Ο Γκράμσι στην Πρέβεζα

40 χρόνια από την ίδρυση της Νέας Δημοκρατίας.

| 02/12/2014

Πολλαπλά αποκαλυπτική είναι η ομιλία που έδωσε πρόσφατα ο Μάκης Βορίδης στην Πρέβεζα, ενώπιον κομματικού ακροατηρίου, για τα 40 χρόνια από την ίδρυση της Νέας Δημοκρατίας. 

Το μεγαλύτερο μέρος της ήταν αφιερωμένο στις «αξιακές συγκρούσεις» ανάμεσα στην «άκρα αριστερά» και τη δεξιά παράταξη, η οποία έχει τις πνευματικές ρίζες της στον Περικλή Γιαννόπουλο, τον Ίωνα Δραγούμη, τον Παναγ. Κανελλόπουλο, τον Κωνστ. Τσάτσο. Αυτή η αξιακή σύγκρουση –πάντα σύμφωνα με τον ομιλητή– διαπερνά ολόκληρη την κοινωνία καθώς η άκρα αριστερά (στην οποία την τιμητική θέση κατέχει, σύμφωνα με τον ομιλητή, ο ΣΥΡΙΖΑ) κατέχει την ιδεολογική ηγεμονία, όπως την όρισε ο Γκράμσι ένας σκέτος «αριστερός διανοούμενος» (και όχι ένας κομμουνιστής των άκρων, όπως θα περιμέναμε).

Η δύναμη της άκρας αριστεράς στο χώρο των ιδεών και ειδικότερα των φορέων που ασκούν ιδεολογική επιρροή είναι δυσανάλογα μεγάλη σε σύγκριση με την πραγματική απήχησή της στην κοινωνία, λέει ο Μ.Β. και επικαλείται ως παράδειγμα τη συνδικαλιστική ένωση των δημοσιογράφων και τους συλλόγους των πανεπιστημιακών καθηγητών. Και στις δύο περιπτώσεις, η άκρα αριστερά υπερεκπροσωπείται, υποστηρίζει. Μάλιστα, ο Μ.Β. δεν διστάζει να παραφουσκώσει τους αριθμούς υποστηρίζοντας ότι η αριστερά στα συνδικαλιστικά όργανα των δημοσιογράφων έχει ποσοστό 70% ενώ αυτό που της αναλογεί, σύμφωνα με την απήχησή της στην κοινωνία, είναι 5%, 7%, άντε 10%.(Σύμφωνα με τη βορίδεια αριθμητική, το άθροισμα των ποσοστών όλων των παράξεων πρέπει να υπερβαίνει το 150%, κάτι που θυμίζει εκείνους που κάνουν στροφή 360 μοιρών».) Αριστεροί κυριαρχούν και ανάμεσα στους δασκάλους που μαθαίνουν γράμματα στα παιδιά μας, υπενθυμίζει ο Μ.Β. στο ακροατήριό του. Γονείς αγρυπνείτε!

Και να ’ταν μόνο οι δημοσιογράφοι και οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι… Όποια καλλιτεχνική πέτρα και αν σηκώσεις, αριστερό θα συναντήσεις: μουσικοί, τραγουδιστές, ποιητές, όλοι τους στην άκρα αριστερά ανήκουν. Μίμοι, κλόουν, χορωδοί, ακροβάτες, ξυλοπόδαροι.

Ποιος είναι ο καλλιτέχνης με την ισχυρότερη επιρροή στην Ελλάδα σήμερα; ρώτησε ο Μ.Β. το κοινό. Κάποιοι από την πλατεία φώναξαν «ο Θεοδωράκης!», όμως ο ομιλητής τούς διόρθωσε: «Ο Λαζόπουλος», ο οποίος «είναι στρατευμένος στην ιδεολογία της άκρα αριστεράς»

