Επιστολές αναγνωστών / Αναδημοσιεύσεις απόψεων

«Allied», μια γελοία ιστορική λαθροχειρία…

...μα και πρότυπο κινηματογραφικής και νοηματικής ασχήμιας

| 23/11/2016
★☆☆☆☆

Όταν κάποιος γνωρίζει να κινηματογραφεί άριστα εντυπωσιακές σκηνές δράσης και παράλληλα με τον πιο στεγνό και άοσμο τρόπο στιγμές ερωτικού πάθους, τότε, μεμιάς αποδεικνύει το κενό του καλλιτεχνικό ποιόν. Γνωστοποιεί δημοσίως την χαμηλή συνειδησιακή του αντίληψη, τον στέρφο εσωτερικό του κόσμο, τον βιωματικό του αναλφαβητισμό και την αδυναμία του εν τέλει, να ασχολείται με την τέχνη. Στο σινεμά μεταποιεί το ίσως αξιόλογο σε κάτι το σίγουρα αδιάφορο. Αλλά αυτό είναι μια πρώτη εντύπωση, που αν και φαινομενική, κρύβει πίσω της πολλαπλές αντιδραστικές ακολουθίες. Ο αισθητικά και συναισθηματικά λειψός δεν μπορεί παρά να βρίσκει προστασία στην ασημαντότητα του εντυπωσιασμού παρά στην συγκρότηση μιας πανανθρώπινης ουσιαστικής ευαισθησίας.

Η πλοκή

Καταμεσής του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, κάπου στην Καζαμπλάνκα, δυο άγνωστοι μεταξύ τους κατάσκοποι, ένας άνδρας (Brad Pitt) και μια γυναικά (Marion Cotillard), έχουν εντολές από την υπηρεσία τους να δολοφονήσουν ένα αξιωματικό των ναζί. Για την προστασία τους πρέπει να γίνουν πιστευτοί και να δείχνουν ένα φυσιολογικό ερωτευμένο ζευγάρι. Την αποστολή την φέρνουν εις πέρας σχετικά εύκολα μα ο επαγγελματισμός τους μετατρέπεται σε πραγματικό έρωτα που τους φέρνει σιγά σιγά κοντά και με το παραπάνω. Κάνουν και ένα γλυκό μωράκι και επιστρέφουν – με αφορμή αυτό; – στην πατρίδα. Κι ενώ η ζωή τους μπαίνει σε μια τάξη, το καθήκον τους ξανακαλεί, αυτή την φορά, στο Παρίσι, αλλά κάπου εκεί βγαίνει στην επιφάνεια κάτι το αναπάντεχο καθώς κάποιος από τους δυο αρχίζει και κάνει νερά. Και τίθεται το ερώτημα. Τι θα γίνει μπρος σε αυτή την διαμάχη που μετατρέπεται σε ηθικό δίλημμα; Ο Brad και η Marion, θα ζήσουν ευτυχισμένοι ή ο κακός πόλεμος θα τους χαλάσει τα μέλια;  

allied_005

Η αφήγηση και το περιεχόμενο

Μια τέτοια ιστορία σαφώς και δεν έχει κάποια πρωτοτυπία ή τάση προς κάτι το νεωτεριστικό. Έχει φουλάρει ο κινηματογράφος από παρόμοιες, σχετικά αδύναμες ιδέες. Αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να καταλήξει, στα κατάλληλα σκηνοθετικά χέρια, σε κάτι το δυνατό, δραματικό, ενδιαφέρον και συγκινητικό. Μα εδώ συμβαίνει, σε κάθε τομέα της κινηματογραφικής αφήγησης, το αντίθετο.

Oι «δημιουργοί» της, οδηγούν την όλη κινηματογραφική αφήγηση μέσα από τα απεριόριστα κλισέ, τα στερεότυπα και τα «très banal» – στην χείριστη τους εφαρμογή -, των ταινιών δράσης, ιστορίας, κατασκοπείας και αγάπης. Προβλέψιμες κορυφώσεις και  συναισθηματικές καταπτώσεις, συμβατικές οπτικές της κάμερας, slow motions, σκηνογραφικές και υποκριτικές υπερβολές για να εξαναγκάσουν την συγκίνηση. Δείχνουν, εκτός των άλλων, μια δίχως τάση διαφυγής και άνευ όρων παράδοση και υπακοή στους χολιγουντιανούς κανόνες και τις κατευθύνσεις που ορίζει. Αλλά αυτοί, έχουν και τα όρια τους. Με πανομοιότυπα σκουριασμένα εργαλεία, δεν είναι δυνατό διαρκώς να πετυχαίνεις. Η ταινία, καταλήγει, καθώς επιδιώκει τον χαρακτηρισμό του σπουδαίου, κάτι το εμφατικά γελοίο. Η ιστορία χάνει σε όποια δυναμική και μετατρέπεται σε άσχημα αφηγούμενο ανιαρό παραμυθάκι.

