Κοινωνική Ασφάλιση: Ζωή, Yγεία και Aξιοπρέπεια υπό διεκδίκηση (Α’ Μέρος)

Μία από τις σημαντικότερες εργατικές κατακτήσεις που τα αφεντικά επωφθαλμιούν διαχρονικά

| 07/05/2016

Η κοινωνική ασφάλιση, όπως πικρά αποδεικνύεται τα τελευταία χρόνια λόγω περαιτέρω έντασης της καπιταλιστικής κρίσης, ήταν και είναι, όπως και ο μισθός, όπως και οι εργασιακές σχέσεις και συνθήκες, ένα ακόμη αποτύπωμα της ταξικής πάλης. Αποτέλεσε διεκδίκηση αιώνων και αιματηρών αγώνων και ακόμη και προ κρίσης, ο αριθμός των εργαζομένων παγκοσμίως που δεν ήταν ασφαλισμένοι, παρέμενε εξαιρετικά υψηλός.

Ως εργατική και αγωνιστική κατάκτηση, όπως και οι συλλογικές συμβάσεις, ουδέποτε έπαψε να είναι ένας από τους συνηθέστερους στόχους αφεντικών και κεφαλαίου. Στερώντας το φάρμακο, στερώντας το γιατρό και τη δυνατότητα αξιοπρεπών γηρατειών από τους εργαζόμενους, το κεφάλαιο τους στερεί κομμάτι της αξιοπρέπειάς τους, του δικαιώματός τους σε μια στοιχειωδώς ανθρώπινη ζωή. Το πλήγμα για τον εργαζόμενο είναι εξαιρετικά υψηλό και επώδυνο. Και η εξώθησή τους στην εξαχρείωση όπως και η μετατροπή του σε εξαιρετικά αναλώσιμο «υλικό» θαυμαστά ταχεία.

 

Ο Βίσμαρκ, η ΕΣΣΔ, ο Β΄Παγκόσμιος πόλεμος και «η ανάσα» του σοσιαλισμού

Στον καπιταλιστικό κόσμο εμφανίστηκε στη Γερμανία του Βίσμαρκ σαν αποτέλεσμα του εργατικού, διεκδικητικού κινήματος του 19ου αιώνα και της εξάπλωσης των σοσιαλιστικών ιδεών σε αυτό. Ο πρίγκιπας Όττο Φον Βίσμαρκ ακολούθησε απέναντι στο εργατικό κίνημα την τακτική της «σιδερένιας γροθιάς σε βελούδινο γάντι». Κηρύσσοντας εκτός νόμου το γερμανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, με τον «νόμο κατά των επικίνδυνων ενεργειών της σοσιαλδημοκρατίας», προχώρησε σε μια σειρά παραχωρήσεις προς το εργατικό κίνημα με σκοπό να ενισχύσει τα κίτρινα συνδικάτα (σ.σ καθολικές ενώσεις) που βρίσκονταν κάτω από τον έλεγχο της αστικής τάξης.

Με τη σημερινή του μορφή τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης δημιουργήθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα δικαιώματα και οι ανθρώπινες εργασιακές συνθήκες, η ασφάλιση, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η σύνταξη δεν ήταν πια στόχος αλλά πραγματικότητα στις σοσιαλιστικές χώρες. Αυτή η πραγματικότητα συνέβαλε στην ενίσχυση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος στον δυτικό καπιταλιστικό κόσμο και κατ’ επέκταση και στην επίτευξη κατακτήσεων.

Η κοινωνική ασφάλιση, που σήμερα με διαφορετικό βαθμό και ένταση σφυροκοπάται σχεδόν σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες, είναι ίσως μία από τις σημαντικότερες κατακτήσεις: Ηταν η υποχώρηση στην οποία το κεφάλαιο υποχρεώθηκε υπό πίεση για να διασφαλίσει όχι απλώς αναπαραγωγή της εργατικής τάξης, αλλά και με αξιοπρεπείς όρους που συνοδεύτηκαν και από σειρά παραχωρήσεων στο επίπεδο της δημόσιας υγείας και παιδείας, παράγοντες που συνέβαλλαν στην άνοδο του μορφωτικού και βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων.

Η διάσπαση της Παγκόσμιας Συνδικαλιστικής Ομοσπονδίας το 1947-49 και η δημιουργία της ICFTU (Διεθνής Ομοσπονδία Ελεύθερων Συνδικάτων), ήταν μια στρατηγική κίνηση του διεθνούς ιμπεριαλισμού η οποία δεν μπορούσε να πετύχει χωρίς στήριξη. Η αποδοχή του σχεδίου Μάρσαλ, που δεν την δεχόταν ο επαναστατικός συνδικαλισμός μέσα στην Π.Σ.Ο, ήταν η αφορμή για τη διάσπαση της οργάνωσης. Το «κράτος πρόνοιας», με το οποίο επιχειρήθηκε το μπλοκάρισμα του εργατικού κινήματος στα αστικά πλαίσια και το αποτράβηγμά του από τη σοσιαλιστική προοπτική των κομμουνιστών, είχε σαν βασικό του στοιχείο τα συστήματα κοινωνικών ασφαλίσεων.

ασφαλιστικο2

Στόχος, λιγότερο (ή και καθόλου) κράτος πρόνοιας

Το «κράτος πρόνοιας» στην παραδοσιακή μεταπολεμική του μορφή αποτελεί σήμερα στόχο της ίδιας της αστικής τάξης, η οποία, έστω και υπό πίεση, το δημιούργησε. Η όξυνση της κρίσης του καπιταλισμού, η γενικευμένη επίθεση του κεφαλαίου σε παγκόσμια κλίμακα μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και των υπολοίπων χωρών του ανατολικού λεγόμενου «μπλοκ», η εξαφάνιση του «αντίπαλου δέους», ωθούν και ενθαρρύνουν το κεφάλαιο σε μια καθολική επίθεση για τον εξανδραποδισμό των εργατών και εργαζομένων για την επίτευξη στρατηγικής νίκης πάνω στο εργατικό κίνημα. Στο πλαίσιο αυτής της γενικής τάσης του κεφαλαίου για «λιγότερο κράτος πρόνοιας», αναπτύσσονται δυο τάσεις της αστικής πολιτικής: Η ακραία επιθετική (νεοφιλελευθερισμός) και η πιο συγκρατημένη (φιλελευθερισμός, σοσιαλδημοκρατία). Η αντίθεση αυτών αναπτύσσεται πάνω στο έδαφος της γενικής τάσης στοχοποίησης του «κράτους πρόνοιας» και, χωρίς να την αναιρεί καθόλου. Την επηρεάζει μόνο ως προς την ταχύτητα ανάπτυξη της.

