New Babylon. Το παράδειγμα του Κόνσταντ

| 29/04/2014

Η Νέα Βαβυλώνα είναι ένα μια ουτοπική πόλη, έμπνευση του Ολλανδού καλλιτέχνη Κόνσταντ (Constant Nieuwenhuys). Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα πρότζεκτ που διήρκησε περίπου είκοσι χρόνια (1954-1974), το οποίο βασίστηκε στην ιδέα τού καταστασιακού Κόνσταντ (εκ των ιδρυτών τού CoBrA και τής Καταστασιακής Διεθνούς) ότι η αρχιτεκτονική μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην έλευση ενός καινούργιου τρόπου ζωής, εχθρικού προς τον καπιταλισμό και απελευθερωτικού ως προς την δράση, την εργασία, την διαμονή, την κίνηση-μετακίνηση και την συμμετοχή των πολιτών

 

babylon23

Ο Κόνσταντ, εμπνευσμένος από την αρχαία Βαβυλώνα, φαίνεται από το έργο του ότι αναφέρεται και στις δύο όψεις τής πόλης αυτής. Η Βαβυλώνα, η μεγαλύτερη πόλη μέχρι σήμερα που έχει χτίσει ανθρώπινο χέρι, ήταν μία πόλη-κράτος περιτριγυρισμένη από πανύψηλα τείχη, η οποία αποτελεί ορόσημο μέχρι σήμερα για τον κοσμοπολιτισμό και την πολιτισμική άνθηση, ενώ την ίδια στιγμή παρουσιάζεται ως σύμβολο τής αμαρτίας. Η Νέα Βαβυλώνα στέκεται στον χαρακτήρα μιας πόλης-μητρόπολης, η οποία δίνει στους πολίτες της τον τρόπο να συμμετέχουν και να ελέγχουν το περιβάλλον τους, δεν έχει αναγνωρισμένη θρησκεία, και οι ευκαιρίες για έκφραση είναι απεριόριστες.  Η μορφή αυτής της πόλης δίνει στον Κόνσταντ και τους Καταστασιακούς το έναυσμα και τον τρόπο να αντιπαρατεθούν με την μεταπολεμική μοντέρνα αρχιτεκτονική, η οποία κυριάρχησε στην Ευρώπη, δίνοντας το στίγμα ενός αστικού τοπίου ομοιομορφίας και μη-κινητικότητας, ορίζοντας, παράλληλα, αρχιτεκτονικά τον καπιταλισμό. Εκείνη την περίοδο, τις δεκαετίες 1950-1960, η Καταστασιακή Διεθνής ανακατευθύνει τα σχέδια για το σύγχρονο αστικό τοπίο προς την έννοια της νομαδικότητας, προσδίδοντας σε αυτήν, την δυνατότητα της αέναης μετακίνησης, της προσωπικής αφήγησης/«ίχνους» στο τοπίο  και του απεριόριστου χώρου.

Ποιον ρόλο μπορεί να παίξει η αρχιτεκτονική στην κοινωνική και την πολιτική αλλαγή; Ποιον ρόλο θα έπρεπε να πάρει ο αρχιτέκτονας στην απόφαση για την κατεύθυνση και τον χαρακτήρα τής αλλαγής; Πόσο σημαντικός είναι ο σχεδιασμός τού χώρου για το σύνολο της ανθρώπινης δραστηριότητας;

Η πρακτική τού dérive (περιπλάνηση) είναι ο κινητήριος μοχλός της ενωτικής πολεοδομίας (όπως ονόμαζαν τότε το καινούργιο αυτό αστικό σχέδιο), με βάση την οποία, ο Homo Ludens (ο Παιγνιώδης άνθρωπος), θα όριζε τις γειτονιές και τις γωνιές τής πόλης όχι σύμφωνα με τους επίσημους χάρτες, αλλά σύμφωνα με τους ψυχογεωγραφικούς χάρτες που φτιάχνονταν μετά από μια τυχαία περιπλάνηση στην πόλη [ως ψυχογεωγραφία όριζαν, κατά κάποιο τρόπο, την μελέτη τού πληθυσμού με βάση τις προτιμήσεις, τις επιθυμίες, τις συνήθειες και τα ίχνη που άφηνε στην πόλη. Ως εκ τούτου, οι χάρτες αυτοί δεν αποτύπωναν τις πραγματικές διαστάσεις ή γειτονιές μιας πόλης, αλλά απέδιδαν την αίσθηση που είχαν οι περιπλανώμενοι γυρνώντας από αυτές.]

babylon24

Όπως αναφέρει ο LebbeusWoods στο ιστολόγιό του ( http://lebbeuswoods.wordpress.com ), η Νέα Βαβυλώνα θέτει πολλά ερωτήματα που μας αφορούν άμεσα. Ποιον ρόλο μπορεί να παίξει η αρχιτεκτονική στην κοινωνική και την πολιτική αλλαγή; Ποιον ρόλο θα έπρεπε να πάρει ο αρχιτέκτονας στην απόφαση για την κατεύθυνση και τον χαρακτήρα τής αλλαγής; Πόσο σημαντικός είναι ο σχεδιασμός τού χώρου για το σύνολο της ανθρώπινης δραστηριότητας; Μπορεί ο σχεδιασμός να «αλλάξει τον κόσμο»;

babylon25

Σύμφωνα με τον ίδιο τον Κόνσταντ, «είναι φανερό ότι ένας άνθρωπος ελεύθερος να χρησιμοποιήσει τον χρόνο του για την ίδια του τη ζωή, ελεύθερος να πάει όπου θέλει, όταν το θέλει, δεν μπορεί να επωφεληθεί από το μέγιστο της ελευθερίας του σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από το ρολόι και τις προσταγές ενός συγκεκριμένου ενδιαιτήματος…» Ο Κόνσταντ οραματιζόταν ότι ο Homo Ludens με την βοήθεια της τεχνολογίας θα δημιουργούσε τον χώρο του έτσι ώστε η εργασία να γίνεται τρόπος δημιουργικού παιχνιδιού, οι άνθρωποι να αφήσουν πίσω τους την έννοια της εγκατάστασης σε έναν τόπο και να ξαναγυρίσουν σε μια πιο νομαδική κατάσταση όπου η μετακίνηση να μπορεί να γίνεται απρόσκοπτα και απελευθερωτικά, η γη να ανήκει στο σύνολο των πολιτών/νομάδων και η τέχνη να αποτελεί μια καθημερινή πρακτική εξερεύνησης και δημιουργίας και όχι μια ξεχωριστή δραστηριότητα.