Παράλληλα, νοηματικά, με μια ψευδή και αβάσιμη θεωρητικά αντίθεση θέτουν εν μέσω του πιο συμβατικού και γερασμένου ηθικού διλήμματος, «αντίσταση ή παντρειά», «πατρίδα ή έρωτας», «το σύνολο ή το εγώ μου», μια αποπροσανατολιστική στις μέρες μας συζήτηση και παραδίδονται σπάταλα και δίχως καμιά ντροπή στον αποχαρακτηρισμό της ιστορίας και της ανθρώπινης θέσης μέσα σε αυτή. Αν και πατώνουν στην ευρηματικότητα, παίρνουν άριστα στην προσπάθεια ιδεολογικής χειραγώγησης. Δυστυχώς για αυτούς όμως, τον στόχο τους δύσκολα τον πιάνουν.

Το πρωταγωνιστικό ζευγάρι δεν μπορώ παρά να το «εκθειάσω». Όχι για τις υποκριτικές του ικανότητες αλλά για την απόλυτη έλλειψη εμπιστοσύνης στο κούφιο όραμα των σκηνοθετοσεναριογράφων. Μη γοητευτικοί, σχεδόν ανύπαρκτοι, χλευάζουν το κινηματογραφικό υλικό και τους ρόλους τους. Ξεχασμένοι ίσως και σε κάποιους προηγούμενους. Ο Brad Pitt πιστεύει ακόμη πως υποδύεται τον λοχαγό στο αριστουργηματικό «Inglourious Basterds». Η Marion Cotillard, αδυνατεί να ταυτιστεί με μια γέννα ή με τις επιταγές του ρόλου της αντιστασιακής, της κατασκόπου και παράλληλα, της μάνας. Συμπεριφέρεται σαν μια λιπόψυχη δεσποινίδα με το μωρό του αγαπημένου της αγκαλιά, που η φαλλοκρατική αντίληψη του έργου την έχει στείλει στην γωνία, να κλαίει και να οδύρεται σε slow motion. Ο Brad, πάλι, για να τελέσει τον ρόλο του σαν δυναμικός άνδρας, άδειος από πραγματικά ανθρώπινα πάθη και σε πλήρη ψυχραιμία και αυτοέλεγχο, καταφέρνει σαν άλλος Ράμπο ή Πράκτορας 007 τα πάντα. Και κομάντο και κατάσκοπος και στρατιώτης και αεροπόρος και σημάδι πρώτο και μπουκάρει με περισσή ευκολία ανενόχλητος σε φυλακή του κατοχικού Παρισιού και εραστής και πατέρας και ακέραιος και όλες οι υπεράνθρωπες ιδιότητες να περιέχονται και να τονίζονται στον χαρακτήρα και στο άθικτο – από την έλλειψη σκοτούρας, πόνου, απειλής κτλ. – πρόσωπο του.

allied_001

Υπάρχει ζήτημα…

Μιλάμε ως τώρα, για ταινία που έχει ως φόντο την ναζιστική Ευρώπη. Αλλά ο ναζισμός ως έννοια, ιδεολογία, περιεχόμενο, απειλή, αποτέλεσμα στο άτομο και στο σύνολο, αποκρύπτεται «επισήμως». Μέλημα του έργου είναι στην ουσία η αποφυγή της όποιας πολιτικοποίησης ή καλύτερα η χυδαία άρνηση της, τονίζοντας την ατομική – και πρόσκαιρη, επίπλαστη – ευτυχία και ικανοποίηση. Ο πόλεμος γίνεται ένα κολλάζ γεγονότων δίχως βαρύτητα ενώ αντιθέτως τονίζεται το πως θα συγκρατηθεί το ρομάντζο των χαρακτήρων ακέραιο, πως θα καλυφθεί με ροζουλίνικα ρουχάκια το μωράκι τους και πως, εν τέλει, θα χαρούν απρόσκοπτα το ιδιόκτητο ράντσο και το χριστουγεννιάτικο δεντράκι τους, στον μεταπολεμικό τους «παράδεισο». Αυτή, άλλωστε, δεν είναι η αποκλειστική ανθρώπινη αποστολή όλων μας; Ρε πλάκα μας κάνετε, εκεί στις κινηματογραφικές βιομηχανίες;