Η συντηρητική και η «προοδευτική» αντίληψη θεωρούν δεδομένο ότι το λεγόμενο «κοινωνικό απόθεμα» δεν ανήκει στους εργαζόμενους, αλλά στην «κοινωνία», δηλαδή σε όλες τις τάξεις. Η διαφορά αρχίζει από κει και πέρα και αφορά στο τί κομμάτι αυτού του «κοινωνικού αποθέματος» θα δοθεί για την ασφαλιστική κάλυψη των εργαζόμενων. Και οι δυο αντιλήψεις θεωρούν ότι αυτό που ονομάζεται «κοινωνική μέριμνα» αποτελεί παραχώρηση, «δώρο» προς τους εργαζόμενους και διαφωνούν για το μέγεθος του «δώρου». Αμφότεροι θεωρούν κοινωνικά δίκαιο το ισχύον καπιταλιστικό καθεστώς. Αρνούνται ότι στηρίζεται στην εκμετάλλευση των εργαζόμενων. Ο κοινωνικός πλούτος όμως δεν είναι δημιούργημα των κεφαλαιοκρατών, αλλά των εργαζόμενων στη σφαίρα της υλικής παραγωγής. Όλες οι αξίες απ’ αυτούς παράγονται. Επομένως, και το «κοινωνικό απόθεμα» τους ανήκει εξ ολοκλήρου.

Κοινωνική Ασφάλιση στην Ελλάδα: Τα βασικά ταμεία, οι «μεγάλες παροχές», γιατί χρεοκόπησαν τα ταμεία, η προδοτική στάση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας.

(α) Ιστορική αναδρομή της Κοινωνικής Ασφάλισης

Οργανισμός κοινωνικής ασφάλισης εμφανίζεται στην Ελλάδα για πρώτη φορά το 1861 με την έναρξη λειτουργίας του ΝΑΤ, το οποίο νομοθετικά είχε ιδρυθεί από το 1836. Το 1880 ιδρύθηκε το Ταμείο Μεταλλευτών, αποτέλεσμα των πρώτων ταξικών αγώνων του ελληνικού εργατικού κινήματος.

Μεταξύ 1911 – 1914, επί Ελ. Βενιζέλου, ψηφίζεται από τη Βουλή σειρά νομοθετημάτων, τα οποία αποτέλεσαν, στη συνέχεια, τη βάση για την εργασιακή νομοθεσία. Στις λυσσαλέες αντιδράσεις πολιτικών αντιπάλων, του Παλατιού και των εργοδοτών, φυσικά, με περισσή κυνικότητα ο Ελ. Βενιζέλος φέρεται να έχει απαντήσει: «Κύριοι, αν δεν κάνομεν σήμερα τας νομίμους υποχωρήσεις προς τους εργαζόμενους, αύριο θα μας πάρουν με επανάστασιν πολύ περισσότερα».

Το 1922 η κλαδική κάλυψη επεκτάθηκε και σε άλλες κατηγορίες εργαζόμενων. Η Μικρασιατική Καταστροφή έφερε στην Ελλάδα 1,5 εκατομμύριο πρόσφυγες, και κατ’ επέκταση πληθώρα εργατικών χεριών. Οι εργασιακές συνθήκες χειροτερεύουν ραγδαία. Τότε ψηφίζεται ο νόμος 2868/1922 που καθιστά υποχρεωτική την ασφάλιση «εργατών και ιδιωτικών υπαλλήλων». Στο πλαίσιο αυτό ιδρύονται σειρά ασφαλιστικών ταμείων.

Το 1928 ιδρύεται το ΤΣΑΥ των Υγειονομικών, το 1929 το Ταμείο νομικών και εφημεριδοπωλών, το 1930 το ΤΑΚΕ των κληρικών, το 1931 το Ταμείο των εκτελωνιστών και των τυπογράφων. Οι νόμοι 5733/1932 και 6298/1934 γενικεύουν τον θεσμό της κοινωνικής ασφάλισης.  Ακολουθούν τα ταμεία ΤΣΑ των αυτοκινητιστών το 1932, το ΤΣΜΕΔΕ των μηχανικών και των εργοληπτών δημοσίων έργων το 1934 μαζί με το ΤΕΒΕ, των επαγγελματιών και βιοτεχνών, των Χρηματιστών το 1935, το ΤΑΕ των εμπόρων το 1940 και ακολουθεί πληθώρα άλλων.

Από την 1η Δεκέμβρη 1937 αρχίζει να λειτουργεί σαν ΝΠΔΔ το ΙΚΑ με βάση το νόμο 6298/1934. Οι αγρότες παραμένουν ανασφάλιστοι μέχρι το 1961, οπότε ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής υιοθετεί νομοθεσία για τον ΟΓΑ, ενόψει των δύσκολων εκλογών της 29ης Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς.

Η περίοδος στην οποία ολοκληρώνεται σαν θεσμός η κοινωνική ασφάλιση των μισθωτών, τη δεκαετία του ’30, είναι μια περίοδος σκληρών ταξικών αγώνων των εργατών και εργαζόμενων. Αγώνων που αυτή τη φορά σφραγίζονται και από την παρουσία του ΚΚΕ. Η υλοποίηση του νόμου του 1934 και η δημιουργία του ΙΚΑ από τη μεταξική δικτατορία θυμίζει την τακτική του Βίσμαρκ. Την ίδια στιγμή που οι κομμουνιστές σφάζονται στα μπουντρούμια του Μανιαδάκη, η αστική τάξη προσπαθεί να τραβήξει το εργατικό κίνημα από τον σοσιαλιστικό δρόμο, και κυρίως να το «κατευνάσει» και να το χειραγωγήσει – εξαγοράσει όσο γίνεται, προσφέροντας του για πρώτη φορά στην Ελλάδα μια δόση «κράτους πρόνοιας».

Μέχρι το 1990 η εικόνα των κοινωνικών ασφαλίσεων εμφανίζει πλήθος διαφορετικών ασφαλιστικών οργανισμών. Ακόμη και ο υπολογισμός για τον αριθμό των φορέων, τότε, διαφέρει. Η ΟΤΟΕ τους υπολόγιζε σε 325, η ΠΟΣΕ-ΙΚΑ σε 373 και το ΕΚΑ σε 388. Φυσικά περιλαμβάνονται και οι ασφαλιστικοί οργανισμοί εμπόρων, ελεύθερων επαγγελματιών.

