Σόφι Σολ, 22 χρονών στη γκιλοτίνα
Η φοιτήτρια που αντιστάθηκε στη χιτλερική Γερμανία
Το εξώφυλλο του βιβλίου ‘‘Μόνος στο Βερολίνο’’ του Χανς Φάλλαντα (εκδόσεις Πόλις, 2012), φιλοξενεί μια φωτογραφία της Σόφι Σολ (Sophie Scholl), της Γερμανίδας φοιτήτριας που αντιστάθηκε στο ναζιστικό καθεστώς και εκτελέστηκε το 1943, σε ηλικία 22 ετών, επειδή μοίραζε προκηρύξεις της αντιστασιακής οργάνωσης ‘‘Λευκό Ρόδο’’.
Η Σόφι Σολ, ήταν μέλος του κινήματος του Λευκού Ρόδου που σχηματίστηκε στη Ναζιστική Γερμανία κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η Σόφι, μαζί με μια μικρή ομάδα άλλων νέων, ανήκε στη μικρή αλλά υπαρκτή αντιναζιστική και, ως εκ τούτου και εξ ορισμού, αντιχιτλερική γερμανική ομάδα. Όπως είναι ευνόητο, και ήταν απολύτως φυσικό για εκείνες τις εποχές, ήταν απλώς θέμα χρόνου για να μάθουν οι χιτλερικοί μηχανισμοί την ταυτότητα εκείνων που έγραφαν αυτές τις προκηρύξεις που περιγράφτηκαν ως ανατρεπτικά φυλλάδια, με αποτέλεσμα η μικρή Σόφι να συλληφθεί, να δικαστεί, να κριθεί ένοχη και να εκτελεσθεί.
Η Sophie Scholl γεννήθηκε στις 9 Μαΐου 1921, στην Forchtenberg στη Βάδη-Βυρτεμβέργη (Bäden-Württemberg). Ο πατέρας της, Robert, ήταν ο δήμαρχος της πόλης, κι η οικογένεια ζούσε με κάποιο βαθμό άνεσης σε ένα μεγάλο διαμέρισμα του δημαρχείου. Ο Robert ήταν αντιρρησίας συνείδησης κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και γι αυτό υπηρέτησε στο σώμα των ασθενοφόρων στο στρατιωτικό νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού. Σε κείνο το νοσοκομείο του Ludwigsburg, συνάντησε τη μελλοντική σύζυγό του, Μαγδαληνή, η οποία εργαζόταν ως νοσοκόμα. Παντρεύτηκαν το 1916 και απέκτησαν έξι παιδιά (Inge, Hans, Elisabeth, Sophie, Werner και Thilde). Όλα τα παιδιά ανατράφηκαν από τη μητέρα τους με τις Λουθηρανικές αξίες και πεποιθήσεις, με ισχυρή ηθική και κοινωνική συνείδηση.
Η Σόφι αρίστευσε στις σπουδές της. Τα αγαπημένα θέματά της ήταν τα αγγλικά, η μουσική και ο αθλητισμός. Είχε ακόρεστη όρεξη για ανάγνωση κειμένων και από τα νεανικά της χρόνια είχε αναπτύξει μεγάλη απέχθεια για τις αδικίες κάθε είδους. Ήταν επίσης μια έφηβη με ελεύθερη θέληση που έκανε πράγματα που της συνιστούσαν να μην τα κάνει!
Το 1930 ο Robert ηττήθηκε στις δημοτικές εκλογές και η οικογένεια έφυγε από το Forchtenberg για το Ludwigsburg, ενώ το 1932, μετακόμισε στην πόλη της Ουλμ. Η πόλη αυτή σε γενικές γραμμές δεν είχε τη φήμη ότι υπoστήριζε τους Ναζί και όταν ανακοινώθηκε ότι ο Χίτλερ είχε διοριστεί καγκελάριος στις 30 Ιανουαρίου του 1933, δεν υπήρξε κάποια σημαντική γιορτή στην πόλη, σε αντίθεση βεβαίως με πολλές άλλες πόλεις της Γερμανίας. Φυσικά αργότερα το Ναζιστικό Κόμμα έφτασε στην πόλη και οι πολιτικοί αντίπαλοι ετέθησαν στο περιθώριο.
