Joker: Folie à Deux
Εμπορική πρόθεση, δημιουργικό τίποτα, ταμάμ συστημικό
Ταινία αχρείαστη. Η θεματική της είχε ήδη, από το πρώτο Joker, εξαντληθεί. Δεν υπήρχε καν λόγος να ανακινηθεί και κανείς ποτέ του δεν τη ζήτησε. Εμφανώς επιτηδευμένη και τραβηγμένη από τα μαλλιά, μπουκώνει μια ιδέα και μερεμετιάζει τις τρύπες της πασχίζοντας να αναπτυχθεί σε σενάριο και να βγάλει κάπου, ωστόσο δεν βγάζει πουθενά: μια ταινία, δηλαδή, των παραγωγών και των studio, μπας και αυγατίσουν νέα κέρδη και τίποτα άλλο. Κάνουν μια επιτυχία και έπειτα προσμένουν σε μόνιμη και άβουλη πελατεία. Φαίνεται ότι συχνά τα καταφέρνουν.
2.
Μια πολύ καλή, αν και προβλέψιμη, ερμηνεία δεν μπορεί να αναδείξει και να δώσει νόημα από μόνη της σε ένα έργο. Η έντονη, βίαιη υποκριτικά «άσκηση ύφους» του Joaquin Phoenix δεν καταφέρνει τελικά πολλά, πέρα από το να λέμε «τι ηθοποιός και τι απίστευτες δυνατότητες έχει». Αλλά αυτό το έχουμε ξαναπεί δεκάδες φορές και καταντάει βαρετή επανάληψη. Η συνεχής, ως σήμερα, εμμονή του Hollywood στο actor centered, το ηθοποιοκεντρικό σεναριακό μοτίβο μυρίζει από χιλιόμετρα πρόθεση εμπορική και δημιουργικό τίποτα. O Phoenix ασφυκτιεί μέσα σε ένα χλιαρό περιτύλιγμα.
3.
Το μιούζικαλ ως κυρίαρχο αφηγηματικό εργαλείο δεν είναι παρά μια δικαιολόγηση της αμοιβής (12 εκατ. ευρώ!) της Lady Gaga ως συμπρωταγωνίστριας και επιπλέον ένας φόρος τιμής στο «είδος» αυτό του Hollywood προς δικαίωση της κλισεδιάρικης, φλύαρης και κυρίως λαμπερής, επιτυχημένης και non-politica ιστορίας του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο τα studio σε επιβραβεύουν για τις υπηρεσίες σου καθώς αντί να αναπτύξεις σε διάφορες ενδιαφέρουσες κατευθύνσεις αυτό που το πρωτογενές υλικό σού επιτρέπει, τελικά αποφασίζεις με αισθητικά τερτίπια να το αλαφραίνεις από ό,τι κοινωνικό, ηθικό και πολιτικό ενέχει ώστε να είναι καθολικά προσβάσιμο, διευρυμένα αρεστό και πολιτικά ακίνδυνο και ενσωματώσιμο. Φράγκα και θεσμική ηγεμονία, ο κανόνας 100 και βάλε χρόνων.
4.
Ταινία στάσιμη, μπανάλ και αδιάφορη, τολμηρή τόσο όσο πατάει η γάτα, τόσο όσο επιτρέπει ο υπέρογκος προϋπολογισμός της, τόσο όσο να μπορεί να απευθυνθεί με σιγουριά στο πιο ευρύ κοινό των ΗΠΑ (και όσων πολιτιστικά έχουν αποικιστεί από αυτές) στο συνολικό πνεύμα των σημερινών καιρών. Μια αισθητική φούσκα.
5.