(β) Το «προβληματικά» ταμεία το 1990

 

ΙΚΑ: Ο μεγαλύτερος ασφαλιστικός οργανισμός. Προσφέρει υπηρεσίες ασφάλισης και υγείας σε 6.500.000 άμεσα και έμμεσα ασφαλισμένους.

ΝΑΤ: Στο ΝΑΤ ασφαλίζονται οι ναυτικοί. Η εν γένει πολιτική του εφοπλιστικού κεφαλαίο και του αστικού κράτους κατάντησε σήμερα ελλειμματικό το αρχαιότερο ταμείο ασφάλισης των ελλήνων εργατών. Το 1988 το ΝΑΤ είχε έλλειμμα 120 δισ. και το 1990 θα έπεφτε στα 95  δισ. Το ΝΑΤ μέχρι το 1975 θεωρούνταν ένα από τα πλουσιότερα ασφαλιστικά ταμεία του κόσμου με αποθεματικά μεγαλύτερα από της BANK of America. H υποχρεωτική δραχμοποίησή τους με αποφάσεις των πρώτων μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων, η επιλογή ολοένα περισσότερων ξένων ναυτικών από τους εφοπλιστές επειδή ήταν «φτηνότεροι» και δούλευαν χωρίς ασφάλιση, η ένταξη σε αυτό για συνταξιοδότηση και μόνο (και όχι εισφορές) διαφόρων πρωταθλητών και όλων των επαναπατριζόμενων από πρώην ανατολικές χώρες, και τελικά η δανειοδότηση με επιτόκιο 4% της κατασκευής του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας (την ώρα που το ΝΑΤ δανειζόταν με επιτόκιο περίπου 25% από τις τράπεζες), είναι μερικοί από τους λόγους που οδήγησαν στην καταστροφή του.

Πρέπει να σημειώσουμε ότι η κυβέρνηση εκείνης της περιόδου προέβη σε μια απάτη ώστε να διογκώσει τεχνητά το έλλειμμα. Το συνολικό έλλειμμα όλων των ασφαλιστικών οργανισμών για το 1990 είναι: ΙΚΑ 365,5 δισ. + ΝΑΤ 95,3 δισ. + ΟΓΑ 117,8 δισ. =587 δισ. Ποσοστό 5,5% του ΑΕΠ. Η κυβέρνηση, όμως, προσθέτει και τις δαπάνες για συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων, που έτσι κι αλλιώς κάθε χρόνο πληρώνει το κράτος και κατασκευάζει το 1 τρισεκατομμύριο ελλείμματος που προπαγάνδιζε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.

(γ) Και τα πλεονασματικά το 1990

Δημόσιο: Στο δημόσιο δεν υπάρχει ταμείο κύριας σύνταξης, αλλά αυτή δίνεται από το κράτος. Αυτό δεν αποτελεί προνόμιο, όπως είθισται να ισχυρίζονται πολλοί. Άλλωστε το ίδιο το αστικό κράτος έφτιαξε το συνταξιοδοτικό καθεστώς των δημοσίων υπαλλήλων. Ο μισθός υπολογίζεται έτσι που να καλύπτεται και η κρατική δαπάνη για σύνταξη. Το ζήτημα βρίσκεται στον λογιστικό τρόπο κατανομής μισθού και ασφαλιστικής δαπάνης. Στο δημόσιο υπάρχουν και τα εξής ταμεία:

ΜΤΠΥ (Μετοχικό Ταμείο Πολιτικών Υπαλλήλων) που υπάγεται στο υπουργείο Οικονομικών και δίνει επικουρική σύνταξη.

ΤΠΔΥ (Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων) που δίνει το εφάπαξ και στηρίζεται σε κρατήσεις των ίδιων των υπαλλήλων.

Ταμεία Αρωγής (14, κατανεμημένα κατά υπουργείο ή υπηρεσία), δίνουν κι αυτά επικουρική σύνταξη και στηρίζονται επίσης σε εισφορές των εργαζόμενων. Για μεγάλο χρονικό διάστημα όλα τα ταμεία των δημοσίων υπαλλήλων ήταν πλεονασματικά.

Τράπεζες: Οι τράπεζες έχουν ένα πολύπλοκο ασφαλιστικό σύστημα. Το ένα τρίτο περίπου των τραπεζοϋπαλλήλων υπάγεται, όσον αφορά την κύρια σύνταξη, στο κοινό ασφαλιστικό καθεστώς του ΙΚΑ. Οι υπόλοιποι υπάγονται σε αυτοτελή ταμεία κύριας ασφάλισης-σύνταξης με καθεστώς συνταξιοδότησης όμοιο με αυτό των δημοσίων υπαλλήλων. Από τα ταμεία αυτά τρία μόνο είναι ελλειμματικά. Στις τράπεζες οι εργαζόμενοι πληρώνουν εισφορές και στα ταμεία κύριας σύνταξης. Όλοι οι τραπεζοϋπάλληλοι (εκτός από εκείνους που δουλεύουν σε ξένες τράπεζες), ανεξάρτητα από το καθεστώς κύριας ασφάλισης-σύνταξης, έχουν ασφάλιση σε ειδικά επικουρικά ταμεία. Τα ταμεία αυτά λειτουργούν σε καθαρά ανταποδοτική βάση και είναι πλεονασματικά. Οι τραπεζοϋπάλληλοι που δεν υπάγονται στο ΙΚΑ έχουν ξεχωριστά δικά τους ταμεία που καλύπτουν τους κινδύνους ασθενείας. Σε αυτά πληρώνουν ειδική εισφορά και τα ταμεία είναι πλεονασματικά.

ΔΕΗ: Η ΔΕΗ έχει ένα εντελώς ιδιαίτερο ασφαλιστικό καθεστώς που καθιερώθηκε με το νόμο 4491/1966. Δεν υπάρχει ασφαλιστικό ταμείο, αλλά μια υπηρεσία της ΔΕΗ, η Διεύθυνση Ασφάλισης Προσωπικού (ΔΑΠ/ΔΕΗ), η οποία μαζεύει τις εισφορές των εργαζομένων, τις επενδύει στα έργα της ΔΕΗ και η επιχείρηση τους καλύπτει ασφαλιστικά. Με τον τρόπο αυτό η ΔΕΗ έχει πλεονάσματα (100 δισ. το 1986) πέρα από την καπιταλιστική εκμετάλλευση των ασφαλιστικών εισφορών, που αντικαθιστούν τμήμα του δανεισμού που θα αναγκαζόταν να καταφύγει. Άλλωστε, αυτό το καθεστώς υπήρξε πρόταση της ίδιας της ΔΕΗ.