Το σχολείο στο οποίο η Σόφι σπούδαζε στην Ουλμ, το Δημόσιο Σχολείο Θηλέων, είδε σημαντικές αλλαγές, όπως άλλωστε όλα τα σχολεία. Τα περισσότερα βιβλία απομακρύνθηκαν και αντικαταστάθηκαν από εκείνα που ήταν εγκεκριμένα από τη ναζιστική ιδεολογία. Οι εκπαιδευτικοί έπρεπε να ανήκουν στο Εθνικιστικό Σοσιαλιστικό Εκπαιδευτικό Σώμα, ενώ το όλο πρόγραμμα σπουδών έπρεπε να εγκριθεί από τους Ναζί. Δόθηκε μεγάλη έμφαση στην φυσική κατάσταση και στις αθλητικές και υπαίθριες δραστηριότητες οι οποίες αποτελούσαν σημαντικό μέρος της εκπαίδευσης. Ο πατέρας της Σόφι, Robert Scholl, μιλούσε ανοιχτά εναντίον του Χίτλερ μπροστά στα παιδιά του, αλλά εκείνα δεν ενημέρωναν τους δασκάλους τους, όπως τους είχαν πει να κάνουν. Ο πατέρας και τα παιδιά του, όπως φαίνεται, είχαν κάνει αρκετές και ζωηρές συζητήσεις σχετικά με το κίνημα νεολαίας του Χίτλερ. Τα παιδιά ήθελαν να συμμετάσχουν εκεί, λόγω των πολλαπλών και μοναδικών ευκαιριών που παρουσιάζονταν μπροστά τους, αλλά ο Robert δεν ήθελε να ακούσει κάτι τέτοιο, καθώς φοβόταν ότι το κίνημα είχε υστεροβουλία. Ωστόσο, ο ίδιος δεν ήθελε να σταθεί εμπόδιο στο δρόμο τους, κι έτσι τα πέντε παιδιά του εντάχθηκαν οικειοθελώς στο κίνημα νεολαίας του Αδόλφου Χίτλερ.
Η Σόφι προσχώρησε στις Κορασίδες και στη συνέχεια, όταν έγινε δεκατεσσάρων ετών, στις ‘Γερμανίδες Γυναίκες’. Λίγο αργότερα, το 1935, προήχθη σε ηγέτιδα μορφή τους. Κάποια στιγμή, η Inge Scholl είπε πως δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί ο πατέρας τους δεν ενέκρινε την προσχώρησή τους σε αυτές τις ενώσεις. Η Σόφι αρχικά απολάμβανε το χρόνο που περνούσε στη νεολαία του Χίτλερ, λόγω των πολλών αθλητικών και υπαίθριων δραστηριοτήτων που της επέτρεπε να έχει και να συμμετέχει. Οι άλλες δραστηριότητες εκεί φαίνεται πως μάλλον δεν την συγκίνησαν. Παρέμεινε ακόμα φίλη με κάποιες Εβραίες που ήξερε από το σχολείο και μάλιστα τις κάλεσε στο σπίτι της, ακόμη και αφού είχε ήδη προσχωρήσει στο κίνημα νεολαίας του Χίτλερ. Κατήγγειλε επίσης τους ανώτερους ηγέτες της νεολαίας του Χίτλερ στην Ουλμ, όταν το κίνημα απέρριψε την αίτηση των δύο εβραίων φιλενάδων της να συμμετάσχουν. Ωστόσο, η έναρξη της επαναστατικής δραστηριότητας της Σόφι επισημάνθηκε όταν ήταν ανώτερο στέλεχος των Γερμανίδων Κορασίδων. Είχε ακούσει μια ομάδα νεότερων κοριτσιών να διαβάζουν αποσπάσματα από το ‘Βιβλίο των τραγουδιών’ του απαγορευμένου Εβραίου συγγραφέα, Χάινριχ Χάινε, κι όταν μια ανώτερή της την επέπληξε, η Σόφι όπως λέγεται, απάντησε εύκολα ότι κανείς δεν μπορούσε να γνωρίζει το παραμικρό για τη γερμανική λογοτεχνία, αν δεν είχε διαβάσει τον εν λόγω συγγραφέα.
