Στήλη: Auditorium

AUDITORIUM

Η κλασικότροπη μουσική συναντάει τον τζαζ αυτοσχεδιασμό μέσα από την φολκ παράδοση

| 30/11/2018

Δεν είναι καθόλου καινούρια τούτη η στήλη. Έκανε την πορεία της για αρκετό καιρό, στο παρελθόν («Δίφωνο», «Jazz& Τζαζ») πέρασε στην διαθεσιμότητα και έρχεται και πάλι στο προσκήνιο του φιλόξενου «Περιοδικού». Κυρίως νέες μουσικές θα παρουσιάζει αλλά δεν θα παραλείπει να μεταφέρει δημιουργικές προτάσεις από το κυρίως ρεύμα της δισκογραφίας. Το βασικό χαρακτηριστικό της είναι η συνοπτική αλλά ουσιαστική παρουσίαση των καλλιτεχνικών προϊόντων.

Πρώτος δίσκος ως leader  για τον Ισραηλινό πιανίστα  Shai Maestro– που πρωτοεμφανίστηκε στην ECM με τον βοκαλίστα Theo Bleckmann στο «Elegy»- με την συνδρομή του συμπατριώτη του, Ofri Nehemya  στα κρουστά και του Περουβιανού Jorge Roeder στο ακουστικό μπάσο. Το «The Dream Thief» περιέχει πέρα από δικές του συνθέσεις και δυο αλλότριες με χαρακτηριστική εκείνη που ο νεαρός μουσικός παίζει σόλο  πιάνο. Η μελωδικές καταβολές του είναι δεδομένες: από την χρυσή εποχή της τζαζ  έως το μπι- μποπ, αν  φθάσουμε στο «New River, New Water» όπου εκεί το τρίο απογειώνεται σταδιακά. Ενδιαφέρουσα και η  αποδόμηση/αναδιάρθρωση του κλασικού « These Foolish Things».

           

Τώρα, το τρίο του Νορβηγού συνθέτη και πιανίστα Tord Gustavsen – με τον μπασίστα Sigurd Hole και τον επί πολλά έτη συνεργάτη του, Jarle Vespestad, στα ντραμς- χτίζει ένα μουσικό περιβάλλον με αδρές  μελωδικές γραμμές που έλκουν την καταγωγή τους από την ντόπια παλιά φολκ των αιώνων. Στο «The Other Side» ο αυτοσχεδιασμός παραπέμπει στην μοντέρνα τζαζ και αρέσκεται στην δημιουργία αργών στην ανάπτυξή τους κομματιών, με βάθος και  μελωδικότητα.  Και είναι η αισθητική  λιτότητα που διατρέχει τις συνθέσεις του- μαζί με τα κομμάτια του Μπαχ συν τα παραδοσιακά-  που δημιουργούν ένα ηχητικό σύμπαν απέριττης ηρεμίας.

Συνθέσεις Σούμαν, Ραβέλ και Μπάρτοκ περιλαμβάνει το άλμπουμ του Ούγγρου πιανίστα Dénes Várjon, «De La Nuit»– από το κομμάτι του Γάλλου συνθέτη, “Gaspar de la nuit” – και είναι ακριβώς μουσικές για τις μικρές ώρες της νύχτας. Είναι, βέβαια, η ικανότητα, η διαίσθηση, του εκτελεστή που τις κάνει να ακούγονται περισσότερο οικείες στο μη ειδικευμένο κοινό, με τις δυναμικές που αναπτύσσει ο Várjon σε αυτό το νυχτερινό ταξίδι φαντασίας σχετικά με τρεις δημιουργούς που πρωτοπόρησαν στην έλευση της νέας μουσικής του 20ου Αιώνα καθώς τα έργα τους απαιτούσαν βιρτουόζους μουσικούς με τις τόσες τεχνικές καινοτομίας τους!

To «Alisei» περιλαμβάνει συνθέσεις του Ιταλού κοντραμπασίστα Stefano Scodanibbio που τόσο γρήγορα έφυγε από την ζωή. Κομμάτια για σόλο μπάσο, δυο μπάσα και σύνολο μπάσων με ενορχηστρωτή τον παλιό του συνεργάτη Daniele Roccato, μαζί με τον οποίον δημιούργησαν το Ludus Gravis Bass Ensemble. Τούτων δοθέντων, ο Roccato συμμετέχει σε όλες τις συνθέσεις- στα ντούο και στο οκτέτο αλλά υπάρχουν και δυο τίτλοι όπου παίζει σόλο για να δείξει την εξαιρετικές  abstrait τεχνικές πάνω στις οποίες ο Scodanibbio πειραματίστηκε. Μέρη όπως το  «Ottetto»  και το «Da una certa nebbia» ηχογραφούνται για πρώτη φορά με το δεύτερο να αποτελεί φόρο τιμής στο έργο του μεγάλου Morton Feldman.

Η μεγάλη ευκαιρία του Φιλανδού πιανίστα Iiro Rantala να ερμηνεύσει το κονσέρτο για πιάνο σε Ντο Μείζονα του Μότζαρτ ήρθε πριν ένα χρόνο στο φεστιβάλ jazzahead! της Βρέμης όπου με την συνοδεία της Deutsche Kammerphilharmonie Bremen, με πρώτο βιολί και διευθυντή ορχήστρας τον Florian Donderer. Βέβαια, ο δίσκος του, «mozart, bernstein, lennon», περιέχει ακόμη την ουβερτούρα «Candide» του Λέοναρντ Μπερστάιν και το πασίγνωστο « Imagine» του διοπτροφόρου σκαθαριού ομού με προσωπικές συνθέσεις όπως το «Tears For Esbjörn» και «Freedom», για να ονομάσουμε μερικές. Εκείνο που έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον, πέρα από όλα τα άλλα, είναι ο τρόπος που ερμηνεύει, ο κλασικά σπουδαγμένος Φιλανδός τον Μότσαρτ, η ένταση που μεταδίδει το παίξιμο του και η ικανότητά του για μικρούς, πηγαίους, αυτοσχεδιασμούς ανάμεσα στις γραμμένες νότες.