ΤΑΠ-ΟΤΕ: Κλαδικό ταμείο στο οποίο υπάγονται οι εργαζόμενοι στον ΟΤΕ, το ΟΣΕ και τα ΕΛΤΑ. Πλεονασματικό.

Νυν ΕΤΑΠ ΜΜΕ (ΤΣΠΕΑΘ – ΤΑΙΣΥΤ): Εργαζόμενοι στα ΜΜΕ παραμένει πλεονασματικό μέχρι σήμερα 2016.

ασφαλιστικό1

(δ) Οι «υψηλές» παροχές και τα «προνόμια»

Η προπαγάνδα των αστικών κυβερνήσεων ισχυρίζεται ότι για τα ελλείμματα των ταμείων φταίνε οι υψηλές παροχές και τα προνόμια των ασφαλισμένων. Αυτό το παραμύθι καταρρίπτεται εύκολα αν κοιτάξει κανείς την εξέλιξη των δαπανών κοινωνικής ασφάλισης σαν ποσοστό του ΑΕΠ.

Το 1987 η Ελλάδα βρισκόταν στην τελευταία θέση της ΕΟΚ με ποσοστό κοινωνικής ασφάλισης κάτω κι απ’ αυτό της Αγγλίας στην οποία κυριαρχούσε η Μάργκαρετ Θάτσερ. Ήταν πολύ κάτω από τον μέσο όρο των χωρών-μελών της Οικονομικής Κοινότητας. Μάλιστα, από τότε υπήρχε γενική μείωση δαπανών για την κοινωνική ασφάλιση.

Επομένως, ακολουθώντας καθαρά την αστική λογική και εξετάζοντας το ζήτημα με αυστηρά επιχειρηματικά κριτήρια, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι σε καμιά περίπτωση το πρόβλημα της κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα δεν είναι πρόβλημα δαπανών, δηλαδή παροχών και προνομίων. Βέβαια, οι εργαζόμενοι ξέρουν πολύ καλά ποιο είναι το επίπεδο των παροχών των ασφαλιστικών οργανισμών στην Ελλάδα.

Όταν οι συντάξεις του ΟΓΑ το 1990 ήταν στο επίπεδο των 10.000 δραχμών, όταν το 80% των συνταξιούχων του ΙΚΑ μόλις που άγγιζε την κατώτατη σύνταξη και όταν οι δημόσιοι υπάλληλοι λάμβαναν συντάξεις κάτω από το 60% των εν ενεργεία αποδοχών, αν και ο νόμος προέβλεπε να είναι στο 80%, τότε δεν έχουν ανάγκη οι ασφαλισμένοι από αριθμούς και στατιστικές. Ξέρουν πολύ καλά τι συμβαίνει. Την ίδια χρονιά, 1987, η Ελλάδα κατέγραφε το μεγαλύτερο ποσοστό (37,3%) εισφοράς εργαζομένων στα συνολικά έσοδα της κοινωνικής ασφάλισης στις χώρες-μέλη της ΕΟΚ. Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι και με την αστική αντίληψη για την κοινωνική ασφάλιση, η Ελλάδα έχει το μάξιμουμ των εισφορών των ίδιων των ασφαλισμένων και το μίνιμουμ παροχών κοινωνικής ασφάλισης.

(ε) Ο κλέφτης βρίσκεται εντός

Παρά, λοιπόν, τα παραπάνω, η λέξη «έλλειμμα» συνοδεύει την κατάσταση των Ταμείων και ειδικά του μεγαλύτερου, του ΙΚΑ. Το ερώτημα είναι αναπόφευκτο; Γιατί συμβαίνει αυτό και ποιοι ευθύνονται. Η απάντηση αυτονόητη. Το αστικό κράτος και οι καπιταλιστές και οι λόγοι είναι πολλοί.

1)Ανυπαρξία κρατικής συμμετοχής στα έσοδα των ταμείων

Όλα τα ασφαλιστικά συστήματα στις περισσότερες καπιταλιστικές χώρες στηρίζονταν στην τριμερή χρηματοδότηση. Δηλαδή εργαζόμενοι-καπιταλιστές-αστικό κράτος. Άλλωστε, αυτό είναι και το νόημα του «κράτους πρόνοιας». Τι είδους κράτος θα ήταν χωρίς κρατική συμμετοχή; Στην Ελλάδα, όμως, αυτό δεν έγινε και αποτελεί μια από τις βασικότερες αιτίες της «ωρίμανσης του ΙΚΑ». Δηλαδή της οικονομικής του χρεοκοπίας.

Το 1951 ψηφίστηκε ο Αναγκαστικός Νόμος 1846 που ρύθμιζε όλα τα ζητήματα κοινωνικών ασφαλίσεων. Με τον νόμο αυτό αρχίζει στην ουσία η πραγματική λειτουργία του ΙΚΑ και η γενίκευση της κοινωνικής ασφάλισης. Περιττό να αναφερθούμε στους λόγους που ανάγκασαν να βγει αυτός ο νόμος. Η «κομμουνιστική ανταρσία» μόλις είχε κατασταλεί και η πίεση που έρχονταν από το εργατικό κίνημα, πάρα την ήττα, ήταν τεράστια. Η ίδια η εισηγητική έκθεση του νόμου παραδέχεται ότι πρόκειται για προσαρμογή στα μεταπολεμικά δεδομένα και φέρνει σαν παράδειγμα χώρες που βελτίωσαν τις κοινωνικές ασφαλίσεις, όλη την καπιταλιστική Δύση, ακόμη και τα λατινοαμερικάνικα καθεστώτα, ενώ αποσιωπά εντελώς τις σοσιαλιστικές χώρες, χωρίς να παραλείπει να αναφερθεί στη Γιουγκοσλαβία που ήδη «ανήκει εις την δύσιν».

Το άρθρο 24 του νόμου αναφέρει:

Το ΙΚΑ έχει ως πόρους:

Α)Εισφοράς των παρ’ αυτώ ησφαλισμένων

Β)Εισφοράς των εργοδοτών

Γ)Τας πάσης φύσεως προσόδους εκ της περιουσίας αυτού

Δ)Εισφοράς του κράτους, καταβλητέας, από του οικονομικού έτους 1953-54, καθοριζόμενης δε κατ’ έτος δι’ αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών, διά της αναγραφής της σχετικής πιστώσεως εις τον ειδικόν προϋπολογισμόν του Υπουργείου Εργασίας. Αι εν λόγω κρατικαί εισφοραί κατανέμονται προτάσει του Δ.Σ του ΙΚΑ δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εργασίας εις ένα ή πλειόνας των ασφαλιστικών κλαδων, και αναλόγως των αναγκών εκάστου.

