Στήλη: Βιβλία + Συζητήσεις

6+1 Αναγνώσματα για τον Έρωτα

Ή φόβος, ή έρωτας...

| 05/06/2014

Τον έρωτα πρέπει να τον επινοήσουμε από την αρχή, γνωστό αυτό[i]

 

(λεζάντα στη φωτογραφία)

Η κοπέλα με το άσπρο κασκόλ, που γράφει σ’ αγαπώ στο τζάμι της κλούβας που την μεταφέρει στη ΓΑΔΑ, είναι ένα από τα 92 άτομα που συνελήφθησαν μετά την ανακατάληψη της βίλας Αμαλίας. Η Μαριάνθη των ανέμων[ii]. Έρωτας. Για τη ζωή, για τον άνθρωπο, για την ομορφιά. Χαμογελάς γιατί δε φοβάσαι.

Τι εννοείτε δηλαδή να διαβάσουμε για τον έρωτα; Κάπως αντιφατικό δεν ακούγεται; Και γιατί τότε το πρόσφατο σχετικό βιβλίο του Αλέν Μπαντιού συζητήθηκε τόσο πολύ; Άλλωστε, μη μου πείτε ότι σε στιγμές έντονης αναζήτησης γύρω από τον έρωτα  – ή σχετικής καταστροφής – δεν έχετε ποτέ στραφεί σε ένα από εκείνα τα ατελείωτα βράδια, που το ξημέρωμα φέρνει και λίγο λύτρωση αλλά κυρίως απομάγευση, χαμένοι/ες σε κείμενα, ποιήματα, τραγούδια, παραμύθια και κάθε λογής ιστορίες (ναι, ναι, υπάρχουμε κι εμείς που δεν ακούμε στις σχετικές περιστάσεις στο repeat, Βασίλη Καρρά)…

Για τον Μπαντιού, λοιπόν, ο έρωτας είναι συστατικό στοιχείο της φιλοσοφίας. Ο ίδιος αυτοπροσδιορίζεται εξάλλου ως εραστής-φιλόσοφος, παραθέτοντας τολμηρά την πλατωνική ρήση: «Όποιος δεν αρχίζει από τον έρωτα, δεν θα μάθει ποτέ τι είναι η φιλοσοφία». Κι όμως, έχει επικρατήσει η αντίληψη, ακόμη και στην Αριστερά, ότι ο έρωτας εντάσσεται στη σφαίρα του προσωπικού: δεν αφορά τη συλλογική συζήτηση, είναι απολύτως διαχωρισμένος από την πολιτική (νοούμενη συνήθως με τη στενή έννοια), έχει αυστηρά ψυχολογικές προεκτάσεις – στα όρια του ψυχολογισμού – γενικά, πώς το λένε, δεν συνδιαλεγόμαστε με το ερώτημα (παρά μόνο εκφυλισμένα στο πλαίσιο του κουτσομπολιού). Από την άλλη, ποιον έρωτα όμως; Σήμερα, σε συνθήκες διάλυσης του κοινωνικού ιστού σε όλα τα επίπεδα, κυριαρχούν δυο τάσεις, καμία από τις οποίες δε σχετίζεται στ’ αλήθεια με τον έρωτα (είναι όντως δυο; ή μήπως είναι οι δυο όψεις της ίδιας τάσης;). Η μια είναι η μοναξιά, η ατομικότητα, η αποχώρηση. Η άλλη είναι η επιστροφή στην ασφάλεια και στην σταθερότητα: όταν όλα τα σημεία αναφοράς καταρρέουν, το να είσαι ζευγάρι μοιάζει μοναδική σανίδα σωτηρίας. Είναι πιο εύκολο σίγουρα από την εμπιστοσύνη στη συλλογικότητα ή στη φιλία. Έτσι, οι άνθρωποι κλείνονται, δεν αμφισβητούν, επαναπαύονται – και τελικά καταστρέφουν και τον ίδιο τον έρωτα.