Ασυνήθιστος συνδυασμός βιολιού και τούμπας από δυο γερμανόφωνους μουσικούς, τον Benjamin Schmid από την Βιέννη και τον Andreas Martin Hofmeir απ’ το κοντινό του Μόναχο. Καθηγητές στο περίφημο Salzburg Mozarteum θητεύουν άνετα τόσο στην κλασική όσο και στην τζαζ. Στο «Stradihumpa» περιδιαβαίνουν τα αισθητικά χωράφια της σύγχρονης έντεχνης μουσικής, της φολκ, της συμφωνικής, του… χιπ χοπ – της βραζιλιάνικης μουσικής- σε έναν επιτυχημένο συνδυασμό ένθα αυτά τα δυο όργανα υπερβαίνουν τους όποιους αισθητικούς τους περιορισμούς.

 

Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το άλμπουμ «Oslo» του ανερχόμενου Γερμανού πιανίστα και συνθέτη Michael Wollny. Όχι μόνο παίζει με το τρίο του – Christan Weber, μπάσο και  Eric Schaefer, κρουστά-  αλλά συμπράττει με το πολυπληθές Norwegian Wind Ensemble, υπό την διεύθυνση του Geir Lysne, σε ένα μουσικό πρότζεκτ όπου, πέρα από προσωπικές του συνθέσεις περιλαμβάνει αποσπάσματα από έργα των Φορέ, Χίντενμιτ και Ντεμπισί. Αν και ο δίσκος προοριζότανε για ένα  έργο με το συγκρότημά του η μάλλον, τυχαία σύμπλευση με την 28μελή ορχήστρα απέφερε τρία κομμάτια, στην αρχή, στην μέση και στο φινάλε ως bonus track. Ούτως, η πολυχρωμία στην έκφραση γκρουπ εντείνεται με την ατμοσφαιρική αρχή της, την φάνκι συνέχεια της και την δίκην μπαλάντας κατάληξή της.

 

Στην συνέχεια υπάρχει ο έτερος δίσκος του Michael Wollny Trio, «Wartburg», ηχογραφημένος ζωντανά στην ομώνυμη πόλη της πάλαι ποτέ Ανατολικής (Λαοκρατικής) Γερμανίας.  Με τους μουσικούς συνεργάστηκε, σε τέσσερα κομμάτια, και ο Γάλλος σαξοφωνίστας Emile Parisien και ενώ το εν λόγω άλμπουμ ηχογραφήθηκε μια εβδομάδα μετά το «Oslo» ακούγεται εντελώς διαφορετικό αν και περιέχει πολλά κοινά κομμάτια: είναι ο χώρος του παλιού κάστρου του Rittersaal, αλλά και η ιδιορρυθμία της ύπαρξης τουριστών που ίσως δημιουργούν την ανάγκη για ένα σκοτεινό ήχο ένθα ο αυτοσχεδιασμός κυριαρχεί παντού, μαζί και το σασπένς. Εδώ, ο Wollny αποδεικνύει για άλλη  μια φορά πως πέρα από χαρισματικός συνθέτης και ερμηνευτής είναι και θεσπέσιος αυτοσχεδιαστής και η προτροπή του ιδίου είναι να ακούσει ο ακροατής και τα δυο άλμπουμ που κυκλοφόρησαν ξεχωριστά αλλά ταυτόχρονα για να σχηματίσει ολοκληρωμένη εικόνα για την καλλιτεχνική του δημιουργία.

Info

Τρίτος δίσκος της πιανίστριας και συνθέτριας Τάνιας Γιαννούλη  για την Νεοζηλανδική ετικέτα Rattle – τρίτος και μάλλον πιο πειραματικός θα λέγαμε. Γιατί το «Rewa», στο οποίο  συνεργάζεται με τον Μαορί συνθέτη Rob Thorne, μουσικό του taonga puoro (πνευστά από κογχύλια) και τον ιδιοκτήτη της δισκογραφικής, Steve Garden (treatments, επεξεργασίες), ναι μεν ακολουθεί κατά κάποιο τρόπο τα μονοπάτια  του πρώτου της άλμπουμ, «Forest Stories», αλλά δείχνει να προχωρεί σε περισσότερο σκοτεινά τοπία – άκου τις δυο συνθέσεις του «DarkStar»- χωρίς βεβαίως να ξεχνά διάφορα ντόπια  μελωδικά περάσματα παράλληλα με την παράδοση της  Aotearoa από την μεριά του Thorne. Ούτως, η ονειρική ατμόσφαιρα του «Rewa», διαρκώς μεταβάλλεται με τα πιανιστικά μέρη να δένουν απόλυτα με τα πνευστά ενώ ο αυτοσχεδιασμός δρα καταλυτικά στην αίσθηση της μουσικής ως ένα πλήρους σασπένς ταξίδι σε έναν αρχαϊκό κόσμο: η τελική, δεκαπεντάλεπτη σύνθεση, είναι απίστευτα υποβλητική.

Info

Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Βιολογία στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Παράλληλα, έπαιξε ως μουσικός παραγωγός σε πολλά ραδιόφωνα για πολλά χρόνια και έγραψε ως μουσικός κριτικός σε μια σειρά περιοδικά. Αυτό συνεχίζει μέχρι και σήμερα.