“Μαύρο νερό”, Μιχάλης Μακρόπουλος

Κατάδυση στη σκιά

| 17/09/2019

Οι λέξεις λιγοστεύουν και μαζί το οξυγόνο, οι έξοδοι των σκέψεων, των συναισθημάτων, η ζεστασιά πέφτει και σπάει, οι ματιές τρέχουν σαν κυνηγημένα ζώα και μόνο μια τυχαία προσευχή αντέχει, ένας άνθρωπος που κουβαλά την αρρώστια και τη ζωή που επιμένει κι ας ξαπλώνει σε νεκρά κρεβάτια με το όπλο στο προσκεφάλι και το πράσινο μπουκάλι άδειο. Μόνο τα πρόσωπα μένουν να κοιτούν και μέσα από τη σιωπή να λένε αυτά που οι λέξεις δεν πρόλαβαν να πουν. Ο άνθρωπος στην τέλεια ομιλία με τον Θεό, στην οριστική και αμετάκλητη που η απώλεια την ορίζει και ανατρέπει τις σταθερές της απόστασης και των μεγεθών. Ο άνθρωπος έχει δίπλα του τον Δημιουργό και πρέπει να χάσει τα πάντα για να σπάσει η σιωπή. Μέχρι τότε οι λέξεις θα κατρακυλούν και θα μένει το “αμήν!” για να βάλει τον επίλογο σε μια ιστορία που λένε τα βουνά, τα ρυάκια, τα ποτάμια και τα πουλιά που δεν μένουν στον τόπο με το “μαύρο νερό”.

Ο Μιχάλης Μακρόπουλος γράφει για τα όρια αντοχής του ανθρώπου όταν όλα ερημώνουν μέσα του. Για την αποχώρηση της ζωής και τη μοναξιά της ομορφιάς. Για τη λύτρωση του θανάτου και τα τελευταία μέτρα πριν το φινάλε. Το μόνο που μένει είναι η προσμονή.  

Η νουβέλα του είναι γεννημένη στη φύση της Ηπείρου, τόπο που γνωρίζει καλά. Διαθέτει πίστη θρησκευτική, λιτή, δίχως μεγαλοστομίες και μεγάλα μήνυματα. Τα λόγια του Μακρόπουλου “αγκαλιάζονται” από την καθαρότητα του άγριου τοπίου, το μεγαλείο της απείραχτης θέας και τη θαυμαστή ικανότητα των αντικειμένων να επικοινωνούν και ενώνουν νεκρούς με ζωντανούς.

Ο λόγος του δεν έχει εξάρσεις, το υπόκωφο βουητό της ψυχής, ο ψίθυρος, αυτά χρειάζεται η “ήσυχη” αφήγηση του Μακρόπουλου. Εξάλλου, το σκηνικό δράσης δεν αφήνει περιθώριο. Θα ήταν παράταιρο αν η περιγραφή είχε ένταση, φωνές, κραυγές… Η κατάδυση στη σκιά δεν επιτρέπει ηρωισμούς και χρώματα άνοιξης. Σ’ ένα χωριό της Ηπείρου, πατέρας και γιος προσπαθούν να επιβιώσουν. Ο γιος ανάπηρος, ο πατέρας άνεργος, εργάτης και ο τόπος ρημαγμένος από βίαιες επιχειρηματικές παρεμβάσεις, μολυσμένος. Η “αξιοποίηση” της περιοχής απαιτεί από τους λιγοστούς κατοίκους να φύγουν από τα σπίτια τους και να πάνε σε διαμερίσματα, μοντέρνα, άνετα… Τους εκβιάζουν με τη διακοπή του επιδόματος που λαμβάνουν και αυτή του δρομολογίου που κάνει το λεωφορείο από το χωριό στην πόλη. Οταν οι απειλές πραγματοποιούνται, αρχίζει η αποσύνθεση. Μαζί και ο θάνατος των ψυχών. Ο πατέρας με τον ανάπηρο γιο, τον Χριστόφορο, μένουν μόνοι, παλεύουν, πιστεύουν και λίγο πριν το τέλος μια χαραμάδα ελπίδας ανοίγεται μέχρι να τη βρει το σκοτάδι. Το “Μαύρο νερό” (Εκδόσεις Κίχλη) είναι νουβέλα που ισορροπεί ανάμεσα στην ποιητική ατμόσφαιρα και τον κυνισμό της πραγματικότητας.

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε αθλητική δημοσιογραφία και παρά την αγάπη και την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, συνεχίζει να ασχολείται με το αθλητικό ρεπορτάζ. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνοντας βιβλιοπαρουσιάσεις