Το σενάριο, όμως, στη Γερμανία άλλαξε σε μεγάλο βαθμό τον Σεπτέμβριο του 1935, οπότε ήρθαν στην επικαιρότητα οι νόμοι της Νυρεμβέργης, σύμφωνα με τους οποίους απαγορευόταν στις εβραίες φίλες της Σόφι να πηγαίνουν σε πισίνες, θέατρο, κινηματογράφους κλπ. Σύντομα αναγκάστηκαν ακόμα και να εγκαταλείψουν το Δημόσιο Σχολείο και να παρακολουθήσουν ένα άλλο ξεχωριστό. Αυτή η αντιμετώπιση έφερε τη Σόφι απέναντι, γιατί πήγαινε ενάντια στην πίστη της για ισότητα και δικαιοσύνη για όλους και όπως ήταν ευνόητο την εξόργισε.
Μετά την αναχώρησή της από το σχολείο, το 1940, η Σόφι εργάστηκε σε ένα νηπιαγωγείο. Αυτό εξυπηρετούσε δύο σκοπούς της, πρώτον ότι της άρεσε να δουλεύει με μικρότερα παιδιά και δεύτερον ότι η δουλειά αυτή θα της εξασφάλιζε ότι δεν έπρεπε να ενταχθεί στην Υπηρεσία Εργασίας του Ράιχ, με επικεφαλής τον Robert Ley. Η υπηρεσία αυτή (Reichsarbeitsdienst) ήταν θεσμός που καθιέρωσε η ναζιστική Γερμανία για τη μείωση της ανεργίας, παρόμοιος με ανάλογους θεσμούς άλλων χωρών, και ο οποίος εν προκειμένω κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου αποτέλεσε βοηθητικό σχηματισμό για την υποστήριξη της Βέρμαχτ. Ωστόσο, το σχέδιό της δεν απέδωσε καρπούς και διαπίστωσε γρήγορα ότι έπρεπε να κάνει έξι μήνες υπηρεσία ως νηπιαγωγός υπό την αιγίδα του Reichsarbeitsdienst.
Η πετυχημένη ολοκλήρωση αυτής της εργασίας ήταν διαβατήριο για τη Σόφι να πάει στο πανεπιστήμιο και τον Μάιο του 1942, ξεκίνησε στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, όπου σπούδαζε Φιλοσοφία και Βιολογία. Εκεί συνάντησε τους φίλους του αδελφού της Hans, μερικοί από τους ανθρώπους που ξεκίνησαν να διαμορφώνουν το κίνημα Λευκό Ρόδο (Weiße Rose). Παράλληλα, το μίσος της για το ναζιστικό καθεστώς εντάθηκε μετά τη σύλληψη και τη φυλάκιση του πατέρα της, κάτι αναμενόμενο μάλλον αφού ήταν τόσο επικριτικός του Χίτλερ στο χώρο της εργασίας του. Ο ρόλος που έπαιξε ο τότε φίλος της, Fritz Hartnagel, ήταν ζωτικής και αποφασιστικής σημασίας στην προώθηση της Σόφι προς την κατεύθυνση της παθητικής αντίστασης ενάντια στο ναζιστικό καθεστώς. Πολέμησε στο Ανατολικό Μέτωπο και εξομολογήθηκε τόσο στη Σόφι όσο και σε άλλους τα εγκλήματα που διεπράχθησαν από γερμανούς στρατιώτες, και τα οποία είδε ο ίδιος προσωπικά, όπως η εκτέλεση άοπλων σοβιετικών αιχμαλώτων. Για άλλη μια φορά, οι απόψεις της σχετικά με το τι ήταν σωστό και τι λάθος, βρίσκονταν στο μπροστινό μέρος του μυαλού της. Ήταν η εποχή όπου ο αδερφός της Χανς, μαζί με άλλους τρεις φοιτητές της ιατρικής, είχαν ιδρύσει το κίνημα του Λευκού Ρόδου, στο Μόναχο.
