"So Long, Marianne" της Κάρι Χεστχάμαρ

Η Marianne, ο Leonard Cohen, η Ύδρα και η δεκαετία του '60

| 07/08/2016

 [br] “Η Marianne αποκοιμήθηκε έξω από τη ζωή χθες το απόγευμα. Σε απόλυτη ηρεμία, περιτριγυρισμένη από στενούς φίλους. Το γράμμα σου ήρθε σε στιγμή που ακόμη μπορούσε να μιλάει και να γελάει έχοντας πλήρη συνείδηση. Όταν της το διαβάσαμε, χαμογέλασε όπως μόνο η Marianne μπορεί….Λίγο πριν φύγει κράτησα το χέρι της, σιγοτραγούδησα το Bird on a Wire, ενώ εκείνη ανέπνεε ελαφρά. Και όταν φύγαμε από το δωμάτιο, αφού η ψυχή της είχε δραπετεύσει από το παράθυρο για καινούργιες περιπέτειες, τη φιλήσαμε στο κεφάλι και ψιθυρίσαμε τα λόγια σου, So long, Marianne” http://www.nme.com/news/leonard-cohen/95406#CmuRzodTL6jIiax4.99

Αυτό ήταν ένα απόσπασμα από το γράμμα που έλαβε ο Leonard Cohen στις 29 Ιουλίου (2016), μία μέρα αφού πέθανε η Marianne Ihlen, η γυναίκα που γνωρίσαμε όλοι και όλες από το υπέροχο τραγούδι So long, Marianne, γραμμένο για τη γυναίκα που γνώρισε στην Ύδρα το 1960.

Πριν από ενάμιση χρόνο δημοσιεύτηκε στα ελληνικά το βιβλίο της Κάρι Χεστχάμαρ “So long, Marianne”. Με αφορμή τον θάνατο της Marianne, θυμόμαστε την παρουσίαση του βιβλίου από toperiodiko.gr 

[hr]

“So Long, Marianne”, Κάρι Χεστχάμαρ, Μετ.: Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη, Εκδ. Ποταμός

Ένα βιβλίο για την νεανική ζωή της Μαριάννε Ίλεν, η οποία ένωσε την ζωή της για μερικά χρόνια με τον Leonard Cohen και για την οποία γράφτηκε το So Long, Marianne, ένα από τα εμβληματικά κομμάτια του Καναδού τραγουδ84204-188727οποιού. Βιβλίο γραμμένο με απλότητα από την συμπατριώτισσά της, την Νορβηγίδα λογοτέχνη Κάρι Χεστχάμαρ, βασισμένο σε συζητήσεις και συνεντεύξεις με την Μαριάννε, τον Κοέν καθώς και από την ιδιωτική αλληλογραφία της πρώτης από το 1954 έως το 1972.

Η ιστορία της Μαριάννε που επηρέασε εξαιρετικά τη νεότητα και τις απαρχές της μουσικής πορείας του Κοέν- ιστορία που αρχίζει στα μέσα του ’50 όταν κοπέλα 22 χρονών εγκαταλείπει το Όσλο για να ταξιδέψει με τον τότε αγαπημένο της, ήδη καταξιωμένο συγγραφέα, Άξελ Γιένσεν στην εξωτική Ύδρα ώστε να ζήσει μια απλή -και πρωτόγονη- θα λέγαμε ζωή. Στο νησί υπάρχουν αρκετοί ξένοι και έρχονται κι άλλοι, προς αναζήτηση μιας κοινωνίας μακριά από τον πυρετώδη τρόπο ζωής και τον άκρατο καταναλωτισμό.

Πολλοί χρησιμοποιούν την Ύδρα ως ενδιάμεσο σταθμό για την Ινδία, άλλοι παραμένουν χρόνια εκεί. Είναι οι προπομποί των κινημάτων των 60’s καθώς την εποχή εκείνη ακμάζει το κίνημα των Μπήτνικς και πολλοί είναι επηρεασμένοι από αυτούς.

