21 ρωγμές στην επίσημη ιστορία για το 1821

του Σπύρου Αλεξίου, από τις εκδόσεις Τόπος

| 07/03/2021

 

Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο
αγώνας της µνήµης ενάντια στη λήθη

Μίλαν Κούντερα

Με αφορµή την επέτειο των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, το επίσηµο αφήγηµα επιδιώκει να αναστήσει στερεότυπα που η ιστορική έρευνα αποδόµησε. Ο Σπύρος Αλεξίου* θέλησε μέσα από 21 ιστορίες να ακολουθήσει τα λόγια του ∆. Σολωµού, πως «το έθνος πρέπει να µάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό» και όχι ό,τι συγκυριακά βολεύει την κυρίαρχη τάξη. Στις µικρές αυτές αφηγήσεις πρωταγωνιστούν αγωνιστές της Επανάστασης που περιφρονεί η επίσηµη ιστορία, όπως οι Βλαδιµηρέσκου, Βασιλείου, Καρατζάς, Οικονόµου, Λογοθέτης. Μεγάλες αλλά και αµφιλεγόµενες προσωπικότητες του Αγώνα, όπως, µεταξύ άλλων, οι Μαυροκορδάτος και Καραϊσκάκης, παρουσιάζονται µέσα από τα πραγµατικά γεγονότα και τις αντιφάσεις τους χωρίς αγιογραφίες ή δαιµονοποιήσεις.

Κρυµµένες αλήθειες της Επανάστασης που έχουν αποσιωπηθεί ή παραποιηθεί επιχειρείται να ανασυρθούν από τη λήθη και τη δια­στρέβλωση. Η εξαφάνιση της Φιλικής Εταιρείας, τα περιβόητα ∆άνεια και γενικότερα η πολιτική των Μεγάλων ∆υνάµεων απέναντι στον Αγώνα. Η στάση των προυχόντων απέναντι στους πρόσφυγες, µετά τη σφαγή στα Ψαρά, αλλά και στο πολιορκηµένο Μεσολόγγι, το «ιστορικό πρόβληµα» που ακούει το όνοµα Καποδίστριας. Ιστορίες όπως του Πατσίφικο και του Παπουλάκου που ακολουθούν χρονικά την Επανάσταση, αλλά συνδέονται µε χίλια νήµατα µαζί της. Και, όπως όλα δείχνουν, 200 χρόνια µετά, ένα φάντασµα συνεχίζει να πλανιέται…

Το βιβλίο είναι γραμμένο με μια πολύ ωραία ροή και ύφος που παραπέμπει κάποιες φορές σε προφορική αφήγηση, πράγμα που το κάνει ευχάριστο στην ανάγνωση. Εκτός αυτού, μέσα από διάφορα ερωτήματα αφού έχουν δοθεί οι μαρτυρίες, αφήνει τον αναγνώστη και την αναγνώστρια να εξάγει συμπεράσματα και να σκεφτεί πάνω σε γνωστά -ή άγνωστα- γεγονότα της Ιστορίας του 1821. Κυκλοφορεί στις 8 Μαρτίου και θα μπορείτε να το προμηθευτείτε online από τα βιβλιοπωλεία ή τις ίδιες τις εκδόσεις.

Το Περιοδικό ευχαριστεί τον συγγραφέα και τις εκδόσεις Τόπος για το απόσπασμα που προδημοσιεύουμε παρακάτω, καθώς και για την προσπάθεια συμβολής στην ιστορική αποκατάσταση, σε μια περίοδο που η κυρίαρχη αφήγηση θα παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο μέσω των εορτασμών για την επέτειο των 200 χρόνων από το 1821, αλλά και μέσα από την κυρίαρχη πολιτική με την οποία επιχειρεί να συνδέσει την Ιστορία.

Το επιτελικό σχέδιο των Οθωμανών 

Το 1825 διαμορφώθηκε το επιτελικό σχέδιο για την κατάπνιξη του «ζορμπαλικιού» των Ελλήνων, με τη συνδρομή Ευρωπαίων αξιωματικών, όπως ο επιτελάρχης του Ιμπραήμ, ο Γάλλος συνταγματάρχης Ντε Σεβ. Στο σχέδιο συνέβαλαν με στρατιωτικό υλικό, πληροφορίες και ανοικτή κατασκοπία αγγλικές, γαλλικές και αυστριακές δυνάμεις. Ήξερε πολύ καλά τι έλεγε ο Σολωμός: «Αραπιάς άτι, Γάλλου νους, βόλι Τουρκιάς, τόπι Άγγλου»…

Στην ουσία έφτιαχναν μια τανάλια, με τη μία λαβή της, τη στρατιά του Ιμπραήμ, να κυριαρχεί στον Μοριά και την άλλη, τη στρατιά του Κιουταχή, να κατεβαίνει από τη Δυτική Ελλάδα και να φτάνει στην Κόρινθο το καλοκαίρι του 1825. Η μία λαβή έκλεισε, ο Ιμπραήμ ουσιαστικά περιόρισε την αντίσταση στην Πελοπόννησο· η άλλη όμως, ο Κιουταχής, κόλλησε μπροστά στον φράχτη του Μεσολογγίου, ακυρώνοντας και τη νίκη του Ιμπραήμ, ο οποίος υποχρεώθηκε να αφήσει τον Μοριά και να έρθει στο Μεσολόγγι.

