης και της Γαλλικής Επανάστασης, τόσο υπό το πρίσμα του λαού, όσο και υπό το πρίσμα των πολιτικών του εκπροσώπων.

Αν μπορεί κανείς να συνοψίσει το χείμαρρο των πληροφοριών και των θεωρητικών που αναφέρονται στο κεφάλαιο αυτό, θα μπορούσε να πει ότι η ισότητα γινόταν αντιληπτή ως απάλειψη διακρίσεων λόγω καταγωγής καθώς και ως συμμετοχή στα κοινά.

Ουσιαστικά αυτή η, κατά τον Ροζανβαλόν, προκαπιταλιστική Εδέμ συνάντησε αρχικά την αντίδραση από τον Βοναπάρτη και μετά από την Παλινόρθωση, στη συνέχεια δε ανετράπη με την βιομηχανική επανάσταση και την υποδούλωση της τρίτης τάξης στην πιο βαριά και εξαθλιωμένη συνθήκη ύπαρξης.

Στο Β’ μέρος, τις Ασθένειες της ισότητας, αντιπαρατίθενται οι ιδέες εκείνες που αυτή την, κατά το συγγραφέα, επαναστατική στιγμή που γέννησε τις αξίες του κόσμου μας μέχρι σχεδόν πριν τρεις δεκαετίες,  την  υπέσκαψαν και της αντιπαρατέθηκαν άμεσα, κατά τον 19ο αιώνα.  Ο συντηρητισμός, ο ρατσισμός, ο ουτοπικός κομμουνισμός.

Πράγματι, για τον συγγραφέα, αποτελούν και τα τρία ασθένειες της ιδέας, καθώς και ο κομμουνισμός, αν και αντιμετωπίζεται πιο οικεία από τον συγγραφέα, θεωρείται πως εμφορείτο από βίαιο εξισωτισμό και αναγκαστική υποταγή στις ανάγκες του συνόλου.

Δεν δίνεται παρ ’όλα αυτά, παρά τις αναφορές στους θεωρητικούς του ουτοπικού σοσιαλισμού και του κομμουνισμού του αιώνα εκείνου, κανένα στοιχείο από τις εργατικές κινητοποιήσεις, τα αιτήματα, με αποκορύφωμα την παράβλεψη αναφοράς στις ημέρες της Κομμούνας, που να δίνει έμπρακτα μία εικόνα στον αναγνώστη, πώς αισθάνθηκαν την ισότητα οι άνθρωποι που πήραν μέρος σε αυτή, αν όντως την εχθρεύονταν, πώς την ερμήνευαν.

Ο 20ός αιώνας είναι σαφώς Ο αιώνας της αναδιανομής [Γ΄ μέρος].  Αναδιανέμεται το εισόδημα, καθιερώνεται το ασφαλιστικό σύστημα και η συλλογική ρύθμιση της εργασίας. Τα μεγάλα εργατικά και σοσιαλιστικά κινήματα διατυπώνουν σαφή αιτήματα ισοτήτων. Η ρώσικη επανάσταση δεν αναφέρεται καθόλου εδώ, ως περιπέτεια της ιδέας της ισότητας, για το λόγο ότι δεν θεωρείται φιλική πράξη προς την ισότητα.

equality

Η μεγάλη μεταστροφή [Δ΄μέρος] χαρακτηρίζει την δεκαετία του 1980. Οι θεσμοί της αλληλεγγύης υφίστανται μια οριακή συστημική και ηθική κρίση. Έπειτα από έναν αιώνα ο έθνο – προστατευτισμός και η ξενοφοβία εμφανίζονται ξανά, με μια ανησυχητική πολιτική μορφή. Για μια ακόμη φορά οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται την έννοια του κοινού με υπεραπλουστατευτικό τρόπο, ως αρνητική ενότητα. Υποχωρεί ο ατομικισμός της καθολικότητας, που διεκδικούσε ίδια δικαιώματα για όλους και εμφανίζεται ο ατομικισμός της μοναδικότητας, όπου καθένας επιδιώκει να διακρίνεται από τους άλλους. Η διαφορά μεταξύ πλούσιων και φτωχών είναι αβυσσαλέα. Ο νεοφιλελευθερισμός μισεί την ιδέα του κράτους πρόνοιας και προτάσσει την μορφή του καταναλωτή και το ιδεώδες του ανταγωνισμού. Η υποταγή στους νόμους της αγοράς αποτελεί μονόδρομο.