Ας συζητήσουμε λοιπόν, ξανά, για τον έρωτα, συλλογικά, ας διαβάσουμε, ας προβληματιστούμε. Και φυσικά, ας ερωτευτούμε. Απλά πράγματα, τρομαχτικά. Κι επειδή έρωτας και κανονικότητα δεν ταιριάζουν έτσι κι αλλιώς, και το κείμενο αυτό θα σπάσει τα δεσμά της «κανονικής» ροής και θα αφεθεί στο συνειρμικό του, ανισόμετρο χαρακτήρα..

life_fight1.Εγκώμιο για τον έρωτα[iii]. Του Αλέν Μπαντιού (είπαμε, εραστής-φιλόσοφος). Κεντρικό χαρακτηριστικό του έρωτα για τον συγγραφέα είναι ότι αποτελεί διαδικασία διακινδύνευσης, με συστατικά στοιχεία το ρίσκο και την περιπέτεια. Γι’ αυτό και τον αποφεύγουμε εξάλλου: χωρίς αυτόν δεν υπάρχει πτώση, δεν υποφέρουμε (είναι όμως άραγε αυτός ο στόχος;). Εδώ καλούμαστε στην πραγματικότητα να κάνουμε μια επιλογή: ή φόβος, ή έρωτας. Και τα δυο δε γίνονται. Στη συνέχεια, ο έρωτας βιώνεται ως εμπιστοσύνη στο τυχαίο, συνιστώντας έτσι άρνηση της καχυποψίας. Αποτελεί κατασκευή που βασίζεται στη διαφορά, όχι στην ομοιότητα. Απαιτεί έκθεση, και συνιστά κατεξοχήν δυαδική-συλλογική διαδικασία. Μ’ αυτή την έννοια, ο έρωτας είναι εχθρός του φιλελεύθερου ατομισμού της εποχής μας και της νοοτροπίας της κατανάλωσης (προϊόντων, ανθρώπων, εμπειριών, και τα λοιπά και τα λοιπά). Εμπιστοσύνη λοιπόν στο τυχαίο και στο διαφορετικό, αφετηρία αλλά όχι εξάντληση σε αυτά: ο έρωτας δεν είναι απλή συνάντηση, αλλά βίαιη και συγκρουσιακή κατασκευή. Εδώ ο Μπαντιού εισάγει μια νέα αντίληψη για τη σημασία της διάρκειας. Υπογραμμίζοντας τη, δεν την εννοεί ωστόσο με την έννοια του γραμμικού χρόνου (εξάλλου, όπως μας λέει και ένα από τα συνθήματα των δρόμων της πόλης, «δεν υπάρχει ποτέ και πάντα μωρό μου»)· εισάγει λοιπόν την αντίληψη μιας νέας χρονικότητας που τοποθετείται όμως τελικά μέσα στον κόσμο. Ο έρωτας αποτελεί μια «διαρκή κατασκευή», μια «επίμονη περιπέτεια». Εδώ θα αναδυθεί για εμάς, ωστόσο, ένα στοιχείο προβληματισμού. Για τον συγγραφέα, δεν πρέπει να παραιτούμαστε ποτέ από τον έρωτα. Σήμερα κατά τη γνώμη μου, τίθεται και το αντίθετο πρόβλημα: κάποια στιγμή πρέπει να μάθουμε και να φεύγουμε (κατανοώντας πως το ότι κάτι τελείωσε δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξε ποτέ). Για να είμαι πάντως δίκαιη με τον συγγραφέα, στο σημείο αυτό μάς παροτρύνει να μην φεύγουμε από τον έρωτα, όχι από το ερωτικό πρόσωπο-που ήταν έρωτας-αλλά δεν είναι πια-αλλά δε θέλουμε να το παραδεχτούμε-αλλά μήπως βρε παιδί μου κ.λπ κ.λπ. Εξάλλου, κατά τον συγγραφέα πάλι, ο έρωτας απαιτεί μεν δήλωση, αλλά οφείλει να ξανά-δηλώνεται διαρκώς, γι’ αυτό αποτελεί και αιτία βίαιων υπαρξιακών κρίσεων.