Είναι χαρακτηριστικό και επιβεβαιωμένο το γεγονός πως στις αρχές του Αυγούστου του 1825, ύστερα από αλλεπάλληλες μεγάλες νίκες των πολιορκημένων, ο Κιουταχής διέταξε και έφτιαξαν τον τάφο του μπροστά στο Μεσολόγγι, θέλοντας έτσι να δείξει τον χαρακτήρα ζωής και θανάτου που είχε η σύγκρουση. Και υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις να θαφτούν εκεί και αυτός και ο Ιμπραήμ, και οι ισχυρότερες δυνάμεις που είχε συγκεντρώσει η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτό πιθανότατα θα οδηγούσε σε νίκη της Επανάστασης με τα δικά της όπλα, δηλαδή χωρίς εξάρτηση από τις μεγάλες δυνάμεις. Το ήθελαν όλοι αυτό άραγε; Σίγουρα δεν το ήθελαν οι μεγάλες δυνάμεις.

Η ευκαιρία που χάθηκε (;) 

Γράφει ο Φωτιάδης: «Ήταν πια ξεκάθαρο πως σε τούτη τη στενή λουρίδα γης δινόταν ο πιο κρίσιμος αγώνας. Ο εχθρός κατάλαβε και μπροστά στον “φράχτη” θα ρίξει όλα τα ασκέρια και τις αρμάδες της Ανατολής. Αυτό δεν είχαν μάτια να το δουν οι δικοί μας πολιτικάντηδες».112 Και ο Αύγουστος Φαμπρ, με τη σειρά του, στο βιβλίο του Histoire du siège de Missolonghi, που εκδόθηκε στο Παρίσι το 1827, υπήρξε κατηγορηματικός:

«Αν μονάχα 6.000 καλά στρατεύματα συνέτρεχαν τις προσπάθειες της φρουράς, η πολιορκία θα λυνόταν και η στρατιά του Κιουταχή και του Ιμπραήμ θα καταστρεφόταν».113

Υπήρχαν άραγε αυτά τα στρατεύματα; Φυσικά! Στις αρχές του 1826, στην κορύφωση της σύγκρουσης στο Μεσολόγγι, η ελληνική κυβέρνηση έστειλε στράτευμα από 1.000 άντρες –ο Σπυρομήλιος, πάλι, μιλά για 3.000–, με επικεφαλής τους Κριε­ζώτη, Μαυροβουνιώτη και Χατζημιχάλη στη Βηρυτό, έπειτα από πρόσκληση του Μπεσίνι, εμίρη του Λιβάνου. Την ίδια εποχή 2.750 άντρες του τακτικού στρατού με τον Φαβιέρο και περίπου 400 άτακτοι με τον Γκούρα στάλθηκαν σε εκστρατεία στην Εύβοια. Παρ’ όλα τα παραπάνω, ο Καραϊσκάκης συγκέντρωσε περίπου 5.000 άντρες με σκοπό να καλύψει την έξοδο των πολιορκημένων. Μόλις τρεις ημέρες πριν από αυτήν όμως, η κυβέρνηση του αφαίρεσε τη διοίκηση και την ανέθεσε στον Κ. Μπότζαρη, με αποτέλεσμα να βγει η φρουρά χωρίς κάλυψη. Πολλές συμπτώσεις…

Έστω και έτσι, το Μεσολόγγι δεν ηττήθηκε στρατιωτικά.

«Τα μάτια η πείνα εμαύρισε», για να θυμηθούμε πάλι τον Σολωμό. Αν είχε εφόδια, δεν θα έπεφτε ποτέ. Αυτό δεν είναι αυθαίρετη εκτίμηση: ο Γάλλος ναύαρχος Δεριγνί διέσωσε μια συνομιλία του μετά το τέλος της πολιορκίας, στο πλαίσιο της οποίας του είπε ο συνομιλητής του: «Βλέπεις πώς λιώνει εκείνο το χιόνι στα βουνά; Έτσι θα λιώναμε και εμείς αν το Μεσολόγγι είχε τροφές για τρεις βδομάδες ακόμα».114 Ο συνομιλητής του ήταν ο Ιμπραήμ Πασάς!