Κι εδώ έγκειται ο κίνδυνος κατά τον Μ.Β.: ο κόσμος ακούει έναν ακροαριστερό τραγουδιστή στο ραδιόφωνο, περνάει καλά, διασκεδάζει κι έτσι η άκρα αριστερά «νομιμοποιείται». (Ο ομιλητής δεν κάνει καμία εννοιολογική διάκριση ανάμεσα στη δημοτικότητα, την επιρροή, την υπεροχή: αν ο Λαζόπουλος είναι ο πιο «επιδραστικός», ο δεύτερος πρέπει να είναι ο Γιάννης Σεφερλής ή ο Θέμος Αναστασιάδης. Και επομένως, θα μπορούσε να αντιτείνει κανείς, η μη ακροαριστερή επίδραση των δύο τελευταίων θα μπορούσε να εξουδετερώσει την επιρροή του πρώτου.)

Στη λέξη «νομιμοποιείται» βρίσκεται και η ουσία της ομιλίας του Μ.Β. Το πρόβλημα για τη δική του παράταξη προφανώς είναι η «απονομιμοποίηση» αυτής της επιρροής. Προφανώς ο Μ.Β. θα προτιμά την εξουδετέρωσή της, μια που το πέρασμά της στην παρανομία ενδεχομένως να την έκανε πιο ελκυστική. Μια που τώρα δεν υπάρχουν ξερονήσια, φαίνεται ότι ένα τρόπος για την υπονόμευση της επίδρασης των ακροαριστερών ιδεών είναι η απαξίωση των καλλιτεχνών, των συνδικαλιστών, των καθηγητών που με τα κηρύγματά τους φαρμακώνουν τον υγιή εθνικό κορμό. (Μήπως πρέπει να απομακρυνθούν τα ποιήματα του κομμουνιστή Ρίτσου από τα σχολικά βιβλία αφού και αυτά συμβάλλουν στη «νομιμοποίηση»;)

Τι χρειαζόμαστε την ΕΣΗΕΑ; Τι χρειαζόμαστε τις ενώσεις των ηθοποιών, των καθηγητών, των δασκάλων κ.λπ.; Η δράση τους απλώς καταστρατηγεί τα δικαιώματα της μεγάλης πλειοψηφίας που δεν θέλει απεργίες, κινητοποιήσεις, φασαρίες κ.λπ. Ποιοι είστε εσείς, κύριοι, που δεν μου επιτρέπετε να ανοίξω το μαγαζί μου ή  να πάω στη δουλειά μου την ημέρα που αυθαίρετα κηρύξατε απεργία; Όσα ξέρει ο μαγαζάτορας δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος, δηλαδή το κράτος: ο επιχειρηματίας ξέρει καλά τι χρειάζεται να γίνει, υποστήριξε ο Μ.Β. Γι’ αυτό δεν χρειάζονται παρεμβάσεις και υποδείξεις ούτε από την κεντρική εξουσία ούτε από τα συνδικαλιστικά όργανα.

Στη μακροσκελή ομιλία του, ο κ. υπουργός δεν επιχείρησε να δώσει μια εξήγηση: γιατί οι αριστεροί δημιουργοί ή διασκεδαστές έχουν τέτοια επιρροή; Γιατί, π.χ., ο Σεφερλής (ένας τύπος υπεράνω κάθε ακροαριστερής υποψίας) δεν έχει ακόμα γίνει ο εθνικός τηλεοπτικός μας βάρδος; Γιατί ο ΛΑΟΣ, του οποίου επί χρόνια ήταν στέλεχος, δεν κατάφερε να επιβάλει καλλιτέχνιδες του διαμετρήματος μιας Έφης Σαρρή («σταυρώστε με, σταυρώστε με, στα χέρια σας σηκώστε με…»); (Είναι ιλαροτραγικό να επικαλείται ο Βορίδης τη σοφία του μπακάλη και του κουρέα της γειτονιάς την ίδια μέρα που η ΕΣΕΕ ανακοίνωσε ότι ένα στα τρία μαγαζιά σε Αθήνα και Πειραιά έχει βάλει λουκέτο. Αλλά και γι’ αυτό δεν φταίνε οι μνημονιακές πολιτικές, αλλά ευθύνεται η άκρα αριστερά με τον παραληρηματικό κρατισμό της.)