Και οι εχθροί του έρωτα; Ως τώρα πρέπει να είναι φανερό. Καταρχήν ο έρωτας δεν αποτελεί πεδίο πλήρωσης προσωπικών κενών ή στόχων. Αν υπάρχει εχθρός, είναι ο εγωισμός, όχι πάντως κάποιος αντίζηλος. Η ζηλοτυπία αποτελεί τεχνητό παράσιτο του έρωτα, όχι συγκροτησιακό του στοιχείο. Και με αυτή την έννοια ο έρωτας σχετίζεται με την επανάσταση και τη διαδικασία χειραφέτησης: επινοείται έξω από τις έννοιες της ατομικής ιδιοκτησίας και της ανισότητας («έρωτας ως ο ελάχιστος κομμουνισμός» κατά τον συγγραφέα). Και επίσης, είναι αντικανονικός: δεν υπάρχουν νόμοι να τον καθοδηγούν, διατρέχει και διατρυπά την ύπαρξη. Τελικά, συγκρούεται με την ταυτότητα και την επανάληψη: ο Μπαντιού μας παροτρύνει να εξερευνήσουμε «τον έρωτα γι’ αυτό που διαφέρει, που είναι μοναδικό, που δεν επαναλαμβάνει τίποτα, που είναι ανέστιο και ξένο».

er2. Η επίδραση του έρωτα[iv]. Του Τζωρτζ Κατσιαφίκας (μαθητής του Χέρμπερτ Μαρκούζε, καθηγητής ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστήμων και ακτιβιστής). Και καλά σε ατομικό, έχει νόημα να συζητάμε για την επίδραση του έρωτα και σε συλλογικό επίπεδο; Εδώ ο συγγραφέας, γνωστός για τη συμβολή του στον τομέα των κοινωνικών κινημάτων στην κοινωνιολογία, εισάγει μια νέα θεωρία που ο ίδιος ονομάζει «η επίδραση του έρωτα» («the eros effect»), ως αναλυτικό εργαλείο για την προσέγγιση των κινημάτων. Οι φάσεις επίδρασης του έρωτα σχετίζονται με μια κατασκευή ενός νέου τρόπου ζωής και μιας νέας κοινωνικής πραγματικότητας στο πλαίσιο του κινήματος. Στόχος είναι η κατανόηση της συλλογικής συμπεριφοράς σε στιγμές κοινωνικής έκρηξης, με κεντρικό το ρόλο του ατόμου. Το συναισθηματικό περιεχόμενο των κινημάτων νοείται ως ερωτική δράση, αντιληπτή ως συλλογική απελευθερωτική εξιδανίκευση. Εξετάζοντας κριτικά τις κυρίαρχες θεωρίες γύρω από τη συλλογική συμπεριφορά, ο συγγραφέας σχετίζει την επίδραση του έρωτα με την ενστικτώδη ανάγκη του ατόμου για ελευθερία. Στο σημείο αυτό, καθοριστική είναι η απέκδυση του εγωισμού: εδώ ακριβώς το προσωπικό συμφέρον μετασχηματίζεται σε καθολικό. Έτσι, επαν-ενώνεται και ο κατακερματισμένος άνθρωπος, καταργούνται οι υφιστάμενοι κοινωνικοί διαχωρισμοί. Πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν ως κριτική στην προσέγγιση του συγγραφέα, ο οποίος εξάλλου ξεκινά από την παραδοχή μιας μεταμοντέρνας κοινωνίας. Ωστόσο, το βιβλίο είναι ενδιαφέρον: διαλέγεται με τα κεντρικά ερωτήματα γύρω από την ανάπτυξη των κοινωνικών κινημάτων, συγκρούεται με τις κυρίαρχες, αντιδραστικές θεωρήσεις περί συλλογικής συμπεριφοράς, διαπλέκει πεδία της ζωής που έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε ανεξάρτητα. Ο έρωτας ως κινητήρια δύναμη δράσης (αυτό εξάλλου δεν ισχύει και σε προσωπικό επίπεδο;).