Αλλά στον «θαυμαστό καινούριο κόσμο», τον άκρως πουριτανικό, αντιδραστικό, ρατσιστικό, καταπιεστικό και ακίνητο εκφραστικά, τι άλλο πέρα από το μακέλεμα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και του λογισμού της, να περιμένουμε; Τι πιο ταιριαστό, αποχαυνωτικό, εξανδραποδιστικό από ένα ηρωικό love story με «Αγγλάκια με κοντά παντελονάκια» που μετατρέπεται και σε «pater familias» δράμα που από το πουθενά δεν προκύπτει αλλά στο ιδεολογικό ζαβλάκωμα μας κατευθύνει. Πατρίς και οικογένεια, αναβιώνει ως η επίσημη και κρατούσα – αν και σε σήψη – ιδεολογία, που πρέπει από το κοινό να αγκαλιαστεί.

Είναι δυνατόν, λοιπόν, σε αυτές τις κουρασμένες και χιλιοακουσμένες αφηγήσεις, που δεν έχουν ουσιαστική διαφορά από την λογική και το ήθος μιας 50s εκπομπής της αμερικάνικης τηλεόρασης, να μην εκνευρίζεται κάποιος; Όταν τα στούντιο, πιάνουν στον στόμα τους – έστω σε πίσω πλάνο – τον αντιφασιστικό πόλεμο και τον αντιφασισμό εν γένει, τον θάνατο, την θυσία και την ανθρωπιά, την υπομονή και άλλες τόσες σπουδαίες ανθρώπινες ιδιότητες που αναδύθηκαν δυναμικές στην κόλαση του ναζισμού και τις κάνουν όλες τόσο αναίσχυντα γαργάρα, πώς να μείνει ο οποιοσδήποτε ψύχραιμος; Αλλά τι να πούμε και τι να κρατήσουμε, όταν έχουν περάσει ήδη 70 χρόνια από το παγκόσμιο αιματοκύλισμα και αρχίζει να επενεργεί η λήθη; Ξεκολλάτε ρε ευαίσθητα κομμούνια, σαν να μας λένε. Γιορτάστε, διασκεδάστε. Συμφιλίωση, αγάπη, ανεμελιά και στο διάολο η ενσυναίσθηση σας προς την Ιστορία.

Το «Allied», λοιπόν, επιβεβαιώνει την χυδαία ανοησία, επιβεβαιώνει την υπόγεια και κατά παραγγελία προπαγανδιστική του γραμμή, αποτελώντας παράλληλα μια πολιτικώς ορθή και απογοητευτική κινηματογραφική μπουρδολογία. Αναρωτιέμαι μονάχα, γιατί να τους επιτρέπουμε να μας δασκαλεύουν τα στούντιο, για το σεξ και για τον έρωτα και για το συναίσθημα και για την αυτοθυσία και για την αγάπη και για την αντίσταση και για την αυτοπειθαρχία και για την Ιστορία που είναι γεμάτη από αυτά και τα συντηρεί με μητρική αγάπη στην τεράστια αγκαλιά της.

