«Prima Materia», της Ράνιας Καραχάλιου
Γράφοντας μέσα στο αρχέγονο και το άμορφο
Πρώτα ήταν η αστραπή. Την είδε ο νομπελίστας ποιητής. Την ακολούθησε αυτός που κύκλωσε την αφήγηση και έγραψε το φως της πάνω σε πέτρα. Την υποδέχτηκε ο αδικαίωτος προφήτης, αυτός που ψάχνει τον ήχο του τελευταίου λυγμού. Υστερα, μίλησε μαζί της ο μέγας ασκητής. Όταν τα στόματα και οι ήχοι σταμάτησαν, φάνηκε ο ανθισμένος ποιητής, αυτός που δεν άφησε κομμάτι του Μάη που να μην καταπιεί. Όταν είδε το χρυσό φως να χορεύει, πήρε το πιο όμορφο γαρίφαλο του κόσμου και το έβαλε στο πέτο του. Το φαινόμενο σταμάτησε και ξάπλωσε σε κάθε δρομάκι του κατακόκκινου λουλουδιού. Η αθανασία μόλις είχε ελευθερωθεί. Από δω και πέρα, το αρχέγονο και το άμορφο θα είχαν την κίνηση το άηχο «κλικ» τους. Και όλα θα γίνονταν, όλα θα ήταν εφικτά και όλα θα ζούσαν στις υπόγειες γραμμές του ουράνιου τόξου. Και πάνω από το τσιμέντο, τους δρόμους των πόλεων και το σκληρό χώμα, μια πένα επίμονη, πάντα νεανική και πάντα κλαίουσα, πάντα με το τρεμουλιαστό χαμόγελο και πάντα να ψάχνει τα σώματα των τοίχων. Πολύχρωμο μελάνι, αστέρια, μεταμορφώσεις και διάσπαρτα κομμάτια βράχων… Αυτά οι γραμμές, οι φθόγγοι, ο τρόπος και ο ασύνορος τόπος στον οποίο ακουμπούν τα ποιήματα των νέων, των αγέραστων. Η Ράνια Καραχάλιου μας δείχνει-δίνει τη συλλογή «Prima Materia» (Εκδόσεις Άγρα).
Διαβάζεις το δεύτερο βιβλίο της συγγραφέως και κάνεις λάθος που σημειώνεις το δεύτερο. Αυτό είναι το ένα βιβλίο που μπορεί να γράψει ο/η συγγραφέας. Αυτό που ο αναγνώστης θα το κάνει «κομμάτια» και θα το σκορπίσει σε όλες τις πλευρές της ζωής του. Τα ποιητικά κομμάτια, φράσεις, που δίνει η Καραχάλιου είναι βγαλμένα από τα βάθη της δημιουργίας, από τα βάθη της ανθρώπινης ψυχής. Όλα όσα σου λέει η πρώτη εντύπωση, που είναι η πιο ισχυρή, και όλα όσα σου λέει η αιτία αυτής. Στην «Prima Materia» δεν έχει σημασία το «γιατί δημιουργούμε», αλλά το «πρέπει να δημιουργήσουμε». Και μετά απ’ αυτό, τίποτα δεν μένει όρθιο! Τίποτα δεν μένει ανέγγιχτο! Τίποτα δεν μένει στο περιθώριο! Η ποίηση της Καραχάλιου σε προκαλεί να σημειώσεις, να αγγίξεις γερά, να τσαλακώσεις, σχεδόν, τις σελίδες, να πάρεις το μολύβι και να συνεχίσεις αυτό που έγραψε, να το ερμηνεύσεις, να το βάλεις κάτω από δέρμα σου, να το κάνεις μέρος του πάθους και της επίμονης πνευματικής σου άσκησης. Εδώ, ο Κάφκα «τρώει» τον Γκρέγκορ Σάμσα και η μεταμόρφωση φτάνει στο ανώτερο σημείο της: μια αεικίνητη, πολύχρωμη, ανταύγεια που όλα τα ομορφαίνει, όλα τα σώζει και όλα τα κινεί. Εδώ, έχουμε ημέρες και λόγια, ύφη που θα χαιρέτιζαν οι κήποι του Ελύτη και θα δέχονταν τα «ντοστογιεφσκικά» υπόγεια. Ας κατέλθουμε και ας ανέλθουμε, ας γίνουμε χίλια πολύχρωμα κομμάτια.
Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο ένα η πεζόμορφη, αναρχική στη συμπεριφορά, σουρεαλιστική στο πνεύμα και αυθόρμητη στις φραστικές συμπορεύσεις-συγκρούσεις ποίηση. Και τι δεν συναντάμε εδώ! Πραγματικό περιβόλι η ποιητική διάθεση της Καραχάλιου. Και να μην υπάρχει η προοπτική, αυτή τη βρίσκει και μας βρίσκει. Ζωντάνια, παραστατικότητα, οικονομία εκεί που πρέπει, τολμηρή εκεί που θέλει, σαγηνευτική, με στίχους που κινούνται προς τον αναγνώστη και τον φέρνουν μες το ποίημα, σαρωτική και διεισδυτική, σαν το «Μάτι» του Ναμπόκοφ, γοητευτικά βλάσφημη όταν κουβαλά την εικόνα του «Μωρού της Ρόζμαρι», την παραδέχεσαι με το δουλεμένο δέος που προσφέρει. Και πάμε στο δεύτερο μέρος, στο ημερολόγιο. Εργο ανολοκλήρωτο, εν εξελίξει, αυτόματα γραμμένο; Όλα τα προηγούμενα μαζί; Ή απλά σκέψεις που «τρύπησαν» το μυαλό και ξεχύθηκαν στο χαρτί; Όλα πιθανά και όλα γινήκαν στραβά και ωραία. Εδώ, η βροχή έρχεται από κάτω και η περίφημη σκηνή από τον «Ανδαλουσιανό Σκύλο» επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά. Η Καραχάλιου φτιάχνει τη σφραγίδα της, αυτήν που δανείστηκε από μια «μπεργκμανική» λεπτομέρεια και την πιάνει και με σατιρικό ύφος-λόγο. Χωρίς να το καταλάβεις παραδέχεσαι την ιδιωτικό οδό της ποιήτριας και τη «λοξή» ματιά της που θα μπορούσε να είναι άδεια χρήσης από τους Ιονέσκο, Μπέκετ, Νταλί. Η Καραχάλιου τρυγά κάθε ποιητικό ερέθισμα και στο τέλος γίνεται ένας Ιανός που βλέπει τα πάντα απ’ όλες τις κατευθύνσεις. Η «Prima Materia» είναι ακαταμάχητη.