“Ποιος από εμάς μπορεί να φανταστεί την ντροπή που θα πέσει επάνω μας και επάνω στα παιδιά μας όταν θα βγουν στο φως τα τρομερά εγκλήματα που ξεπερνούν την ανθρώπινη φαντασία;”
Η Σόφι χωρίς δεύτερη κουβέντα πήρε τη μεγάλη απόφαση και εντάχθηκε στο κίνημα, βοήθησε τα μέγιστα στη διανομή των φυλλαδίων του Λευκού Ρόδου, και κάποιες φορές μάλιστα και στην σύνταξή τους. Στο πρώτο φυλλάδιο που τύπωσαν και μοίρασαν τα μέλη του Λευκού Ρόδου έγραφε τα εξής: “Ποιος από εμάς μπορεί να φανταστεί την ντροπή που θα πέσει επάνω μας και επάνω στα παιδιά μας όταν θα βγουν στο φως τα τρομερά εγκλήματα που ξεπερνούν την ανθρώπινη φαντασία;” Το έκτο φυλλάδιο που διαμόρφωσε το κίνημα είχε τίτλο ‘‘Στους συναδέλφους, μαχητές της ελευθερίας στην αντίσταση’’. Η Σόφι και ο Χανς, πήραν μαζί τους μια δέσμη αυτού του τυπωμένου φυλλαδίου στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου την 18η Φεβρουαρίου 1943, όπου και τα διένειμαν πριν από την παρακολούθηση μιας διάλεξης. Ωστόσο, δεν είχαν τον απαιτούμενο χρόνο να τα αφήσουν όλα πριν αρχίσει η διάλεξη. Αφότου έφυγαν από τη διάλεξη, πήραν τη μοιραία απόφαση να αφήσουν τα υπόλοιπα φυλλάδια στο πανεπιστήμιο, καθώς ήταν πεπεισμένοι ότι οι φοιτητές θα ενδιαφέρονταν πολύ και ότι θα ήταν γι’ αυτούς εξαιρετικά σημαντική πράξη, οποιαδήποτε εξέγερση ενάντια στον Χίτλερ. Αποφάσισαν να μην αφήνουν δεξιά κι αριστερά τα φυλλάδια, γιατί περνούσαν μεγάλο μέρος του χρόνου τους στην παράνομη εκτύπωσή τους. Τόσο ο Χανς, όσο και η Σόφι, πήγαν στο αίθριο του πανεπιστημίου όπου άφησαν τα υπόλοιπα φυλλάδια, αλλά ατυχώς τους είδε ένας υπηρεσιακός υπάλληλος, ονόματι Jacob Schmid. Κάλεσε την Γκεστάπο και κράτησε τον Χανς και τη Σόφι, έως ότου έφθασε η μυστική αστυνομία. Η μοίρα τους ήταν πλέον προδιαγεγραμμένη, δεδομένου ότι η Γκεστάπο είχε όλα τα στοιχεία που χρειαζόταν πραγματικά και τα οποία αφορούσαν στη διανομή των φυλλαδίων στο πανεπιστήμιο.
Μόλις τέσσερις ημέρες αργότερα, η Σόφι ήρθε ενώπιον του Λαϊκού Δικαστηρίου. Ο Γενικός Εισαγγελέας του Ράιχ συνόψισε το κατηγορητήριο εναντίον της, ως εξής:
‘‘Η κατηγορούμενη, Sophie Scholl, ήδη από το καλοκαίρι του 1942 έλαβε μέρος σε πολιτικές συζητήσεις στις οποίες η ίδια και ο αδελφός της, Hans Scholl, κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι η Γερμανία είχε χάσει τον πόλεμο.
Παραδέχεται ότι έλαβε μέρος στην προετοιμασία και τη διανομή των φυλλαδίων το 1943.
Μαζί με τον αδελφό της, συνέταξε το κείμενο των ανατρεπτικών προκηρύξεων με το όνομα ‘‘Φυλλάδια της Αντίστασης στη Γερμανία’’.
Επιπλέον, είχε ένα ρόλο στην αγορά χαρτιού, φακέλων και μεμβράνης πολυγράφου και μαζί με τον αδελφό της, συνέταξε πράγματι τα αντίγραφα αυτού του φυλλαδίου.
Τοποθέτησε τα κατασκευασμένα φυλλάδια σε διάφορα γραμματοκιβώτια, και πήρε μέρος στην διανομή φυλλαδίων στο Μόναχο.
Συνόδευσε τον αδελφό της στο πανεπιστήμιο, και την είδαν εκεί να σκορπίζει τα φυλλάδια, όπου και συνελήφθη’’.