Και γιατί τα μάτια η πείνα εμαύρισε; 

Και φτάνουμε στο πιο κρίσιμο ερώτημα: ήταν νομοτελειακό να τελειώσουν οι τροφές των πολιορκημένων; Η απάντηση είναι «όχι». Αρχικά να αναφερθούμε στο τεράστιο λάθος να μείνουν μέσα στην πόλη περίπου 7.000 άμαχοι. Αυτό ήταν καταστροφικό για την τροφοδοσία. Ήταν όντως απόφαση των ίδιων, προτού τους κατηγορήσουμε όμως, ας συνυπολογίσουμε την εποχή και τις συνθήκες. Η πραγματική λύση θα ήταν η κυβέρ- νηση να αναλάβει την προστασία τους. Δυστυχώς, όμως είχε άλλα στο μυαλό της.

Στις 24 Ιουλίου 1825, και ενώ στο Μεσολόγγι οι πολιορκημένοι νικούσαν σε αλλεπάλληλες μάχες τον Κιουταχή, η ελληνική κυβέρνηση με αρχιγραμματέα τον Αλ. Μαυροκορ- δάτο αποφάσισε την περιβόητη Πράξη Υποτέλειας προς την Αγγλία, το πρώτο άρθρο της οποίας έλεγε τα εξής: «Το ελληνικόν έθνος, δυνάμει της παρούσης πράξεως, θέτει εκουσίως την ιεράν παρακαταθήκην της αυτού ελευθερίας, εθνικής ανεξαρτησίας και της πολιτικής αυτού υπάρξεως, υπό την μοναδικήν υπεράσπισιν της Μ. Βρετανίας». Το έγγραφο αυτό έτρεξαν να το πάνε στον υπουργό Εξωτερικών Κάνινγκ στο Λονδίνο. Σύμπτωση, εκτός από τους απεσταλμένους της κυβέρνησης, στις 29 Σεπτεμβρίου 1825 βρίσκονταν στο Λονδίνο ο Ορλάνδος και ο Λουριώτης, ως αντιπρόσωποι της Ελλάδας, για να συζητήσουν με την αγγλική κυβέρνηση περί του δεύτερου δανείου. Με αυτά τα δεδομένα, οι Άγγλοι τραπεζίτες ενέκριναν το δάνειο των 2.000.000 χρυσών λιρών με τους τοκογλυφικούς όρους. Συνέφερε λοιπόν την Αγγλία να νικήσουν οι Έλληνες στο Μεσολόγγι και πιθανότατα να αποκτήσουν μόνοι τους την ελευθερία τους;

Υπάρχει και συνέχεια: το Μεσολόγγι το εφοδίαζε ο ελληνικός στόλος. Όταν τον Δεκέμβριο του 1825 έφτασε έξω από την πόλη ο Ιμπραήμ, αντιπροσωπεία των πολιορκημένων έφυγε για το Ανάπλι, για να ζητήσει βοήθεια. Στις επίμονες  εκκλήσεις τους πήραν μόνο υποσχέσεις. Τελικά μάζεψαν με έρανο 70.000 γρόσια. Ο Μιαούλης ξεκαθάρισε από την αρχή πως με το ποσό αυτό ήταν αδύνατο να συγκροτηθεί αξιόμαχος στόλος, που θα έσπαγε τον αποκλεισμό. Στις 20 Μαρτίου 1826 ξεκίνη- σαν ελάχιστα πλοία, τα οποία δεν κατάφεραν, παρά τις ηρωικές τους προσπάθειες, να περάσουν τα εφόδια στο Μεσολόγγι. Μη φανταστείτε τίποτα τρομερό: ένα φορτίο παξιμάδια έστελνε η ελληνική κυβέρνηση· ακόμη όμως και αυτό αν περνούσε, η πόλη θα άντεχε.

Πότε έγιναν όλα αυτά; Μα μόλις είχαμε πάρει τις 2.000.000 χρυσές λίρες, το 58% των οποίων φαγώθηκε από τους Άγγλους τραπεζίτες, ενώ οι δύο Έλληνες διαπραγματευτές πήραν 37.000 χρυσές λίρες για τον κόπο τους. Και μόνο η μίζα των αντιπροσώπων αρκούσε για να σωθεί το Μεσολόγγι… Ο στρατιωτικός διοικητής του, ο στρατηγός Σπυρομήλιος, υπήρξε σαφής: «Το αγγλικόν κόμμα επεθύμει την πτώσιν του Μεσολογγίου, ώστε να αποκατασταθή ευκόλως η Πελοπόννησος ως εν πριγκιπάτον».115

Υπερβολές; Πώς αλλιώς μπορούν να εξηγηθούν όλα αυτά που προαναφέρθηκαν; Άλλωστε, τα όσα ακολούθησαν, με αποκορύφωμα τον ρόλο των Άγγλων πρακτόρων Τσορτς και Κόχραν και τη δολοφονία του Καραϊσκάκη, τα επιβεβαιώνουν.


Σπύρος Αλεξίου γεννήθηκε στην Αθήνα.  Είναι απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, Τµήµα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Εργάζεται ως φιλόλογος στην ιδιωτική εκπαίδευση και ως επιµελητής εκπαιδευτικών βιβλίων. Είναι συνεργάτης της ιστοσελίδας kommon.gr.