Siggi Loch - ΑCT Music
25 χρόνια “music in the spirit of jazz”
Δυόμισι δεκαετίες στο τιμόνι της ACT, της σημαντικότερης μαζί με την ECM δισκογραφικής ετικέτας στην Ευρώπη, ο Siggi Loch παραμένει ένας απλός, καθημερινός και ειλικρινής άνθρωπος, αφοσιωμένος στο να ηχογραφεί καλή μουσική στην παράδοση της τζαζ, και όχι μόνο, και να λειτουργεί ως κλασικός φαν απέναντί σε κάθε ήχο που τον ιντριγκάρει. Με 500 άλμπουμ στο ενεργητικό της, η εταιρεία του ανθρώπου που έζησε στην Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας αλλά στα 11 του μετακινήθηκε οικογενειακά στην Ομοσπονδιακή – με πολυετή θητεία στελέχους σε παγκόσμιες δισκογραφικές και ερωτεύτηκε την τζαζ όταν παρακολούθησε κρυφά μια συναυλία του σπουδαίου Αμερικανού σαξοφωνίστα Sidney Bechet καθώς άλλαξε κυριολεκτικά την πορεία της ζωής του. Ο Siggi Loch χρημάτισε, επίσης, μάνατζερ του θρυλικού Star Club του Αμβούργου όπου γνώρισε πολλά απ’ τα συγκροτήματα της πρώιμης Βρετανικής σκηνής του ’60, μεταξύ των οποίων τους Beatles του Tony Sheridan. Έχοντας, λοιπόν δουλέψει σε διεθνείς ετικέτες ως διευθύνων και ως παραγωγός, αποφάσισε στα 52 του να τα αφήσει όλα πίσω και να αρχίσει την δική του ανεξάρτητη εταιρεία με ηχογραφήσεις της μουσικής που τον συγκινούσε. Έτσι ξεκίνησε το ταξίδι με την ACT Music η οποία φέτος συμπληρώνει όπως γράψαμε στην αρχή, 25 ολόκληρα χρόνια…
Ποια μουσική, τελικά, προτιμάτε να ηχογραφείτε;
Τελικά, μου αρέσει η μουσική απ’ όπου και αν προέρχεται. Το φάσμα των επιλογών μου είναι μάλλον ευρύ. Δεν είμαι απλώς ένας τζαζ φαν. Δεν έχω περιορισμούς σε κάποιο συγκεκριμένο είδος. Από τις πρώτες συναυλίες που με συνάρπασαν ήταν σε ένα φεστιβάλ φλαμένκο, το οποίο μουσικό ιδίωμα αγαπώ πολύ. Μου αρέσει η καλή μουσική. Βέβαια στην δισκογραφική πρέπει να εστιάσεις κάπως τα πράγματα. Αλλά αν κοιτάξεις πίσω στον χρόνο, ύστερα από 500 άλμπουμ σε αυτά τα 25 χρόνια δημιουργίας μπορείς να δεις πως είμαι πάντα ανοιχτός σε όλα τα καινούρια στιλ που είχαν προέλευση από την τζαζ. Γι’ αυτό αποκαλώ τις επιλογές μου “music in the spirit of jazz” – μουσική στο πνεύμα της τζαζ. Διότι αν κοιτάξεις στην ιστορία της τζαζ υπάρχουν τόσες πολλές αλλαγές στο ύφος της – εποχή σουίνγκ, μπί- μποπ, το τσιγγάνικο στιλ του Django Reinhardt, ο ήχος της Βραζιλίας και της Νότιας Αμερικής. Η τζαζ είναι περισσότερο ένας τρόπος να βλέπεις την ζωή σου παρά μια φόρμα μουσικής. Βέβαια, ο αυτοσχεδιασμός είναι σημαντικός. Αν κοιτάξεις τετρακόσια χρόνια πίσω στην κλασική μουσική όλοι αυτοί οι μεγάλοι συνθέτες- Μότσαρτ, Μπετόβεν, Μοντεβέρντι- ήταν σπουδαίοι αυτοσχεδιαστές. Αργότερα η κλασική μουσική, όντας γραμμένη σε παρτιτούρες, παγιώθηκε και παρέμεινε στατική. Όλοι πρέπει να μαθαίνουν να παίζουν ακριβώς τις νότες, ως οι μουσικοί να είναι σκλάβοι. Μου αρέσει η αίσθηση, η ιδέα, της ελευθερίας στην μουσική και στην τέχνη.
