Στήλη: Auditorium

Ο κόσμος της τζαζ σε κίνηση

Πώς η παράδοση της τζαζ αλλά και του ροκ και του τάνγκο επανέρχεται στις σύγχρονες δημιουργικές εκφράσεις

| 03/09/2019

Δεν είναι καθόλου καινούρια τούτη η στήλη. Έκανε την πορεία της για αρκετό καιρό («Δίφωνο», «Jazz& Τζαζ»), πέρασε στην διαθεσιμότητα και έρχεται και πάλι στο προσκήνιο του φιλόξενου «Περιοδικού». Κυρίως νέες μουσικές παρουσιάζει αλλά δεν παραλείπει να μεταφέρει δημιουργικές προτάσεις από το κυρίως ρεύμα της δισκογραφίας. Το βασικό χαρακτηριστικό της είναι η συνοπτική αλλά ουσιαστική παρουσίαση των καλλιτεχνικών προϊόντων.

Ηχογραφημένο ζωντανά 20 χρόνια πριν, στο Λουγκάνο της Ελβετίας, το «When Will The Blues Leave» με το σούπερ τζαζ τρίο των Paul Bley (πιάνο), Gary Peacock (ακουστικό μπάσο) και Paul Motian (κρουστά) ακούγεται τόσο φρέσκο και σύγχρονο σαν να μην πέρασε ούτε μια ημέρα από την συναυλία. Η χημεία μεταξύ των τριών εξαιρετική, με την δυναμική του γκρουπ να είναι στο ζενίθ της. Πέρα από ιστορικό μουσικό ντοκουμέντο αποτελεί, κατά την γνώμη μας, ένα από τα σημαντικά έργα στην δισκογραφία του Paul Bley Trio, που ηχογραφεί από την δεκαετία του ‘60. Το πιάνο κυριαρχεί, τα blues μέτρα καλά κρατούν, ο αυτοσχεδιασμός που υπερβαίνει την φόρμα και τα ατονάλ στοιχεία βρίσκει ευτυχή κατάληξη στο ομότιτλο κομμάτι τού Ornette Coleman.

Το «Lost River» προβάλει την θεσπέσια συνεργασία ανάμεσα στους Michele Rabia (ντραμς, ηλεκτρονικά), Gianluca Petrella (τρομπόνι, ήχοι) και Eivind Aarset (ηλεκτρική κιθάρα, ηλεκτρονικά). Είναι ο τρόπος που συνταιριάζουν το παίξιμό τους, το πώς αυτοσχεδιάζουν μεταξύ τους ώστε να δημιουργήσουν ένα post- ambient τοπίο ονειρικών διαστάσεων με τα ιδιαίτερα χτυπήματα στα κρουστά, τα ηλεκτρονικά ηχοπεδία και το ευφραδές σερφάρισμα του τρομπονιού πάνω στα ηχητικά κύματα που δημιουργούνται από τους άλλους μουσικούς σε ένα μουσικό προϊόν έξω πέρα από κάθε ετικέτα.

Η Αρμένισα Areni Agbabian -αφηγήτρια, φολκ τραγουδίστρια αλλά και βοκαλίστρια και πιανίστρια- συνεργάζεται με τον Ελβετό ντράμερ Nicolas Stocker σε ένα πολύ ιδιαίτερο άλμπουμ με τίτλο «Bloom». Τα κομμάτια τους -περισσότερα της Agbabian- έλκουν την καταγωγή τους απ’ την Αρμένικη παράδοση, από ιερούς ύμνους – και ένα, σωσμένο, του σπουδαίου Αρμένιου συνθέτη Komitas- δείχνουν παραστατικά το ύφος που έχει επιλέξει το ντουέτο, ήγουν την λαϊκή μελωδία και τον περίτεχνο αυτοσχεδιασμό των κρουστών σε συνδυασμό με το πιάνο της γεννημένης στην Καλιφόρνια Αρμένισας.