Έδωσαν στη Σόφι ένα γραπτό αντίγραφο του κατηγορητηρίου και αυτή έγραψε στο πίσω μέρος ‘‘ελευθερία’’. Και τα δύο αδέλφια παραδέχθηκαν αμέσως την πλήρη ευθύνη τους σε μια προσπάθεια να σταματήσει οποιαδήποτε μορφή ανάκρισης που θα μπορούσε να οδηγήσει τους ναζί να αποκαλύψουν τα άλλα μέλη του κινήματος. Ωστόσο, η Γκεστάπο αρνήθηκε να πιστέψει ότι μόνο δύο άτομα συμμετείχαν και μετά από περαιτέρω ανάκριση, κατάφεραν και απέσπασαν τα ονόματα όλων των εμπλεκομένων, οι οποίοι φυσικά στη συνέχεια συνελήφθησαν. Η Σόφι, ο Χανς μαζί με ένα άλλο μέλος του κινήματος του Λευκού Ρόδου, τον Christoph Probst, ήταν οι πρώτοι στους οποίους ασκήθηκε δίωξη και οι οποίοι οδηγήθηκαν ενώπιον του Λαϊκού Δικαστηρίου, στις 22 Φεβρουαρίου 1943. Το Λαϊκό Δικαστήριο είχε συσταθεί στις 24 Απριλίου 1934 για την εκδίκαση υποθέσεων που κρίνονταν ότι αποτελούσαν πολιτικά εγκλήματα κατά του κράτους των Ναζί. Αναμφίβολα αυτές οι δίκες δεν ήταν τίποτα περισσότερο από δίκες που σχεδιάζονταν από το ναζιστικό καθεστώς, με σκοπό να ταπεινώσουν εκείνους που οδηγούσαν εκεί, με την ελπίδα ότι κατά πάσα πιθανότητα μια τέτοια δημόσια ταπείνωση θα απέτρεπε κάποιους άλλους οι οποίοι θα μπορούσαν να σκεφτούν με τον ίδιο τρόπο όπως οι καταδικασμένοι. Ο δικαστής στην εν λόγω δίκη ήταν ο διαβόητος Roland Freisler, ο οποίος έκανε ό,τι καλύτερο για να μειώνει με το χειρότερο τρόπο τους ενόχους που έφερναν μπροστά του. Και οι τρεις κρίθηκαν ένοχοι και καταδικάστηκαν σε θάνατο. Κατά τη διάρκεια της σύντομης δίκης, όπου κανείς δεν αμφέβαλε για το ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα, η Σόφι μοιράστηκε ένα κελί με κάποια άλλη πολιτική κρατούμενο, που ονομαζόταν Else Gebel. Η τελευταία ισχυρίστηκε ότι η Σόφι της είπε:
‘‘Είναι μια τέτοια υπέροχη ηλιόλουστη μέρα, και εγώ πρέπει να φύγω. Αλλά όμως πόσοι πρέπει να πεθάνουν στα πεδία της μάχης αυτές τις ημέρες, πόσες νέες, πολλά υποσχόμενες ζωές; Τι σημαίνει ο θάνατος μας, αν από τις πράξεις μας χιλιάδες άλλοι προειδοποιούνται και επωφελούνται; Μεταξύ του φοιτητικού σώματος είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει επανάσταση’’.
Η εκτέλεση της Σόφι έλαβε χώρα στη φυλακή Stadelheim του Μονάχου λίγες ώρες μετά το πέρας της δίκης. Αποκεφαλίστηκε στη γκιλοτίνα. Δεν έλαβε χώρα κάποια φοιτητική εξέγερση μετά τη θανάτωσή της. Το 1999, η Sophie Scholl ονομάστηκε ‘‘Γυναίκα του Αιώνα’’ από τους αναγνώστες του περιοδικού Brigette, ενώ το 2003 η ίδια και ο αδελφός της Χανς ψηφίστηκαν στην τέταρτη θέση σε μια τηλεφωνική δημοσκόπηση για τους ‘‘Μεγαλύτερους Γερμανούς’’.
Βιβλιογραφία
- McDonough Sophie: The Real Story of the Woman who Defied Hitler. Published by The History Press. 2010.
- Williams Jenny: More Lives Than One: A Biography of Hans Fallada. Penguin Books Ltd. 2012.
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας “Οι τελευταίες ημέρες της Σόφι Σολ” (2005):