 

Ενώ το άρθρο 25 ορίζει ακριβώς τις εργατικές και εργοδοτικές εισφορές και την κατανομή τους κατά κλάδο (ασθένεια και μητρότητα σε είδος και σε χρήμα-αναπηρίας, γήρατος και θανάτου-ανεργίας), για την κρατική εισφορά δεν ορίζει απολύτως τίποτα. Είναι φανερό. Η διάταξη μπήκε απλώς για να φαίνεται ότι υπάρχει τριμερής συμμετοχή, δηλαδή «κράτος πρόνοιας». Το αστικό κράτος ήταν αποφασισμένο να μη βάλει δεκάρα για την κοινωνική ασφάλιση. Εκείνη την εποχή το ΙΚΑ είχε μια σχέση συνταξιούχων προς ασφαλισμένους περίπου 1:16, γιατί στην ουσία μόλις τότε άρχιζε να λειτουργεί πλατιά. Επομένως «έβγαινε» οικονομικά και δημιουργούσε πλεόνασμα.

 

Μέχρι το 1986 το κράτος δεν πλήρωσε ούτε μια δραχμή στο ΙΚΑ. Από το 1980, που πρωτοεμφανίζεται έλλειμμα, μέχρι το 1985, το έλλειμμα καλυπτόταν με διάφορες άλλες απάτες των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ. Η κρατική χρηματοδότηση από το 1986 μέχρι και το 1990, στο σύνολο των ταμείων, ήταν 1.111 δισ.

Πόσα είναι αυτά που κλάπηκαν από τη συμμετοχή του κράτους επί 33 χρόνια; Καμιά μελέτη δεν έχει γίνει ακριβώς γιατί δεν υπάρχει θεσμοθετημένο ποσοστό κρατικής συμμετοχής.

Μπορούμε όμως  να κάνουμε ένα πρόχειρο υπολογισμό. Ο μέσος όρος κρατικών εισφορών στις χώρες της ΕΟΚ (σ.σ για το 1990) είναι 38%. Αν θεωρήσουμε, λοιπόν, ότι το κράτος έπρεπε να συνεισφέρει κατά το 1/3 στα έσοδα του ΙΚΑ, σε σημερινές τιμές έχουμε ετήσια κρατική εισφορά 170 δισ. (έσοδα ΙΚΑ 1990 510 δισ.). Αν πολλαπλασιάσουμε αυτό το ποσό με τα 33 χρόνια που δεν πληρώθηκαν κρατικές εισφορές, παίρνουμε ένα πόσο 5.6 δισ. σε σημερινές τιμές. Αυτό είναι ενδεικτικός υπολογισμός που δείχνει την τάξη μεγέθους της κλοπής μόνο απ’ αυτή την πηγή που ξεπερνά τα 5,5 τρισεκατομμύρια!

ασφαλιστικο4

Η ληστεία των αποθεματικών

Το αστικό κράτος όχι μόνο δεν πλήρωσε δεκάρα εισφορά στην ασφάλιση, αλλά, μόλις μαζεύτηκαν τα πρώτα λεφτά στα ταμεία (επειδή τα έσοδα ήταν μεγάλα και τα έξοδα μικρά, γιατί δεν υπήρχαν συνταξιούχοι), αποφάσισε να βάλει χέρι στα αποθεματικά τους.

Με τον Αναγκαστικό Νόμο 1611 του 1950 (τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το Νομοθετικό Διάταγμα 2999 της 7η Σεπτεμβρίου 1954, επί κυβέρνησης Παπάγου), τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων δεσμεύονταν υποχρεωτικά σε ειδικό λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδας με σκοπό τη χρηματοδότηση της Γεωργίας, του Εμπορίου και της Βιομηχανίας. Το επιτόκιο θα οριζόταν κάθε φορά με απόφαση της Νομισματικής Επιτροπής. Πρακτικά ήταν δεσμευμένα για χαμηλότοκη δανειοδότηση επιχειρηματιών ενώ την ίδια ώρα τα ταμεία, αν ήθελαν να δανειστούν, το έπρατταν με επιτόκιο περίπου 30%.  Αντί το κράτος να χρηματοδοτεί την κοινωνική ασφάλιση, όχι μόνο δεν έδινε δεκάρα αλλά έπαιρνε τα χρήματα των ταμείων για να χρηματοδοτεί τους εργοδότες. Όσα δεν δίνονταν σε δάνεια, επενδύονταν υποχρεωτικά σε ομολογίες ή μετοχές με αποκλειστικό διαχειριστή τους το αστικό κράτος.

Είναι χαρακτηριστική η εξέλιξη των επιτοκίων.

1/1/1951 μέχρι 31/12/1978     4%

1/1/1979 μέχρι 31/8/1979       6%

1/9/1979 μέχρι 30/6/1980       10%

1/7/1980 μέχρι 15/6/1984       11,5%

16/6/1984 μέχρι 10/7/1988     15%

11/7/1988 μέχρι 1990             14,5%

 

Επιτόκιο 4% την ίδια στιγμή που ο πληθωρισμός κυμαινόταν μεταξύ 20% και 25%. Και το 1990 ακόμη επιτόκιο 14,5% για δεσμευμένους λογαριασμούς που στην τραπεζική αγορά ήταν ελεύθερα διαπραγματεύσιμο και μπορούσε να φτάσει το 25%. Χωρίς να υπολογίζουμε ότι αυτά τα χρήματα δεν τοκίζονταν απλώς, αλλά τζιράρονταν στην αγορά και θησαύριζαν οι τράπεζες και οι καπιταλιστές, ενώ χρηματοδοτούνταν και ο κρατικός προϋπολογισμός.

Φυσικά, τα αποθεματικά εξανεμίζονταν, αφού έχαναν κάθε χρόνο 15% με 20% της αξίας τους. Πόσες είναι απώλειες από την κλοπή των αποθεματικών; Καμία μελέτη δεν έχει γίνει, μολονότι υπάρχουν τα στοιχεία από τους ισολογισμούς των ταμείων και την κίνηση του Ειδικού Λογαριασμού της ΤτΕ.

