Η ουτοπική «Γειτονιά» του Γκονσάλο Μ. Ταβάρες

Μια «σύναψη» εκλεκτικών λογοτεχνικών «συγγενειών»

| 26/10/2016

Αν και σπούδασε και διδάσκει Θεωρία της Επιστήμης στην Λισαβόνα, ο, γεννηθείς στην Λουάντα της Αγκόλας, Gonçalo Manuel de Albuquerque Tavares – πιο γνωστός ως Γκονσάλο Μ. Ταβάρες – θεωρείται από τους ανερχόμενους λατινόφωνους συγγραφείς της Ευρώπης. Πολυμεταφρασμένος, με αρκετά λογοτεχνικά βραβεία στο ενεργητικό του και με τις καλύτερες συστάσεις από τον μέντορά του, νομπελίστα, Ζοζέ Σαραμάγκου, ο Πορτογάλος συγγραφέας έχει γράψει πλείστα όσα βιβλία εκ των οποίων το καθαρά λογοτεχνικό μέρος καταλαμβάνει μικρότερο μερίδιο σε σχέση με τα υπόλοιπα είδη. Υπάρχουν ενότητες πονημάτων σε ομάδες με τίτλους όπως, Γειτονιά, Πόλεις, Έρευνες, Εποποιία, Εγκυκλοπαίδεια, Αρχεία κ.τ.λ. από τα οποία προέκυψαν διάφορα καλλιτεχνικά και επιστημονικά πρότζεκτ.

Μεγάλης προβολής έτυχε το μυθιστόρημά του «Ιερουσαλήμ» (Εκδ. Καστανιώτη, 2012) που τον καθιέρωσε διεθνώς. Τώρα, «Η Γειτονιά» αποτελείται από δέκα, αρχικώς, αυτόνομα διηγήματα που κυκλοφόρησαν απ’ το 2002 έως το 2010 και είναι αποκλειστικότητα της Ελλάδας η έκδοσή τους σε ένα ολοκληρωμένο τόμο. Ο Ταβάρες αναφορά κάνει σε δέκα συγγραφείς, σε δέκα κυρίους όπως τους αποκαλεί, τέσσερις καθαρούς πεζογράφους (Καρλ Κράους, Ρόμπερτ Βάλζερ, Ίταλο Καλβίνο, Εμάνουελ Σβέντενμποργκ) και έξι κυρίως ποιητές που διακρίθηκαν, επίσης, στον θεατρικό λόγο ή στο δοκίμιο: Πολ Βαλερί, Ανρί Μισό, Μπέρτολτ Μπρεχτ, Ρομπέρτο Χουαρός, Αντρέ Μπρετόν, Τ.Σ. ‘Ελιοτ.

%cf%84%ce%b1%ce%b2%ce%b1%cf%81%ce%b5%cf%823

O συγγραφέας «χρησιμοποιεί» όταν μιλά για καθένα από τους παραπάνω όχι μόνο το ύφος τους αλλά την μενταλιτέ τους, τις χαρακτηριστικές τους εκφράσεις και ενίοτε τις συνήθειές τους. Έτσι, έχουμε δέκα φανταστικούς ήρωες που συσχετίζονται με αληθινά πρόσωπα τα οποία γνωρίζουμε και ενδεχομένως να έχουμε διαβάσει έργα τους. Αλλά και αυτό να μην συμβαίνει παραμένει η απόλαυση του παιγνιώδους κειμένου. Γιατί ο Ταβάρες αρέσκεται πολύ να παίζει με τους χαρακτήρες του, να τους υποδύεται αλλά με λιτό και σουρεαλιστικό τρόπο.

Βέβαια, εμφανές είναι πως «Οι Ιστορίες του κυρίου Κόινερ» του Μπρεχτ επηρέασαν τις προσεγγίσεις του λογοτέχνη όπως, ίσως, οι αφορισμοί του Κάφκα και πάνω από όλα το φανταστικό στοιχείο του Μπόρχες. Να μην ξεχνάμε βέβαια και το επιστημονικοφανές πλησίασμα λόγω θετικής, επιστημονικά, προέλευσης του Πορτογάλου. Με αυτά στην σκέψη έχουμε εδώ ένα εξαίσιο λογοτεχνικό εγχείρημα σύναψης εκλεκτικών συγγενειών με τις διάφορες σχολές λογοτεχνίας π.χ. του μυστικισμού (Σβέντενμποργκ), του μοντερνισμού (Έλιοτ) ή, ας πούμε, του επικού ρεαλισμού (Μπρεχτ). Γιατί αν η διεθνής λογοτεχνική ουτοπία του περιλαμβάνει προσωπικότητες που άνοιξαν δρόμους στην τέχνη του λόγου και αν κρίνουμε από το θεσπέσιο εξώφυλλο – σκίτσο της συζύγου του Ρασέλ Καϊάνο – που εμφανίζει πολύ περισσότερα ονόματα από αυτά που υπάρχουν στο βιβλίο, τότε περιμένουμε και άλλους ενοίκους να κάνουν την εμφάνισή τους στο μέλλον. Έπειτα είναι ο θαυμασμός αλλά και η ειρωνεία στις αναφορές του Ταβάρες για τους επώνυμούς του, η παρουσία αφηγητή στις ιστορίες του – ένα είδος μπρεχτικής αποξένωσης – που επιτρέπει στον αναγνώστη να παίρνει τις αποστάσεις του και να μην αφήνεται, απλά, στην ροή των διαφόρων συναισθημάτων.

%cf%84%ce%b1%ce%b2%ce%b1%cf%81%ce%b5%cf%824

Με την «Γειτονιά», ο Γκονσάλο Μ. Ταβάρες αναδεικνύεται σε δεινό μάστορα των λέξεων αλλά και ικανότατο γνώστη της παγκόσμιας λογοτεχνίας – αυτής που αφήνει ίχνη, με τα οποία ο συγγραφέας θεμελιώνει τα κείμενα του – με τους «φανταστικούς κυρίους» του να συνδιαλέγονται μεταξύ τους και μάλιστα να εμφανίζεται ο ένας στην ιστορία του άλλου. Τα σκίτσα της Ρασέλ Καϊάνο αποτελούν απαραίτητο συμπλήρωμα στα περισσότερα κείμενα και σε ορισμένα μάλιστα – όπως στον Βαλερί και στον Βάλζερ – συμπληρώνουν το λόγο. Μνεία επίσης αξίζει στις δυο μεταφράστριες του βιβλίου: Στην Αθηνά Ψυλλιά, γνωστή από τη καλή δουλειά της με τον Σαραμάγκου και την Παναγιώτα Μαυρίδου.

Info: «Η Γειτονιά», Μετ: Αθηνά Ψυλλιά, Παναγιώτα Μαυρίδου, Εκδ. Καστανιώτης

%cf%84%ce%b1%ce%b2%ce%b1%cf%81%ce%b5%cf%822

Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Βιολογία στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Παράλληλα, έπαιξε ως μουσικός παραγωγός σε πολλά ραδιόφωνα για πολλά χρόνια και έγραψε ως μουσικός κριτικός σε μια σειρά περιοδικά. Αυτό συνεχίζει μέχρι και σήμερα.