Γνωστός απ’ τα παλιά, ο Γερμανός συνθέτης Stephan Micus εκδίδει τον 23ο για την ECM δίσκο του με ονομασία «White Nighτ». Μοναχικός ταξιδιώτης, δεκαετίες τώρα, εννοεί να παίζει όλα τα όργανα μόνος του και με overdubs να δημιουργεί ιδιόρρυθμες μουσικές δωματίου. Με όργανα φερμένα από όλο τον κόσμο και πυκνές ηχογραφήσεις, μαζί με την μελωδική ερμηνεία τού χωρίς ομιλούμενο λεξιλόγιο, περιφέρεται σε ένα σύμπαν που αν και φτιαγμένο από αρχαία υλικά ακούγεται τόσο σύγχρονο: η kaliba (πιάνο αντίχειρα) από την Μποτσουάνα ή το Αρμένικο πνευστό σαν το όμποε, το duduk ή ακόμη η 14χορδη κιθάρα και το «Fireflies» με τις 13 Ινδικές καλαμένιες σφυρίχτρες!

Θαυμαστός συνδυασμός της ηλεκτρικής κιθάρας του Bill Frisell και του ακουστικού μπάσου του Thomas Morgan στο «Epistrophy», ηχογραφημένου στο θρυλικό Village Vanguard της Νέας Υόρκης. Ύστερα από τον λαμπρό προηγούμενο δίσκο τους, «Small Town», το φοβερό ντούο επανέρχεται με διασκευές στάνταρ – «Save The Last Dance For Me», «You Only Live Twice», «Red River Valley»- αλλά και με συνθέσεις των Paul Motian, Billy Strayhorn, συν δυο του μεγάλου Thelonious Monk- το ομότιτλο και το «Pannonica». Και είναι πολύ ενδιαφέρων ο τρόπος που κιθάρα και μπάσο συμπράττουν ώστε να ενορχηστρωθούν απολαυστικά, κομμάτια που πρωτοπαίχτηκαν με πολλά όργανα.

O βετεράνος Αμερικανός κιθαρίστας David Torn πλαισιώνεται στο LP του «Sun Of Goldfinger» από τους συμπατριώτες του, Tim Berne (άλτο σαξόφωνο) και Ches Smith (κρουστά, ηλεκτρονικά) και με αυτό το σχήμα ηχογραφεί ένα από τους πιο ευφάνταστους δίσκους που ακούσαμε μέσα στο 2019! Είναι, πέρα από τα κλασικά όργανα, η χρήση ηλεκτρονικών και live looping πάνω στους ισοκράτες των οποίων αυτοσχεδιάζουν κιθάρα και σαξόφωνο που ενίοτε ανεβαίνουν σε φοβερά αυτοσχεδιαστικά κρεσέντι, με υφολογικά δάνεια από progressive rock και free jazz όπως είναι και το δεύτερο εκ των τριών 20λεπτων κομματιών, με τον Greg Taborn στο πιάνο, το Scorchio Quartet και ακόμη δυο κιθαρίστες με σαφώς κλασικότροπες και ατονάλ  επιλογές.

Το «Transitory Poems» ηχογραφήθηκε ζωντανά στην Franz List Academy της Βουδαπέστης τον περασμένο χρόνο και προωθεί την τέχνη τού πιάνο των Αμερικανών Vijay Iyer και Graig Taborn. Και οι δυο τους συνεργάστηκαν πρώτη φορά στο  συγκρότημα του Roscoe Mitchell, Note Factory, για να εξελιχθούν σε  διακεκριμένους αυτοσχεδιαστές όπως εδώ στο κονσέρτο που δείχνουν να ακούνε αληθινά ο ένας τον άλλον καθώς πλοηγούν, πάνω στα πλήκτρα, καθώς δομούν ατελείωτα μουσικά σχήματα ενώ τα αλλάζουν διαρκώς με τον δημιουργικό αυθορμητισμό που τους διακρίνει – συνθέτες, αυτοσχεδιαστές και ενορχηστρωτές ταυτόχρονα.