Τι προτείνεται λοιπόν για την Κοινωνία των ίσων [Ε΄μέρος]; Η δημοκρατία δεν εξαντλείται στις διαδικασίες και τους θεσμούς αντιπροσώπευσης ή στην ενίσχυση του κράτους πρόνοιας· απαιτεί μια καθημερινή εδραίωση της ισότητας ως σχέσης, που επιθυμεί την μοναδικότητα των ανθρώπων, οι οποίοι με την σειρά τους συνδέονται με δεσμούς αμοιβαιότητας και κοινού βίου. Έννοιες όπως διανεμητική δικαιοσύνη, ισότητα ως σχέση, μοναδικότητα, αμοιβαιότητα, κοινότητα, συμφέρον, αλτρουισμός,  συμμετοχή, γενική οικονομία της ισότητας καλούνται να αποτελέσουν όχι μόνο γοητευτική θεωρία αλλά και πράξη για μια κοινωνία πραγματικής αλληλεγγύης. Το πνεύμα της ισότητας δεν μπορεί παρά να είναι επαναστατικό.

Συνοψίζοντας, ο συγγραφέας επιχειρεί να στήσει ένα κόσμο, μάλλον, με το κεφάλι, ξεχνώντας τελείως τα πόδια. Αν η περιπέτεια της σκέψης δεν είναι μια απλή αντανάκλαση της υλικής πραγματικότητας, δεν παύει όμως να δεσμεύεται από αυτήν. Αν κάθε αναλαμπή, κάθε προσπάθεια των ανθρώπων να απελευθερωθούν από τις ανισότητες αντιπαλεύεται από το οικονομικό σύστημα με όπλα πιο ισχυρά, την οικονομική υποταγή ή τους καταστροφικούς πολέμους, είναι άραγε αρκετά τα εργαλεία της σκέψης και της αλλαγής νοοτροπίας για να θεμελιώσουν μία κοινωνία των ίσων;  Αλλά αυτό δεν είναι πρόβλημα των ακαδημαϊκών. Είναι πρόβλημα των νέων συλλογικοτήτων που δημιουργούνται στην πράξη και τους αγώνες. Πολύ σημαντική η συμβολή στην μετάφραση του πανεπιστημιακού Αλέξανδρου Κιουπκιολή.

*Ο Πιερ Ροζανβαλόν γεννήθηκε το 1948 στο Blois της Γαλλίας. Πριν ξεκινήσει την πανεπιστημιακή του σταδιοδρομία, αφιέρωσε τα πρώτα χρόνια της επαγγελματικής του ζωής στην πολιτική και συνδικαλιστική δράση, ως οικονομικός και  πολιτικός σύμβουλος στη συνδικαλιστική οργάνωση CFDT. Συνδέθηκε πολιτικά με τον Μισέλ Ροκάρ και αναδείχθηκε ως ένας από τους βασικούς θεωρητικούς της “δεύτερης Αριστεράς”, δημοσιεύοντας τα βιβλία του Η εποχή της αυτοδιαχείρισης (1976) και Για μια νέα πολιτική κουλτούρα (1977).  Το 1978 εγκατέλειψε την ενεργό πολιτική δράση και στράφηκε προς το πανεπιστήμιο. Διηύθυνε τον τομέα κοινωνιολογίας του ερευνητικού κέντρου “Εργασία και Κοινωνία”, που ίδρυσε ο Ζακ Ντελόρ στο Πανεπιστήμιο Paris 9-Dauphine  στο οποίο υπηρξε διευθυντής ερευνών έως το 1982, συνδεόμενος με τους Κορνήλιο Καστοριάδη, Φρανσουά Φυρέ και Κλωντ Λεφόρ. Το 1989 εκλέχθηκε καθηγητής  στην Ανωτάτη Σχολή Κοινωνικών Επιστημών (EHESS), διευθύνοντας και το Κέντρο Πολιτικών Επιστημών Ρεϊμόν Αρόν της Σχολής.
Το 2001 εκλέχτηκε καθηγητής στο College de France και εγκαινίασε μία νέα σειρά έργων, ιστορικών και θεωρητικών, με αντικείμενο τις μεταλλάξεις της σύγχρονης δημοκρατίας, ένα από τα οποία είναι και το παρόν βιβλίο. Το 2002 ίδρυσε τη “Δημοκρατία των Ιδεών” ,ένα πολιτικό φόρουμ που οργανώνει συζητήσεις, εκδίδει μια σειρά βιβλίων πολιτικής και κοινωνικής παρέμβασης, και διαχειρίζεται την ιστοσελίδα laviedesidees.fr. Τα βιβλία του έχουν εκδοθεί σε 26 χώρες.

Η Άννα Κοντοθανάση είναι νομικός, σε πείσμα της διάψευσης ότι «δίκιο» και «τεθειμένο δίκαιο» ταυτίζονται. Λύνοντας από πολύ νωρίς αυτή την παρεξήγηση, βρήκε ακόμη περισσότερους λόγους να παλεύει για το πρώτο, γραπτά, κινηματικά, μέσω της δικηγορίας όσο γινόταν. Διαβάζει αρκετά, ενώ αρθρογραφεί για χρόνια σε διάφορα περιοδικά, φεμινιστικά έντυπα και σχετικές στήλες εφημερίδων.