Σε αυτήν την διεθνή αποικία διανοουμένων, η Μαριάννε συμμετέχει σε μια κοινότητα που περιλάμβανε αρκετές από τις μελλοντικές καλλιτεχνικές περσόνες που έδρασαν τις επόμενες δεκαετίες. Αντικομφορμιστές και ανήσυχα πνεύματα ταίριαξαν απόλυτα στη λιτή και πρακτική ζωή του νησιού ενώ σχεδίαζαν τις κατοπινές τους δημιουργίες. Σε αυτή την προωθημένη πνευματικά ατμόσφαιρα η Μαριάννε γεννά τον μικρό Άξελ και δένεται ακόμη περισσότερο με τον πατέρα του. Στο πρώιμα χίπικο ντεκόρ της Ύδρας ο  σύντροφός της Άξελ την εγκαταλείπει για μία άλλη γυναίκα. Αλλά είναι η τυχαία γνωριμία με τον Κοέν, στο μπακάλικο του νησιού, που αλλάζει άρδην την ζωή της καθώς η ερωτική τους σχέση θα διαρκέσει όλη την ένδοξη δεκαετία του ’60, χρόνια κατά τα οποία θα βιώσει την απογείωση του τροβαδούρου προς την παγκόσμια αναγνώριση.

11046745_336165419906468_8161971094795226499_n

Είναι πολύ χαρακτηριστικές οι επιστολές που ανταλλάσσει η Μαριάννε με τον Άξελ και με τον Κοέν, τα συναισθήματα που εκφράζονται όπως και οι δυσκολίες συμβίωσης νέων ανθρώπων σε ένα περιβάλλον που πρόκρινε την απόλυτη ελευθερία σχέσεων και την εσωτερική  αυτονομία. Η ειλικρινής επαφή του Καναδού και της Νορβηγίδας περνά από δύσκολους κάβους, με τον Κοέν να γράφει ποίηση και πρόζα και να αφιερώνει την τρίτη ποιητική συλλογή, Flowers For Hitler στην συμβία του, ενώ η φωτογραφία της δίπλα στην γραφομηχανή του κοσμεί το οπισθόφυλλο του 2ου δίσκου, Songs From A Room. Παράλληλα, ο τραγουδοποιός στέκεται σαν πατέρας στον μικρό Άξελ, μοιράζοντας αγάπη και στοργή στην δοτή του οικογένεια. Την ίδια περίοδο, των σίξτις, γράφει κομμάτια που τα προβάρει στην παρέα μη έχοντας περαιτέρω φιλοδοξίες.

Η Χεστχάμαρ σκιαγραφεί την ζωή στην Ύδρα σαν  τοιχογραφία, μεταφέροντας συναισθήματα και εικόνες  από έναν τόπο χαμηλών ταχυτήτων, απλής και φυσικής ζωής- δύσκολης μεν αλλά απέριττης και άδολης. Εκεί το νεαρό ζευγάρι βιώνει τους αντίκτυπους της τεράστιας κοινωνικής κίνησης του ’60- τις ριζοσπαστικές μουσικές και γραφές μαζί και τα φιλοσοφικά μανιφέστα  της: Πέρα από την Ύδρα ο Λέναρντ και η Μαριάννε περνάνε αρκετό καιρό στο Όσλο, στο Μόντρεαλ, στο Παρίσι και στη Νέα Υόρκη. Στην τελευταία εγκαθίστανται για κάποιο καιρό στο περίφημο Chelsea Hotel, όπου συναντούν φιγούρες σαν τον Μπομπ Ντίλαν και την Τζάνις Τζόπλιν.