Σε ανακοίνωση της στις 8 Αυγούστου 1990, η Ομοσπονδία Οικοδόμων και Συναφών Επαγγελμάτων Ελλάδας αναφέρει ότι μόνο το ΙΚΑ έχει χάσει από τους τόκους των αποθεματικών 450 δισ. δραχμές. Καίτοι ο υπολογισμός είναι αυθαίρετος, αν χρησιμοποιηθεί ενδεικτικά δείχνει ότι και μόνο με αυτά τα χρήματα το ΙΚΑ δεν θα είχε ούτε μια δραχμή χρέος. Πρέπει να σημειώσουμε ότι τα πρώτα αποθεματικά του ΙΚΑ χρησιμοποιήθηκαν για τις ανάγκες του πολέμου του 1940 και όσα απέμειναν εξανεμίστηκαν κατά τη γερμανική κατοχή. Επίσης, με την υποτίμηση της δραχμής το 1953 τα αποθεματικά εκείνης της στιγμής μειώθηκαν απευθείας στο μισό.

asfalistiko5

Δανεισμός

Το έγκλημα κράτους-καπιταλιστών δεν αφορά μόνο την αρπαγή των αποθεματικών. Όταν εμφανίστηκαν τα πρώτα ελλείμματα έβαλε το ΙΚΑ να δανείζεται με το ακριβότερο επιτόκιο της τραπεζικής αγοράς.

Τα πρώτα δάνεια επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ ήταν με επιτόκιο 18,5%, ενώ το ΙΚΑ αναγκάστηκε, από το 1990, να δανείζεται με 27%-28% αφού ο προϋπολογισμός του 1990 έδινε κρατική επιχορήγηση η οποία αφήνει και ένα οργανικό έλλειμμα της τάξης των 51 δισ. το οποίο μόνο με δανεισμό μπορεί να καλυφθεί. Από τα 643 δισ. δραχμές που είναι το σωρευμένο έλλειμμα του ΙΚΑ, τα 382 είναι τόκοι δανείων.

Οι τράπεζες πάντα εκμεταλλεύονταν το ΙΚΑ. Το 1990, μόνο από τις εισπράξεις για λογαριασμό του ΙΚΑ, οι τράπεζες διακινούσαν περίπου 50 δισ. το μήνα, τα οποία κατακρατούσαν και απέδιδαν άτοκα μετά από τρεις μήνες. Αυτό γίνεται παράνομα, διότι το άρθρο 4 του ΑΝ1611/1950 ορίζει ρητά ότι «αι τράπεζαι ή οι τραπεζικοί οργανισμοί υποχρεούνται να μεταφέρωσιν ανά δεκαπενθήμερον και μετά την κάλυψιν των εις αυτό εμπιμπτουσών δαπανών, εν ονόματι του οικείου Δημοσίου Οργανισμού εις τον κατά την παράγραφρον 2 του άρθρου 2 Ειδικόν Λογαριασμόν Διαχειρίσεως Διαθεσίμων Δημοσίων Οργανισμών, παν ποσόν πέρα του αναγκαιούντος αποκλειστικώς δια τας πληρωμάς των τακτικών δαπανών του επόμενου δεκαπενθήμερου».

 

Κοινωνική δημαγωγία εις βάρος των ταμείων

Ας θυμίσουμε το Σύνταγμα. Άρθρο 21, παρ. 3. «Το Κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητας, του γήρατος, της αναπηρίας και γι την περίθαλψη των απόρων».

Το κράτος «θυμάται» αυτό το άρθρο όταν δεν μπορεί να κάνει αλλιώς ή για να δημαγωγήσει. Η «λεπτομέρεια» είναι ότι όποτε θέλει να τηρήσει την υποχρέωση του, φορτώνει το κόστος στους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης (ξεχνά βέβαια την αρχή της ανταποδοτικότητας).

Το σύνολο, σχεδόν, της «κοινωνικής πρόνοιας» περνάει μέσα από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς. Μάλιστα, επί χούντας (Μάρτιος 1970) ψηφίστηκε Νομοθετικό Διάταγμα στο οποίο προβλεπόταν να χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό όλες οι προνοιακές δαπάνες. [..] Η πολιτική να φορτώνονται στο ΙΚΑ δαπάνες «κοινωνικής πρόνοιας» ακολουθήθηκε και πριν το νομοθετικό διάταγμα της χούντας. Όλα τα ταμεία που γίνονταν προβληματικά περνούσαν αμέσως στο ΙΚΑ χωρίς το κράτος να καταβάλλει την παραμικρή δαπάνη. Από το 1952 συγχωνεύτηκαν με το ΙΚΑ πάνω από 20 κλαδικά ασφαλιστικά ταμεία.

Επίσης, με διάφορους νόμους συνταξιοδοτούνταν από το ΙΚΑ διάφορες κατηγορίες πολιτών, όπως ομογενείς από την Αίγυπτο, την Τουρκία και πολιτικοί πρόσφυγες από τη Ρουμανία κ.α. Επιπλέον, το ΙΚΑ εμπλεκόταν σε όλα σχεδόν τα προγράμματα του ΟΑΕΔ και συμμετείχε στη χρηματοδότηση τους. Για όλα αυτά το κράτος έχει πληρώσει μηδαμινά ποσά.

Καμία ολοκληρωμένη μελέτη δεν είχε γίνει μέχρι το 1990 που να αποδεικνύει πόσα χρήματα χρωστάει το κράτος στο ΙΚΑ από το φόρτωμα σ’ αυτό της «προνοιακής του πολιτικής». Σίγουρα πρόκειται για εκατοντάδες δισ. δραχμές.

 

Εισφοροαπαλλαγές κεφαλαίου

Πρόκειται για ιδιαίτερα αποκαλυπτικό πεδίο: Μέσα από διάφορους νόμους και ρυθμίσεις χαρίζονταν (και δεν υπάρχει λόγος να έχει αλλάξει αυτό σήμερα) τεράστια ποσά στους καπιταλιστές από τις ασφαλιστικές εισφορές που είναι υποχρεωμένοι να καταβάλλουν.

Παράδειγμα. Οι εξαγωγές εμπορευμάτων και οι επισκευές πλοίων με εισαγωγή συναλλάγματος, επιφέρουν στους καπιταλιστές επιστροφή τμήματος των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών ισόποσου με την εισφορά των εργαζόμενων. […] Υπολογίστηκε ότι το 1981 το κόστος αυτού του είδους των εισφοροαπαλλαγών έφτασε τα 2,5 δισ. δραχμές, δηλαδή 3% από τα έσοδα του ΙΚΑ από εισφορές. Υποτίθεται ότι από το 1982 έληξε αυτό το προνόμιο των καπιταλιστών, όμως επαναφέρθηκε με τον Ν. 1360/83 για τις προβληματικές επιχειρήσεις και το ΙΚΑ έχασε κι άλλα δισεκατομμύρια. Το διάστημα 1976-83 το ΙΚΑ έχασε από εισφοροαπαλλαγές 23 δισ. δραχμές.