Η ACT αποδείχθηκε δημοφιλής σε ακροατήρια που έψαχναν νέους ήχους αλλά και εκείνα που άκουγαν φολκ ή κλασική. Όπως είπατε είναι ο τρόπος που παίζεται μουσική και όχι μόνο το είδος. Είναι ακόμη η συγκέντρωση τόσων ευρωπαίων μουσικών που την χαρακτηρίζει σαν ετικέτα της γηραιάς ηπείρου. Ή επιλογή προέκυψε τυχαία ή έγινε συνειδητά;
Ενδιαφερόμουν από την αρχή να ανακαλύψω νέους καλλιτέχνες, νέα ταλέντα. Δεν ήθελα να πάω στην Αμερική και να αγοράσω μερικούς καθιερωμένους μουσικούς πράγμα που όλες οι εταιρείες το κάνουν. Δεν παίρνουν ρίσκα να βρουν και να προτείνουν νέους μουσικούς. Να ποντάρουν πάνω τους και να χτίσουν μια καριέρα για καθένα από αυτούς. Να τους εξελίξουν. Επίσης, ήθελα να είμαι κοντά με τους καλλιτέχνες μου. Μιας και αποφάσισα να μείνω στην Ευρώπη, είναι, φυσικό, να δουλεύω με Ευρωπαίους μουσικούς. Η επιλογή μου είναι να έχω καλλιτέχνες με τους οποίους ζω δίπλα τους. Να γίνω φίλος τους και να φτιάξω μια οικογένεια μαζί τους. Δεν μπορείς να το κάνεις αυτό στις μεγάλες δισκογραφικές γιατί αυτό που τους ενδιαφέρει είναι τα χρήματα. Μόνο οι άνθρωποι που είναι ανεξάρτητοι από τέτοιες καταστάσεις το κάνουν γιατί αγαπούν τη μουσική. Η πρώτη μου δουλειά ήταν το τζαζ φλαμένκο “Jazzpaña” με ενορχηστρωτή τον άγνωστο τότε, Vince Mendoza που κατόπιν έκανε μεγάλη καριέρα κερδίζοντας ακόμη και μουσικά βραβεία. Κατά την διάρκεια των ηχογραφήσεων γνώρισα τον Βιετναμέζο κιθαρίστα Nguyên Lê , ο πρώτος καλλιτέχνης που υπέγραψε για την ACT. Μετά ήρθαν, ο Jean- Luc Ponty, o Attila Zoller και πολλοί άλλοι. Κατάλαβα, τότε, πως έπρεπε να επικεντρωθώ σε μουσικούς που σε αντίθεση με τους αμερικάνους συναδέλφους τους δεν είχαν ουσιαστική υποστήριξη καθώς η έδρα της τζαζ είναι έτσι κι’ αλλιώς η Αμερική. Ήταν μια πρόκληση. Αλλά ήμουν και τυχερός γιατί ανακάλυψα εξαιρετικούς μουσικούς όπως πχ τον γνωστό πλέον τρομπονίστα Nils Landgren που μια ημέρα έφερε στο στούντιο έναν νεαρό πιανίστα, τον Esbjörn Svensson που έκανε μεγάλη αίσθηση με το τρίο του όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και στο κόσμο ολόκληρο! Όταν χάθηκε πριν εννιά χρόνια στεναχωρήθηκα τόσο που σχεδόν σταμάτησα να τρέχω την εταιρία. Τεράστιο ταλέντο θα έλεγα, όμως σήμερα υπάρχει ο Michael Wollny. Μου έδωσαν έναν δίσκο του- φθάνουν δεκάδες στο γραφείο μου- αλλά δεν ήξερα ποιος είναι- μου άρεσε πολύ και ήθελα να τον γνωρίσω. Τυχαία τον άκουσα σε μια εκπομπή ραδιοφώνου και αμέσως τηλεφώνησα. Είχε φύγει αλλά είχε αφήσει έναν δίσκο για μένα! Ήταν ο ίδιος που είχα ακούσει. Πλέον έχει, εξελιχθεί σε ιδιοφυή πιανίστα. Οι Σουηδοί καλλιτέχνες έρχονται, βεβαίως, μέσω Nils που είναι κάτι παραπάνω από μουσικός, τώρα πια είναι παραγωγός, ενορχηστρωτής κ.