Όμως, οι ανάγκες βιοπορισμού του Κοέν -μιας και η φίλη του κρατά τον ρόλο της νοικοκυράς- τον θέλουν όλο και περισσότερο εκτός νησιού, στην Αμερική και τον Καναδά να ψάχνει για συμβόλαια και υποτροφίες. Σιγά- σιγά γράφει μουσική που την επενδύει με στιχάκια από τα ποιήματά του. Τότε γνωρίζει  την φολκ τραγουδίστρια Τζούντι Κόλλινς και της εμπιστεύεται το θρυλικό, μετέπειτα, Suzanne. Η Κόλλινς το ηχογραφεί και γίνεται μίνι χιτ. Είναι το έναυσμα της τραγουδοποιίας του Λέoναρντ Κοέν: στο Songs Of Leonard Cohen που κυκλοφορεί το 1967, στην πρώτη πλευρά κυριαρχεί το εν λόγω κομμάτι, στην δεύτερη, το “So Long, Marianne”.

11032174_336165119906498_964093675973711513_n

Ο Καναδός καλλιτέχνης απουσιάζει πλέον συνεχώς, η Μαριάννε νιώθει μοναξιά -ο τροβαδούρος περιστοιχίζεται διαρκώς από ωραίες γυναίκες και όλοι καταλαβαίνουμε πως το τέλος του μεγάλου έρωτα  είναι πολύ κοντά. Χωρίσανε χωρίς σκληράδες και δράματα, απλά τα διαστήματα χωρίς επαφή μεγάλωναν διαρκώς ώσπου δεν ξαναβρέθηκαν.

Όσο για την γραφή του βιβλίου- πέρα από την ωραία μετάφραση- φαίνεται να ξεπερνά με επιτυχία τις δυσκολίες ενός θέματος που θα μπορούσε να πουλήσει μπόλικη νοσταλγία και συναισθηματισμό μαζί βέβαια με ανούσιες, μάλλον, λεπτομέρειες για την ζωή ενός διάσημου καλλιτέχνη. Αντί αυτού, η Χεστχάμαρ φτιάχνει ένα αφήγημα με λογοτεχνικές αξιώσεις εστιάζοντας στις ζωές ανθρώπων που έζησαν σε ένα ελευθεριακό περιβάλλον μιας από τις πιο ενδιαφέρουσες δεκαετίες του 20ου Αιώνα.

Όλη η ουσία βρίσκεται στην εξομολόγηση του Κοέν προς το τέλος του βιβλίου: «όπως κάθε νέος συγγραφέας, όπως κάθε νέος άνθρωπος, λαχταρούσα εμπειρίες. Ήθελα πολλές γυναίκες, ήθελα πολλές διαφορετικές εμπειρίες, πολλές χώρες, πολλά κλίματα,  πολλές ερωτικές σχέσεις. Δεν το καταλάβαινα τότε, αλλά ήταν απολύτως φυσιολογικό να αντικρίζω τη ζωή σα να ήταν  μπουφές γεμάτος όλων των ειδών τις γεύσεις… Μέχρι που κατάλαβα ότι τίποτα δεν θα μου έφτανε ποτέ. Αλλά μου πήρε μια ολόκληρη ζωή να το συνειδητοποιήσω και να το αποδεχτώ…Παιδιά ήμαστε και ζούσαμε σε μια εποχή που όλα τα δεδομένα ανατρέπονταν. Δεν θέλαμε να ακολουθήσουμε τα παλιά πρότυπα, θέλαμε όμως να διατηρήσουμε ό, τι θεωρούσαμε καλό και όμορφο… Καμιά από εκείνες τις σχέσεις δεν επέζησε -επέζησαν μόνο στη μνήμη  μας, για να τις τιμούμε και να αναγνωρίζουμε πόσα πολλά μας έδωσαν εκείνες οι εμπειρίες.» 

Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Βιολογία στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Παράλληλα, έπαιξε ως μουσικός παραγωγός σε πολλά ραδιόφωνα για πολλά χρόνια και έγραψε ως μουσικός κριτικός σε μια σειρά περιοδικά. Αυτό συνεχίζει μέχρι και σήμερα.