Από τον Μάιο του 1990, με τον νόμο Σουφλιά, νέες εισφοροαπαλλαγές προστέθηκαν. Στο άρθρο 39  αυτού του νόμου, ορίστηκε η ασφαλιστική κάλυψη των μερικώς απασχολούμενων και μπήκε χέρι στο βασικό ασφαλιστικό μεροκάματο. Γίνεται όμως πιο.. ωραίο στο άρθρο 43. Οι καπιταλιστές είχαν δικαίωμα να προσφέρουν πριμ παραγωγικότητας για το οποίο δεν θα κατέβαλλαν καμιά ασφαλιστική εισφορά. […] Φυσικά, το κράτος δεν πλήρωσε ούτε μια δραχμή για την κάλυψη των εισφοροαπαλλαγών, παρ’ όλο που είχε υποχρέωση από το Ν.Δ 465/1970. Σαν εισφοροαπαλλαγή πρέπει να θεωρηθεί η πολύ χαμηλή εργοδοτική εισφορά στην Ελλάδα. Μέχρι το 1990 έμεινε καθηλωμένη στα ίδια ποσοστά για 12 ολόκληρα χρόνια.

Εισφοροδιαφυγή και νομιμοποίηση από το κράτος

Βέβαια δεν είναι μόνο η εισφοροαπαλλαγή. Μαζί και η εισφοροδιαφυγή που δεν αφορά μόνο τους εργοδότες αλλά και αυτή των εργαζομένων που τους την παρακρατούν κανονικά από τον μισθό. Καθαρή κλοπή. Πώς τιμωρείται όμως αυτή η κλοπή σύμφωνα με τον νόμο; Μέχρι το 1990 θεωρούνταν υπεξαίρεση σε βαθμό πλημμελήματος ασχέτως ποσού. […]

Η εισφοροδιαφυγή έγινε μορφή επένδυσης για τους καπιταλιστές. Όχι μόνο γιατί υπήρχαν ανώτατα όρια στα τέλη υπερημερίας που έβαζε το ΙΚΑ, αλλά και γιατί το αστικό κράτος συχνά-πυκνά προέβαινε σε προκλητικές ρυθμίσεις των καθυστερούμενων εισφορών, με αποτέλεσμα πολλοί εργοδότες να μην πληρώνουν περιμένοντας την επόμενη ευνοϊκή ρύθμιση. Δύο τέτοιες έγιναν το 1976 και το 1982 από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με τις οποίες οι εργοδότες απαλλάχτηκαν από πρόσθετα τέλη και τους επιτράπηκε να πληρώσουν με δόσεις τα κλεμμένα λεφτά των εργαζόμενων. Από το 1982 μέχρι το 1985 υπολογίστηκε ότι στους εργοδότες χαρίστηκαν πάνω από 20 δισ. δραχμές. Υπολογίστηκε ότι το ΙΚΑ έχανε το 4% των ετήσιων εσόδων του από τις καθυστερήσεις των καπιταλιστών να πληρώσουν. Στις αρχές του 1990 οι βεβαιωμένες οφειλές προς το ΙΚΑ ανέρχονταν στα 32,5 δισ. δραχμές.

Πέρα από τις έκτακτες ρυθμίσεις, δημιουργήθηκε στο ΙΚΑ η περιβόητη Επιτροπή Αναστολών. Αντί να στέλνει τους καπιταλιστές στον εισαγγελέα προχωρούσε σε μόνιμη βάση σε ευνοϊκές ρυθμίσεις των καθυστερούμενων οφειλών τους. Το ΠΑΣΟΚ τη μετονόμασε σε Επιτροπή Διακανονισμών. Μέσω αυτής ακύρωνε στην πράξη τις διατάξεις του νόμου που ποινικοποιούσαν σε βαθμό πλημμελήματος την εισφοροδιαφυγή.

Η εισφοροδιαφυγή, όμως, δεν αφορά κύρια τις καθυστερήσεις. Αφορά περισσότερο τις μη βεβαιωμένες εισφορές, δηλαδή τη μη καταβολή ασφαλίστρου για το σύνολο των αποδοχών, αλλά μόνο στο ύψος των συλλογικών συμβάσεων. Επίσης, στην εισφοροδιαφυγή συμβάλλει και η «μαύρη εργασία». Παλιότερα κυρίως των ξένων εργατών, σήμερα και των Ελλήνων.  Το 1990, σύμφωνα με υπολογισμό της ΠΟΣΕ-ΙΚΑ το 1990, η εισφοροδιαφυγή ανερχόταν στο 25% του ετησίου προϋπολογισμού του ΙΚΑ.

Υπάρχει όμως και η επίσημη εισφοροδιαφυγή. Αυτό που γίνεται με τις προβληματικές επιχειρήσεις. Οι ιδιοκτήτες απαλλάσσονται και από τις οφειλές στο ΙΚΑ. Δηλαδή, εκτός από τα έμμεσα κλεμμένα χρήματα του ελληνικού λαού (μέσω των ανεξόφλητων τραπεζικών δανείων), έχουμε κι άμεση κλοπή των ασφαλιστικών εισφορών. Επιχειρήσεις πουλιούνται χωρίς το ΙΚΑ να πάρει δεκάρα από τις οφειλές προς αυτό, ενώ οι νέοι αγοραστές παίρνουν τις επιχειρήσεις καθαρές από κάθε είδους χρέη.

asfalistik6

Άλλες αιτίες

Εργοδότες και κράτος δεν πληρώνουν εισφορές για τους ανέργους. Αν υπολογίσουμε πόσο αυξήθηκε η ανεργία θα ανακαλύψουμε μια ακόμη αιτία για τα ελλείμματα του ΙΚΑ καθώς και για τη χειροτέρευση της σχέσης ενεργών ασφαλισμένων προς συνταξιούχους. Ακολούθησαν από το 1990 και μετά και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, η καθήλωση, αρχικώς, και στη συνέχεια η δραματική μείωση των μισθών και η εντυπωσιακή διεύρυνση των ελαστικών μορφών εργασίας.

Τέλος, οι «εσωτερικές ληστείες». Με το που πρωτοφάνηκαν τα έλλειμματα του ΙΚΑ, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ άρχισε να αφαιρεί χρήματα από τον πλεονασματικό κλάδο υγείας και να χρηματοδοτεί τον ελλειμματικό κλάδο σύνταξης. Κανονικά έπρεπε να τον χρηματοδοτεί ο κρατικός προϋπολογισμός. Την περίοδο 1982-89 αφαιρέθηκαν από τον κλάδο υγείας του ΙΚΑ 133 δισ. δραχμές. Αποτέλεσμα; Να εξαθλιωθούν ακόμη περισσότερο οι παρεχόμενες από το ΙΚΑ υπηρεσίες υγείας, ενώ τότε άρχισε και η προπαγάνδα ενάντια στην «πολυφαρμακία», η οποία υποτίθεται ότι αποτελεί βασική αιτία των ελλειμμάτων.