Μεγάλωσαν με μουσικές των 90’s, με το grunge των Nirvana και το εναλλακτικό ροκ των The Bad Plus αλλά και με τον ρομαντισμό του Μπραμς, τις δυναμικές του ροκ και τους χορευτικούς ρυθμούς της electronic μαζί και τον αυτοσχεδιασμό της τζαζ. Ο λόγος για τους Shalosh που σημαίνει τρία στα Εβραϊκά – το πιάνο/ πλήκτρα, ακουστικό μπάσο και ντραμς σχήμα των Ισραηλινών μουσικών και το πρώτο τους άλμπουμ, «Onwards And Upwards». Με αυτά δεδομένα, οι πρωτότυπες συνθέσεις, μαζί και οι δυο διασκευές του γκρουπ ακολουθούν πολύ δημιουργικά την σχολή Brad Mehldau με την υπέρβαση των στιλ- πολύ εντυπωσιακοί για μουσικούς που είναι, πάνω κάτω, 25 χρονών.

Το έκτο προσωπικό, και δεύτερο για σόλο πιάνο, άλμπουμ του Ουαλού συνθέτη Gwilym Simcock, ηχογραφήθηκε σπίτι του, στο Βερολίνο: ένα ζευγάρι μεγάλων σε διάρκεια κομματιών συν μερικά μικρότερα, όλα τους αφιερωμένα σε γνωστούς μουσικούς όπως οι Egberto Gismonti, Brad Mehldau και Billy Childs. Το «Near And Now» αντανακλά την τεχνική αλλά και την καλλιτεχνική αίσθηση των λεπτεπίλεπτων αυτοσχεδιασμών του Simcock και την δυνατότητά του να δημιουργεί πολύχρωμα αρμονικά αρχιτεκτονήματα όπου γραμμένη και αυτοσχεδιαζόμενη μουσική διαδέχονται η μία την άλλη με τέτοια  άνεση, μακριά από κουραστικές ακαδημαϊκές προσεγγίσεις, ώστε νομίζει κανείς πως τα πάντα έρχονται από τις παρτιτούρες!

Από τις ανερχόμενες φιγούρες της Ισπανικής τζαζ, ο πιανίστας Daniel Garcia και οι μουσικοί του – ακουστικό μπάσο και ντραμς- κυκλοφορούν το «Travesuras» όπου συνδέουν τον τζαζίστικο αυτοσχεδιασμό με το λαϊκό ιδίωμα του φλαμένκο. Το Daniel Garcia Trio διαλέγει ως πρόλογο ένα γνωστό κομμάτι του Paco De Lucia για να κλείσει με ένα καθαρά παραδοσιακό ανάμεσα στις συνθέσεις του πιανίστα, επηρεασμένο από τον θρυλικό συνάδελφο του Federico Mompou καθώς και από το «Sketches Of Spain» του Miles Davis -ας προσθέσουμε εδώ και το «My Spanish Heart» του Chick Corea.

Το Αργεντινό σχήμα El Afronte Orquesta Tipica ακολουθεί την σχολή του Nuevo Tango, στα βήματα του πρώτου διδάξαντα, Astor Piazzolla και το δεκαμελές προσωπικό της παρουσιάζει στο «Tango Argentino Today» μια βελτιωμένη, θα λέγαμε, εκδοχή της  μουσικής σκηνής που βρέθηκε σε πλήρη εξέλιξη στα μέσα των 80’s. Υπό την διεύθυνση του κοντραμπασίστα Mariano Bustos, οι El Afronte αποφεύγουν  επιμελώς τη νοσταλγία ενώ διατηρούν στο ακέραιο την μελαγχολία και την έκσταση που η μουσική αυτή δημιουργεί. Για ένα συγκρότημα που ιδρύθηκε το 2004 και έγινε όνομα στην milonga σκηνή του Μπουένος Άιρες χάρη στην έντονη αίσθηση ανανέωσης που έφερε στο τάνγκο.