ekei3. Εκατό ερωτικά σονέτα[v]. Του Πάμπλο Νερούδα (Χιλιανός συγγραφέας και ποιητής, κομμουνιστής που δολοφονήθηκε από το δικτατορικό καθεστώς του Πινοσέτ). Εραστής στη ζωή όπως και στην ποίηση, ο Πάμπλο Νερούδα δε διαχώρισε την ποίηση, τον έρωτα και την πολιτική: Έτσι η γραφή του είναι βαθιά απελευθερωτική, λυτρωτική, μαχητική. Με επιρροές από τον υπερρεαλισμό αλλά και το σοσιαλιστικό ρεαλισμό, γράφει αμιγή γνήσια «επαναστατική ποίηση» – τοποθετείται εξάλλου μέσα σε μια επαναστατική κατάσταση, από την οποία όχι απλά δεν αποχωρεί, αλλά πρωταγωνιστεί. Υμνεί τη ζωή, γι’ αυτό και μπορεί να πεθάνει γι’ αυτήν, και φιλοδοξεί, όπως ο ίδιος λέει, «η ποίηση να συντροφεύει τους αγώνες των ανθρώπων». Ως αγώνας κι ο έρωτας, δεν έχει μικρότερη θέση στην ποίηση του Νερούδα. Εδώ, γράφει 100 σονέτα, για τη Ματίλντε, χωρίς δομή και κανόνες ομοιοκαταληξίας, αλλά χωρισμένα σε τέσσερις περιόδους (πρωί, μεσημέρι, απόγευμα, νύχτα), όπου καθώς περνάει η μέρα, αλλάζει και κλιμακώνεται το συναίσθημα. Τέσσερις διαφορετικές στιγμές μέσα στην ίδια μέρα: όλα τα διαφορετικά συναισθήματα που βιώνονται σε έναν έρωτα. Οι περίοδοι της μέρας είναι ο κύκλος της ζωής και του θανάτου ενός έρωτα. Και το τέλος δεν ξορκίζεται ως καταστροφή – ο θάνατος εδώ δεν ακυρώνει αλλά ολοκληρώνει. Αν δεν τελειώσει, υπήρξε ποτέ;

laugh_love4. Το κομμάτι που λείπει συναντά το Μεγάλο Ο[vi].Του Σελ Σίλβερσταϊν (ποιητής, στιχουργός και συγγραφέας). Έχω λοιπόν αρκετούς “σκοτεινούς” φίλους. Για τους οποίους ο έρωτας είναι κυρίως μοναξιά, πόνος, ιστορία βρε παιδί μου. Για μένα πάλι είναι το αντίθετο: φως, χαρά, παιχνίδι, παιδικότητα. Άρα είναι και παραμύθια. Ένα τέτοιο είναι το και το συγκεκριμένο. Παραμύθι, παραμύθι, αλλά αναμετριέται με τα κατεξοχήν δύσκολα ερωτήματα γύρω από τον έρωτα ως υποκατάστατο στη ζωή. Ο έρωτας λοιπόν, δεν ξέρω αν πέφτετε από τα σύννεφα, δεν έρχεται πάντως για να γεμίσει τα κενά μας. Δεν καλύπτει απλά ανάγκες, δεν υποκαθιστά τη ζωή που μας λείπει. Έρωτας δεν σημαίνει να δίνεις τα πάντα στον/ην άλλο/η, ούτε σημαίνει να δικαιούσαι να παίρνεις τα πάντα. Δεν είναι να μένεις ίδιος, σταθερός.

Είναι να μπορούμε να κυλάμε, μπροστά. Σήκω-τράβα-πέσε. Να αλλάζουμε, μαζί. Συνήθως λοιπόν είμαστε ή ψάχνουμε το κομμάτι που λείπει, αλλά μήπως η ουσία είναι να είσαι ένα μεγάλο, ολοστρόγγυλο Ο;

5. Θα κλείσω το παράθυρο[vii]. Της Jaquou Utopie (blogger). Υπάρχει φυσικά και η σκοτεινή όψη του έρωτα. Και κυρίως είναι η απώλεια. Όχι ο χωρισμός. Η απώλεια. Ο χωρισμός εξάλλου (όπως κι ο έρωτας) ακόμη κι αν δε φαίνεται πάντα, στην πραγματικότητα χρειάζεται πάντα δυο. Μπροστά στην απώλεια όμως, κυριαρχεί η απόλυτη μοναξιά. Κι αν έρχεται ως συνέπεια της μάχης για ζωή; Όχι της δικής του μόνο, αλλά όλων, της μάχης για έναν καλύτερο κόσμο. Πόσος πόνος μπορεί να χωρέσει σ’ αυτή την αντίφαση. Για να ζήσουν όλοι, έπρεπε να πεθάνει αυτός. Κι ας τον ερωτεύτηκε τόσο πολύ. Η Jaquou γράφει ένα κείμενο-γροθιά στο στομάχι μετά τη δολοφονία του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα από τους φασίστες της Χρυσής Αυγής. Που έστεκε εκεί, στο πεζοδρόμιο. Να μην της τον πάρουν.