Την ίδια περίοδο άρχισαν να ληστεύονται και τα χρήματα που μάζευε το ΙΚΑ για λογαριασμό του νέου επικουρικού ταμείου μισθωτών, του ΤΕΑΜ. Την περίοδο 1981-89 μεταφέρθηκαν από το ΤΕΑΜ για να χρηματοδοτήσουν τον κλάδο σύνταξης του ΙΚΑ 153 δισ. δραχμές.

Αποκαλύπτεται, λοιπόν, ότι αν δεν υπήρχαν οι διάφορες κλοπές, τα ταμεία θα είχαν πλεονάσματα. Το σωρευμένο έλλειμμα του ΙΚΑ το 1990 ήταν 643 δισ. δραχμές. Φαίνεται, λοιπόν, ξεκάθαρα ότι αστικό κράτος και καπιταλιστές χρεοκόπησαν τα ταμεία.

Ο ρόλος των εργοδοτικών συνδικαλιστικών ηγεσιών

«Η βασική πολιτική για την ασφάλιση θα πρέπει να λειτουργεί αναδιανεμητικά. Αρνούμαστε την επιλογή ασφαλιστικού συστήματος που έγινε με γνώμονα τη συσχέτιση εισφοράς και κάλυψης, γιατί με το σύστημα αυτό μένουν ακάλυπτα μεγάλα τμήματα του εργαζόμενου λαού. Είμαστε υπέρ ενός ασφαλιστικού συστήματος πραγματικής κοινωνικής αλληλεγγύης» δήλωναν εκπρόσωποι των συνδικαλιστικών ηγεσιών στα τέλη του 1989.

Λίγο αργότερα, η δήλωση αυτή «άλλαξε» ελαφρώς: «Οι εργαζόμενοι δεν ζητούν κάποια προστασία που να στηρίζεται στις αρχές της πρόνοιας, όπως ισχυρίζονται διάφοροι ειδικοί. Ζητούν την εξυγίανση και στήριξη του υπάρχοντος συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης, που στηρίζεται γενικά στη βάση της ανταποδοτικότητας». Και τελικά, ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ πρότειναν την «εθνική συμφωνία για την κοινωνική ασφάλιση». Μίλησαν για έξι αρχές και θέσεις οι οποίες όμως δεν κράτησαν παρά μόνο τέσσερις μέρες. Στις 21 Σεπτέμβρη, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ πρότεινε στην κυβέρνηση ανακωχή με έναν όρο: Τριμερή χρηματοδότηση.

Οι μεγαλύτερες οργανώσεις των συνδικαλιστών όχι μόνο επιμένουν στην τριμερή σαν βάση για τη λειτουργία ενός καθαρά ανταποδοτικού ασφαλιστικού συστήματος, αλλά έχουν βρει και αναλογίες: 2/9 εισφορές εργαζόμενων, 4/9 εισφορές εργοδοτών και 3/9 κρατική εισφορά. Από πού βγήκε αυτή η αναλογία; Από αντιγραφή των ισχυόντων κανόνων, το 1990,  στις χώρες της ΕΟΚ. Δηλαδή, από μια μηχανιστική αντιγραφή μοντέλων που ούτε όμοια είναι μεταξύ τους, αλλά και λειτουργούν σε διαφορετικές συνθήκες φορολογίας, ύψους εργατικών αποδοχών, κατάστασης ασφαλιστικών οργανισμών.

Ενδεικτικό της αναποτελεσματικότητας αυτής της λογικής είναι ότι πχ στην Ελλάδα, το 1990, η σχέση εισφοράς εργαζόμενου προς εργοδότη είναι 1:1,63, από τις ευνοϊκότερες για τους δεύτερους. Θα μπορούσε η ΓΣΕΕ να ζητήσει αύξηση του εργοδοτικού ασφαλίστρου για να βελτιωθεί η σχέση και να φτάσει αυτή του Βελγίου ή της Γαλλίας, για να μην πούμε της Σουηδίας (1:296,8) όπου το σύστημα στηριζόταν την ίδια περίοδο στην κρατική χρηματοδότηση μέσω της βαριάς άμεσης φορολογίας του εργαζόμενου και γι’ αυτό ήταν χαμηλή η άμεση ασφαλιστική εισφορά σε σχέση με του εργοδότη.

Στις συνθήκες, όμως, που επικρατούσαν, το 1990, στην Ελλάδα η πρόταση για τριμερή χρηματοδότηση σήμαινε επανάληψη του ίδιου φαύλου κύκλου.

Πώς φαίνεται αυτό; Ο προϋπολογισμός του ΙΚΑ για το 1990, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η ΓΣΕΕ, εμφανίζει ένα οργανικό έλλειμμα της τάξης των 243,1 δισ. δραχμές. Τα έσοδα του ΙΚΑ είναι 510 δισ. Αν υπήρχε η τριμερής, σύμφωνα με την αναλογία της ΓΣΕΕ, η κρατική επιχορήγηση θα ήταν 255 δισ. Την ίδια στιγμή όμως το ΙΚΑ πρέπει να πληρώσει μέσα στο 1990 άλλα 258,5 δισ. για τοκοχρεολύσια δανείων. Επομένως, η τριμερής από μόνη της δεν λύνει κανένα πρόβλημα.

Φυσικά, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες επιμένοντας στην τριμερή και στη ρύθμιση μέρους των χρεών, ανάλογα με τη θέληση της κυβέρνησης, διέγραψαν μια και καλή την κλοπή των τρισεκατομμυρίων από το κράτος και τους εργοδότες.

Παράλληλα, ήδη από το 1990 είχαν αρχίσει κάποιες πρώτες συζητήσεις περί ιδιωτικής ασφάλισης.

 Διαβάστε εδώ το Β’ Μέρος

Πηγές:

-Μαρξιστική Λενινιστική Επιθεώρηση, τχ2

-Εφημερίδα «Ριζοσπάστης»

-Εφημερίδα των Συντακτών

-Εφημερίδα «Κόντρα»

-Εφημερίδα «Ελευθεροτυπία»

-Εφημερίδα «Έθνος»

– http://www.aua.gr/gr/synd/eedip/Nea/2007/Asfal_DS_ESDEP-APTH_Synopsi_Nomon_07-12-7.pdf