Και με τα δυο του χέρια θα χειροκροτούσε τον ομιλητή της Πρεβέζης ο Θόδωρος Πάγκαλος, αν βρισκόταν στο ακροατήριο. Αυτός πανηγύριζε πέρυσι το καλοκαίρι επειδή η κυβέρνηση κατάφερε ένα ισχυρό πλήγμα σ’ αυτή την ιδεολογική ηγεμονία, με το «μαύρο» στην ΕΡΤ και τα ΜΑΤ που λίγους μήνες αργότερα ακολούθησαν. «Η ΕΡΤ κομμούνιζε από το πρωί μέχρι το βράδυ μέχρι αηδίας», είχε πει σε ραδιοφωνική του συνέντευξη. Σήμερα ο πρύτανης Φορτσάκης δίνει έμμεσα και αυτός μια μάχη κατά της φαινομενική ηγεμονίας των αριστερών μειοψηφιών και υπέρ της μεγάλης πλειοψηφίας. Εξάλλου, την ίδια μάχη δίνει και η κυβέρνηση που ζητά 50%+1 πλειοψηφία στα συνδικάτα προκειμένουν να παρθεί μια κρίσιμη απόφαση.

Ο Μ.Β. δεν επιχείρησε να ερμηνεύσει αυτή την ηγεμονία. Δεν αναζήτησε το «γιατί», αλλά ύμνησε τα ιδανικά της δεξιάς παράταξης που συνοψίζονται στο δίπτυχο «πατρίδα – ελευθερία». Και η απεργοσπασία, η ανυπακοή στις «λαϊκές συνελεύσεις» ή στις απατηλές συνδικαλιστικές πλειοψηφίες είναι το ύψιστο δείγμα ελευθερίας. Όσο για την απήχηση των ακροαριστερών ιδεών, η μόνη εξήγηση που έδωσε είναι ότι οι φορείς τους μας χαϊδεύουν τ’ αυτιά, μας διασκεδάζουν, αφού ακόμα και οι καθαρόαιμοι δεξιοί ακούν τραγουδάκια ακροαριστερής προέλευσης. Εξάλλου, ο Μέγας Ακροαριστερός, ο Λαζόπουλος, φέρνει διαφήμιση, γι’ αυτό έχει εκπομπή…

Τίποτα το πρωτότυπο δεν συναντάμε στην ομιλία του Μ.Β. Έχει όμως ενδιαφέρον γιατί εκλαϊκεύει, με τρόπο χοντροκομμένο, ένα ιδεολόγημα που σέρνεται εδώ και καμιά δεκαπενταριά χρόνια, δηλαδή ότι μετά τον Εμφύλιο η ηττημένη αριστερά κυριαρχεί στο χώρο των ιδεών και της τέχνης και ότι είναι πια καιρός να ξεμπερδεύουμε με όλα αυτά. Το εναρκτήριο σάλπισμα για την εκθρόνιση της αριστεράς από τον ιδεολογικό θρόνο δόθηκε επισήμως το 2012 από τον Αντ. Σαμαρά, που σε ομιλία του στη νέα Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ, στις πρώτες εκλογές του 2012, είχε πει: «Να τελειώσει η ηγεμονία των αριστερών ιδεών στην Ελλάδα… Οι αριστερές ιδέες δοκιμάστηκαν διεθνώς. Παντού κατέρρευσαν! Στην Ελλάδα επικράτησαν και οδήγησαν στο σημείο μηδέν».