α. Πριν έξι χρόνια μου τηλεφώνησε ένας μάνατζερ απ’ την Κορέα να μου πει πως υπάρχει μια ερμηνεύτρια, η Youn Sun Nah που θα ήθελε να συνεργαστεί με την ACT. Του είπα πως με τιμά αλλά δεν ξέρω ποια είναι! Αναγκαστικά ήρθε σπίτι μου και τραγούδησε μπροστά σε λιγοστό κοινό- γιατί κανένα κλαμπ δεν την έκλεινε μιας και ήταν παντελώς άγνωστη, μας ενθουσίασε και έγινε ένα από τα μεγάλα ονόματα της ετικέτας. Ποτέ δεν υπογράφω έναν μουσικό αν δεν τον δω σε ζωντανή παράσταση με κόσμο γιατί έτσι μπορώ να βοηθήσω να γίνει επιτυχημένος. Άλλα και οι καλλιτέχνες πρέπει να έχουν την ικανότητα και την θέληση να επιτύχουν. Μόνο έτσι μπορεί να προχωρήσει η δουλειά. Αν δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για την δουλειά τους ας τους να κάνουν ό,τι νομίζουν. Όπως πχ ο πιανίστας Iiro Rantala που όταν συναντηθήκαμε είπε πως ήθελε να αφήσει το τρίο που έπαιζε για πολλά χρόνια και να επικεντρωθεί σε σόλο δουλειές κάνοντας ένα καινούριο ξεκίνημα. Του είπα, λοιπόν, να παίξει σε ένα πιάνο που ήταν δίπλα. Υπέγραψε μετά από δέκα λεπτά! Είναι χαρακτηριστικό το τραγούδι που έγραψε για τον Esbjörn, το «Tears For Esbjörn» καθώς είχαν βρεθεί λίγες ώρες πριν τον θάνατό του στο ίδιο φέριμποτ. Η ανάπτυξη της δισκογραφικής μου είναι οργανική θα λέγαμε. Πολύ ανθρώπινη. Οι μουσικοί παίζουν ενίοτε μεταξύ τους. Κάναμε αυτό το κονσέρτο αφιέρωμα στα 25χρονα της ACT και ήταν μαγικό, με 30 καλλιτέχνες πάνω στη σκηνή! Δεν υπάρχει καμιά ετικέτα στον κόσμο που έχει τέτοια οικογενειακή ατμόσφαιρα. Γι’ αυτό είμαι περήφανος, αυτό μου δίνει την δύναμη να συνεχίζω. Ήδη είναι το τρίτο κονσέρτο που παρακολουθώ αυτή την εβδομάδα και σε 2 ημέρες έρχεται άλλο ένα- ποτέ δεν με εγκατέλειψε ο ενθουσιασμός για ότι κάνω.
Στα διάφορα πρότζεκτ υπάρχει και η σειρά Young German Jazz όπου πρωτοεμφανίστηκε ο Michael Wollny.
Δεν ψάχνω για νέους Γερμανούς καλλιτέχνες που παίζουν αμερικάνικη τζαζ διότι θέλω να κάνουν κάτι πρωτότυπο, αυθεντικό. Υπάρχουν, επίσης, οι αδελφοί Julian & Roman Wasserfuhr που είναι ανερχόμενα ταλέντα και ηχογράφησαν πρόσφατα τον πέμπτο τους δίσκο για την σειρά.
Σχετικά με την οικονομική κρίση που σοβεί τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη- ήταν, μάλλον, καλύτερα τα χρόνια πριν από αυτήν για την εταιρία και την σκηνή γενικά;
Ποτέ δεν ήταν εύκολα για την τζαζ. Ήταν πάντοτε ένα μικρό κομμάτι της μουσικής μπίζνας. Αλλά και η δισκογραφική βιομηχανία δεν είναι αυτό που ήταν παλιότερα. Γι’ αυτό οι πωλήσεις είναι πλέον χαμηλότερες. Αλλά ξέρεις, το γιατρικό για όλων των ειδών τις κρίσεις είναι η τέχνη. Υπάρχουν δρόμοι και τρόποι για να συνεχίσουμε να κάνουμε αυτό που μας αρέσει. Όχι για να πλουτίσουμε αλλά για να μείνουμε ζωντανοί. Να συνδεόμαστε με την μουσική και τους καλλιτέχνες και να παράγουμε έργο.
[hr]
Photo Credits: Anja Grabert και Sophia Spring με σειρά εμφάνισης