6. Το Μονόγραμμα[viii]. Του Οδυσσέα Ελύτη (ποιητής). Για την κραυγή, την αγωνία. Χωρίς άγχος, αλλά εκφράζοντας ακριβώς την ανάγκη να επικοινωνηθεί ο έρωτας. Μ’ ακούς; Γιατί αν κάτι δε λεχθεί (αν δε βιωθεί;), δεν υπάρχει ακόμα ολόκληρο. Αλλά για να υπάρξει, πρέπει όχι απλά να λεχθεί αλλά και να ακουστεί. Μ’ ακούς. Και…

Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’ αλλού φερμένο

Δεν τ’ αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς

Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν αγάπη μου

Να μιλώ για σένα και για μένα.

Γιατί στον κόσμο αυτόν, θα λέγαμε εμείς, η αλλοτρίωση αγγίζει όλες τις όψεις της κοινωνικής ζωής. Ο καπιταλισμός λοιπόν στην πραγματικότητα σκοτώνει τον έρωτα. Ή αλλιώς… «Κοίτα, χεσμένη την έχω και την επανάσταση. Εγώ έναν καλύτερο κόσμο θέλω (κι εσένα). Αλλά εδώ μου λένε ότι δε γίνεται χωρίς επανάσταση (ούτε το ‘να ούτε τ’ άλλο). Κάτι παραπάνω θα ξέρουν».

capitalism_kills_love

+1. ερωτευτείτε[ix] Από το βυτίο (blogger). Έρωτας λοιπόν. Πάθος, γέλιο, παιχνίδι, ταξίδι, πόνος, απώλεια, πάθος, γέλιο… Ζωή. Για το τέλος, μια προσταγή (κι ας καταγγέλλει ο Ζίζεκ τις κατηγορικές προσταγές του τύπου Απόλαυσε!). Το κλασικό πλέον κείμενο του βυτίου μας παροτρύνει ανοιχτά να κάνουμε μια επιλογή: Να μη φοβηθούμε. Να διαλέξουμε στρατόπεδο, να ζήσουμε. Ερωτευτείτε.

 


[i]
Arthur Rimbaud (2011), Μια εποχή στην κόλαση, Αθήνα: Γαβριηλίδης.

[ii]      http://jaquou.wordpress.com/2013/01/10/%CE%B7-%CE%BC%CE%B1%CF%81%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CE%B8%CE%B7-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B1%CE%BD%CE%AD%CE%BC%CF%89%CE%BD/

[iii]     Alain Badiou (2009), Εγκώμιο για τον έρωτα, Αθήνα: Πατάκη.

[iv]    George N. Katsiaficas (2010), Η επίδραση του έρωτα. Μια νέα προσέγγιση για τα σύγχρονα κοινωνικά κινήματα, AYTONOMedIA/Sciolti.

[v]     Πάμπλο Νερούδα (2001), Εκατό ερωτικά σονέτα, Αθήνα: Γνώση.

[vi]    Σελ Σίλβερσταϊν (1998), Το κομμάτι που λείπει συναντά το μεγάλο Ο, Αθήνα: Δωρικός.

[vii]   Jaquou Utopie, Θα κλείσω το παράθυρο, http://jaquou.wordpress.com/2013/09/22/%CE%B8%CE%B1-%CE%BA%CE%BB%CE%B5%CE%AF%CF%83%CF%89-%CF%84%CE%BF-%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%AC%CE%B8%CF%85%CF%81%CE%BF/

[viii]  Οδυσσέας Ελύτης (2002), Το Μονόγραμμα, Αθήνα: Ίκαρος.

[ix]    Το βυτίο (2012), ερωτευτείτε, Μπαχάρ τεύχος 3, και εδώ http://tovytio.wordpress.com/2012/10/03/apo_to_bahar/