allied_003

Η ουσιώδης ιδεολογική στόχευση ενός τέτοιου σινεμά

Τα γραφεία των μεγάλων στούντιο, έχουν συγκεκριμένες και σαφείς ορντινάντσες. Για να είναι κάτι εμπορικό, πρέπει να παραμένει διασκεδαστικό και πλήρως επιφανειακό. Έτσι, ό,τι τον άνθρωπο και την συνείδηση του υπηρετεί, πρέπει να εξοβελιστεί. Εφόσον, λοιπόν, αδυνατούν μπρος στην ομορφιά και μπρος στον έρωτα – όπως είπαμε εξαρχής -, εφόσον αδυνατούν να προσεγγίσουν το ουσιώδες και χυμώδες της ανθρώπινης ύπαρξης, τόσο και ακόμη χειρότερα αδυνατούν μπρος στην ιστορική πραγματικότητα και την στιβαρή προσέγγιση του ανθρώπινου παράγοντα μέσα σε αυτή. Αν δεν αγαπάς και δεν μπορείς να προσεγγίσεις τον άνθρωπο, τα πάθη του και τις απολαύσεις του, δεν μπορείς να αγαπήσεις μήτε την ανθρώπινη ιστορία. Ο έρωτας και η Ιστορία, είναι έννοιες μεγατόνων. Δεν μπορούν να προσεγγιστούν από ανθρωπάκια. Έτσι, προς επιβεβαίωση ενός λόγου ύπαρξης τους και της εκφυλιστικής αποστολής τους, μένει για αυτούς μονάχα, η δοξολογία της βίαιης δράσης και ο ηδονισμός του ηρωισμού. Αντίληψη διόλου ξένη από την θεμελιώδη του Hollywood. Ακόμη και αν η ταινία είναι εν μέρει Βρετανική παραγωγή, ως Χόλυγουντ πρέπει αντιμετωπίζεται. Ως εκ τούτου, οι βασικοί συντελεστές του «Allied», σκηνοθεσία και σενάριο, δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν παρά σαν οι αρχετυπικοί προσκυνητές και υπαλληλίσκοι της χολιγουντιανής γραμμής και ίσως και επίδοξες οσκαρικές περσόνες. Με λίγα λόγια, κενοί, ανυπόφοροι, πομπώδης και μιας και αποτυχαίνουν να αφηγηθούν κάτι καθοριστικά, τελικώς, αστείοι.

Τα στούντιο κάνουν σχεδιασμένη δουλειά χρόνια τώρα – και φυσικά και σήμερα – και το «Allied» είναι εδώ να το επιβεβαιώσει. Η Ιστορία, οφείλει να τεθεί με το κεφάλι κάτω, ανάστροφα, και όποιος αντέξει. Βολική πολιτική πρακτική, σαφώς. Για τις σημερινές γενιές που δεν τους έμεινε ούτε ένας παππούς να τους εξιστορήσει το χθες. Το τι σήμαινε και αγάπη και αντίσταση και πόνος και ηρωισμός. Οι εταιρίες, μεταφέρουν με το έτσι θέλω και μυθοπλαστικά, την ιδεολογική αλλοτρίωση και τις ηθικές παπάτζες και τα αξιακά παρακμιακά ιδεολογήματα που κυριαρχούν στον 21ο αιώνα, στις μέρες του 1940. Λαθροχειρία στην Ιστορία και στους ανθρώπους που την ζήσαν πρώτο χέρι. Μεταφέρουν τα σύγχρονα ιδεολογήματα της υποταγής, της μη αντίδρασης, στο τότε. Αναθεωρούν το παρελθόν, με εργαλεία του βολικού παρόντος. Που, δυστυχώς για αυτές, τα πράγματα δεν ήταν διόλου έτσι, ανέμελα, απολίτικα και χαζοχαρούμενα. Ήταν μια εποχή που η σκληρότητα του αιώνα έπεφτε στις πλάτες των λαών και αυτοί άντεξαν, υπεράντεξαν και διαολοστείλαν το κτήνος του ναζισμού στο παρελθόν, μια για πάντα. Το ανύπαρκτο, παραπλανητικό και σαχλό ηθικό δίλημμα της ταινίας, «αγάπη ή πόλεμος», είναι ύστερο παράγωγο του Hollywood για να κάνει μπίζνα.

Αλλά τι περιμένετε από ένα βιομηχανικό προϊόν; Τίγκα στα συντηρητικά, άγευστο και με ημερομηνία λήξης. Σίγουρα, άκρως επικίνδυνο.

Γεννημένος το 1984 στην Λάρισα, εγκλωβισμένος για κάποια χρόνια στην Ιταλία, αντί να μάθει να ξυπνάει στις αίθουσες δικαστηρίων έμαθε να βρίσκεται στις αίθουσες κινηματογράφου καθώς και πίσω από φωτογραφικές μηχανές. Έκτοτε γράφει για ταινίες και για σινεμά (καθώς και για ό,τι άλλο σκέφτεται) και φωτογραφίζει για φωτορεπορτάζ και για ευχαρίστηση. Είναι μέλος του ΔΣ της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ), της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Κριτικών Κινηματογράφου (FIPRESCI) και της Επιτροπής κρίσης και αξιολόγησης του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδας (ΕΕΤΕ).