Στην ταινία του, ο ούγγρος Lazlo Nemes δεν ξύνει επιδερμικά. Σκάβει και ξανασκάβει, ώσπου βρίσκει την νοσηρότητα του ναζισμού και στην αιτία όπως και στις συνέπειες. Σε ατομικό όπως και σε συλλογικό επίπεδο. Προσπαθεί και καταφέρνει να μην προβάλει μια ιστορία του Άουσβιτς, ενός Άουσβιτς που υπήρξε και τελείωσε όπως έχουμε μάθει, μα να μετατραπεί ως έργο τέχνης σε ένα μόνιμα ανοιχτό παράθυρο: να βλέπουμε, να ακούμε, να σκεφτόμαστε την ναζιστική κόλαση συλλαμβάνοντας συνειρμικά την έκταση της στο κάθε παρόν. Κατασκευάζοντας ευθύνες. Ταυτοποιώντας και εξισώνοντας το βλέμμα του κεντρικού χαρακτήρα με το δικό μας.