Κλασικό το χολιγουντιανό αφήγημα, σκέτο συνήθειο. Τα αλληλοτροφοδοτούμενα και αμοιβαία τα κάνουν να τα βλέπουμε ως αντίθετα (που δεν είναι), τα κάνουν να τα βλέπουμε σαν σε ανοιχτή σύγκρουση (που επίσης δεν είναι) και ως εκ τούτου να δικαιολογείται στο μυαλό μας όταν φτάνουν σε τελικό συμβιβασμό και εξισορρόπηση, που είναι η μόνιμη πολιτική θέση, η χολιγουντιανή συνταγή. Στο ίδιο νόμισμα, λοιπόν, από τη μία το επίσημο κράτος (ως σωφρονιστήριο) και από την άλλη η αντίδραση σε αυτό (ως Joker-ική ψυχασθένεια). Και οι δύο πλευρές πάντως, έχουν τους απαθείς και ανενεργούς ακόλουθούς τους σε μια Αμερική που δεν επιτρέπει καμιά άλλη της ανάγνωση, καμιά υπέρβαση των συστημικών αυτών δίπολων: των ίδιων που βλέπουμε και στο καθημερινό, πραγματικό συστημικό της debate. Αρχηγοί και οπαδοί σε μια συμφιλιωτική χορογραφία και η «Αμερική» και η «κουλτούρα» της, great again, επικρατεί.
6.
Ο παραβατικός και περιθωριακός έχει ήδη συμπεριληφθεί στην κοινωνία, μπορεί και εμφανίζεται ως μεσσίας και influencer της, βάφεται με τα χρώματα (άσπρο, μπλε και κόκκινο) του κράτους του και παράγει ρητορικές «ελευθερίας» (ο πιο αφηρημένος όρος-καραμέλα) απευθυνόμενος σε όσους βρίσκουν απάγκιο και ικανοποίηση σε ρητορικές πάντα κάποιων άλλων και γλυκαίνονται με την τριχρωμία της σημαίας τους, αρκεί να είναι λιγάκι πιο αλήτικη, πιο μάγκικη, λιγάκι πιο alternative: η πολιτική ως performance.
7.
Μια ταινία που αυτοπροτείνεται ως θέαμα και τίποτε άλλο. Μια ταινία που δεν σου επιτρέπει να την ερμηνεύσεις διαφορετικά από όσο το Hollywood θέλει. Διασκεδάζει, εκ των πραγμάτων, κάθε πολιτικό και κοινωνικό αντανακλαστικό του κοινού, του δηλώνει ότι δεν αξίζει να πολυσκέφτεται πάνω σε ό,τι βλέπει και το χειραγωγεί ευχάριστα με τα αλλεπάλληλα love story τραγουδάκια. Κατά συνέπεια, μια ταινία-διασκεδαστής, η οποία χαπακώνει και ημερεύει όποιον την παρακολουθεί αφήνοντας μουδιασμένο το κριτήριο του. Έτσι, ο θεατής επιστρέφει αισθητικά εκτονωμένος στη καθημερινότητά του και ξαναγίνεται πολίτης δίνοντας εκ νέου αβάντα στο συστημικό status των ΗΠΑ, που νιώθει βαθιά ικανοποίηση και μεγάλη ευγνωμοσύνη, καθώς γνωρίζει πολύ καλά πως θα παραμείνει και πάλι αδιατάρακτο. Μια ταινία, λοιπόν, τόση όση το κοινό θα συρρέει καθώς, διαμέσου των δυο πλήρως αναγνωρίσιμων και πετυχημένων προσωπικοτήτων (του Phoenix και της Lady Gaga), απορροφάται στο αφήγημά της για να αφήσει λεφτά στα ταμεία και να δεχτεί ιδεολογία κομμένη και ραμμένη στα μέτρα του: ταινία πανέτοιμη, δηλαδή, για εθνική κατανάλωση.
8.
Με budget 200 εκατ. δολάρια, πραγματικά ανέμπνευστος ο τίτλος, στα όρια της αφέλειας.
*
Το Hollywood ως άλλος μπάτσος, εδώ του «γούστου», φαίνεται να συνεχίζει να μάς λέει για να συμμορφωθούμε “I am the law. Don’t you understand, I represent the law” και εμείς θα έπρεπε να ακούμε “Well piss on ya, and piss on your law” από το στόμα του Kris Kristofferson, με το ίδιο ύφος που το έλεγε τότε στο Convoy του Sam Peckinpah το 1978, αλλά λίγες μέρες πριν, πάει, χάθηκε κι αυτός, και χάθηκε κι εκείνο το ύφος ξεμένοντας με το ανούσιο τούτο στυλ των μέτριων που κάνουν τους καμπόσους.