Ο Μ. Βορίδης μοιάζει να έχει μείνει στην εποχή της ΥΕΝΕΔ, καθώς τα επιχειρήματά του θυμίζουν τα «Χριστιανόπουλα» και τον τηλεοπτικό Άγνωστο πόλεμο, τα διαποτίζει ένας αντικομμουνισμός που μυρίζει ναφθαλίνη. Το επόμενο λογικό βήμα του θα ήταν να ζητήσει την επαναφορά των «πιστοποιητικών πολιτικών φρονημάτων» προκειμένου να επιτρέπεται στους ακραίους αριστερούς η εργασία στα σχολεία, στα πανεπιστήμια, στα ΜΜΕ, στο θέατρο, όπου ασκείται ιδεολογική επιρροή τέλος πάντων.

Είναι πολύ συχνή η αρθρογραφία στον συντηρητικό Τύπο για την «ιδεολογική μονοκρατορία» της αριστεράς, για την ιδεολογική ρεβάνς που πήραν οι ηττημένοι του Εμφυλίου, για την «παλαβή» αριστερά, για τη χαμένη (για τη δεξιά) μάχη των ιδεών μετά την πτώση της χούντας, για τη δήθεν ηθική υπεροχή της αριστεράς κ.λπ. Η δεξιά αναζητεί εναγωνίως τους νέους ιδεολογικούς ταγούς της, τους εκλαϊκευτές του κανιβαλικού νεοφιλελευθερισμού και η αλήθεια είναι ότι, τουλάχιστον στην τηλεοπτική ενημέρωση και στο μεγαλύτερο μέρος του Τύπου, τους έχει βρει, έστω και αν αυτοί είναι μετρίου ή και άθλιου επιπέδου.

Στην Ελλάδα σήμερα είναι λάθος να μιλάμε για υπεροχή, πολύ περισσότερο για κυριαρχία της αριστεράς στο χώρο του πολιτισμού και της κίνησης των ιδεών. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για αριστερά ίχνη, σπίθες ή νησίδες όχι μόνο σε μεμονωμένους χώρους, αλλά και στο ίδιο το έργο, στην ίδια τη σκέψη πολλών. Μπροστά στη βαρβαρότητα του υπαρκτού καπιταλισμού, ακόμα και το αυτονόητο (π.χ., η αντίθεση στο φασισμό) μπορεί πια να θεωρηθεί αριστερό, ανατρεπτικό, εξωφρενικό…

Μόνο μια-δυο φορές ο Μ.Β. έκανε τη διάκριση ανάμεσα στην «άκρα» και την «ευρύτερη» αριστερά, όμως γενικά έδειξε ότι προτιμά να αναφέρεται στους «ακροαριστερούς» μια που ο ίδιος, ως πατεντάτος ακροδεξιός, τους οσμίζεται καλύτερα…

Η ηθική και ιδεολογική υπεροχή της αριστεράς είναι κάτι που καθημερινά κατακτιέται ή καθημερινά εγκαταλείπεται ή και εξευτελίζεται, δεν είναι αιώνια, ιστορική κληρονομιά. Αν πιστέψουμε ότι η υπεροχή αυτή είναι δεδομένη, εύκολα πέφτουμε στον εφησυχασμό, την πόζα, την αυταρέσκεια. Την επαναστατική θεωρία, τις παλιές αθάνατες «ιδέες» τις τρέφουν, τις καταξιώνουν οι πράξεις, οι σκέψεις, η δημιουργία των ζωντανών ανθρώπων. Τουλάχιστον ας έχουμε την επίγνωση ότι πατάμε σε ώμους γιγάντων, στους ώμους ανθρώπων που επιβεβαίωσαν την αριστεροσύνη τους σε δύσκολους καιρούς και με τίμημα βαρύ. Είναι αυτονόητο ότι αυτή επίγνωση δεν θα πρέπει  να οδηγεί στην παραίτηση («τι να πούμε, τι να τραγουδήσουμε, τι να ζωγραφίσουμε εμείς, αφού κάποιοι άλλοι ήδη τα έχουν πει όλα»), αλλά στην πιο ευγενική και πεισματώδη φιλοδοξία για εκείνη τη σύγχρονη θεωρία και τέχνη που αξίζει στους σύγχρονους κολασμένους της γης.

Πηγή: Kommon