Το ένατο φεστιβάλ «Jazz at Berlin Philharmonic IX» αποτίει φόρο τιμής στην Βρετανίδα Kathleen Annie Pannonica Rothschild -την  θρυλική Βαρόνη της Τζαζ- στην μνήμη των 31 χρόνων από τον θάνατό της. Η Nica ερωτεύτηκε -αρχές του ’50- σφόδρα την τζαζ, μόλις άκουσε ένα κομμάτι τού Thelonious Monk, με αποτέλεσμα να διαθέσει τα πολλά χρήματά της στην αρωγή μεγάλων ονομάτων της be- bop -στέγαση, σίτιση, παραγωγή δίσκων και κονσέρτων- σε μια εποχή που οι ριζοσπάστες τζαζμεν δεν είχαν στον ήλιο μοίρα -διαβάστε ονόματα: Ηorace Silver, Bud Powell, Sonny Rollins κ.α. Στο «Pannonica» ακούγονται κομμάτια αφιερωμένα από bopers σε αυτήν ενώ συμμετέχουν μουσικοί από πέντε χώρες με περισσότερο γνωστούς τον Φιλανδό πιανίστα Iiro Rantala, τον Σουηδό μπασίστα Dan Berglund και τον παλαίμαχο τενόρο σαξοφωνίστα Ernie Watts, συνοδοιπόρο του Monk.

Στο δίσκο της Ινδονήσιας βοκαλίστριας Serena Fisseau και του Γάλλου ακορντεονίστα Vincent Peirani ακούγονται κομμάτια που το ζευγάρι και στην ζωή αρέσκεται να παίζει στις παρέες του και στα παιδιά του. Το «So Quiet» ακριβώς λειτουργεί σε χαμηλούς τόνους καθώς διασκευάζει σειρά από γνωστά τραγούδια των Serge Gainsbourg, Burt Bacharach, Antonio Carlos Jobim, Caetano Veloso, Lennon & McCartney και George Delerue -μεταξύ άλλων- μαζί με δυο παραδοσιακά απ’ την πατρίδα της Fisseau. Ο Peirani χρησιμοποιεί επίσης πιάνο και πλήκτρα έτσι ώστε τα μελωδικά τούτα τραγούδια να λειτουργούν σαν ευφάνταστα μουσικά παραμύθια για μικρούς και μεγάλους.

Μια σοβαρή αρρώστια παρέλυσε τους μύες του προσώπου του Ιταλού τρομπετίστα Luca Aquino με αποτέλεσμα να μην μπορεί να παίξει επί ένα χρόνο καθώς αναγκάστηκε να τα μάθει όλα από την αρχή! Σε αυτόν τον καιρό της ενδοσκόπησης επέστρεψε πίσω στις μουσικές του ρίζες, σε αυτά που άκουγε μικρός και ούτως το «Italian Songbook» αποτέλεσε το λογικό αποτέλεσμα της όλης περιπέτειάς του: μαζί με πιανίστα και ακορντεονίστα και με την αρωγή τής Orchestra Filarmonica di Benevento ερμηνεύει κλασικά κομμάτια των Ιταλών cantautori – Dalla, De André, Celentano, του Ennio Moricone, του Nino Rota, του Luigi Tenco, του Chet Baker κ.α. Χαμηλών εντάσεων εκτελέσεις ανάλογες της διάθεσης του Aquino προς τέρψιν του ακροατηρίου.

Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Βιολογία στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Παράλληλα, έπαιξε ως μουσικός παραγωγός σε πολλά ραδιόφωνα για πολλά χρόνια και έγραψε ως μουσικός κριτικός σε μια σειρά περιοδικά. Αυτό συνεχίζει μέχρι και σήμερα.