Tα σκοτάδια μου, James Ellroy
Ο αμερικανός συγγραφέας αναμετριέται με τους δαίμονες της ζωής του
Tα σκοτάδια μου, James Ellroy. Μετ: Ανδρέας Αποστολίδης, Εκδ. Άγρα
Oι συστάσεις για τον Τζέιμς Ελλρόυ, νομίζουμε, περιττεύουν καθώς θεωρείται ένας εκ των σημαντικότερων νουάρ συγγραφέων, και μάλιστα με υψηλή αναγνωσιμότητα. Χαρακτηριστικά είναι η “Τετραλογία του Λος Άντζελες” – “Η μαύρη ντάλια”, “Το μεγάλο πουθενά”, “Λος Άντζελες εμπιστευτικό”, “Λευκή τζαζ”- που τον καθιέρωσε όπως και η “Τριλογία του Αμερικανικού Υπόκοσμου” -“Αμερικάνικο ταμπλόιντ”, “Αμερικανικό ταξίδι θανάτου”, “Αίμα δεν σταματάει ποτέ”-, η μία με αναφορά στον εγκληματικό υπόκοσμο του Λος Άντζελες κυρίως στα 50’s και την διαφθορά της αστυνομίας, της L.A.P.D., και η άλλη για το έγκλημα και την πολιτική στις Η.Π.Α. την δεκαετία του ’60.
Στα «Σκοτάδια μου», που κυκλοφόρησε ο συγγραφέας στα 1996, υπάρχουν τέσσερα μεγάλα κεφάλαια τρία εκ τω οποίων είναι, στην ουσία, βιογραφίες. Στο πρώτο γίνεται μια χωρίς αναπνοή περιγραφή και παράθεση επισήμων στοιχείων σχετικά με την άγρια δολοφονία της μητέρας του, Τζην Ελλρόυ, τον Ιούνιο του 1958, δολοφονία που τον σημάδευσε για πάντα.
Στο επόμενο, καταγράφεται η προσωπική του βιογραφία όπου, απ’ την ηλικία των 10 ετών, όταν έχασε την μητέρα του και επί 20 συναπτά έτη έσκαψε σε όλο του το βάθος στον υπόκοσμο του Λ.Α. πίνοντας αλκοόλ και παραισθησιογόνα ρινικά αποσυμφορητικά, υποδυόμενος τον φιλοναζιστή για να προκαλέσει τον πατέρα του, κλέβοντας, παράλληλα με την απομάκρυνση από το σχολείο και την συχνή επαφή του με τα σίδερα της φυλακής. Σε όλο αυτό το διάστημα καταναλώνει τόνους αστυνομικής λογοτεχνίας κλεμμένης από τις δημόσιες βιβλιοθήκες και αλλού ενόσω αφήνει την φαντασία του να φτιάχνει κόσμους φανταστικούς όπου πρωταγωνιστεί η Τζην Ελλρόυ.
Κατόπιν, είναι η ιστορία του ντετέκτιβ της Εγκληματολογικής Υπηρεσίας Μπιλ Στόουνερ με τον οποίο συνεργάσθηκε ο Ελλρόυ το ’94 για να τρέξει τρεις δεκαετίες πίσω και να σκιαγραφήσει το πορτρέτο του δολοφόνου της μητέρας του. Εξαιρετικός στην δουλειά του ο Στόουνερ, ανθρωπιστής, στον αντίποδα των γνωστών διεφθαρμένων και σκληρών μπάτσων, αναδιφεί με υπομονή και πάθος την υπόθεση, ενώ ο συγγραφέας ρίχνει άπλετο φως στα υπόγεια μιας κοινωνίας που έχει ψύχωση με τα σεξουαλικά εγκλήματα κατά των γυναικών.
Στο τελικό κεφάλαιο κατατίθεται η συμπληρωμένη από στοιχεία ενδελεχούς έρευνας βιογραφία της σαραντατριάχρονης Τζηνήβα Χίλλικερ (Ελλρόυ), μια ατελής, βεβαίως, αλλά γεμάτη νησίδες πραγματικότητας εικόνα της πρόωρα χαμένης μητέρας του, μιας όμορφης κοκκινομάλλας, χωρισμένης, εργαζόμενης, μάλλον αλκοόλικης, που τα βράδια του Σαββατοκύριακου έστελνε το γιό της στον πατέρα του για να ‘χει την άνεση, σε μια πολύ συντηρητική τότε κοινωνία, να γνωρίζει άνδρες στα μπαρ που σύχναζε και να συνάπτει εφήμερες σχέσεις.
Στα «Σκοτάδια μου», σε εξαιρετική ως συνήθως μετάφραση του Ανδρέα Αποστολίδη, ο Ελλρόυ εκθέτει όλο το ψυχολογικό βάρος του χαμού της Τζην, εξιστορεί με λεπτομέρειες – φωτογραφικά πολλές φορές- τις συναισθηματικές ατραπούς που διένυσε ως άνθρωπος για να «ζωντανέψει» την μητέρα του, να την νιώσει και να την παρακολουθεί από μια χαραμάδα, όπως έκανε όταν αυτή πήγαινε στην τουαλέτα, ένα είδος ηδονοβλεψία μιας ιστορίας που δεν έμαθε ποτέ πώς ακριβώς εξελίχθηκε. Μέσα από το βιβλίο, που λειτούργησε ψυχοθεραπευτικά για τον συγγραφέα, καταγράφονται με ασθματικούς ρυθμούς αφήγησης, χωρίς σεμνοτυφίες, εντελώς προσωπικά θέματα τόσο για το οιδιπόδειο του Ελλρόυ για την Τζην, την σχέση αγάπης και μίσους απέναντί της, την ανακούφισή του με τον θάνατό της και τις φαντασιώσεις του που την εμπλέκουν σε άγρια θρίλερ, πολλές φορές αξεδιάλυτα, με την γνωστή Μπέτυ Σόρτ, την λεγόμενη Μαύρη Ντάλια, που την είχαν κατακρεουργήσει λίγα χρόνια πριν στο Λος Άντζελες.
Τούτοι οι σπλάτερ εφιάλτες αποτέλεσαν το εφαλτήριο για τον νουάρ λογοτέχνη να γράψει για τον άλλο κόσμο, κάτω από αυτόν που ζουν οι καθημερινοί άνθρωποι, τον κόσμο του εγκλήματος, της βίας και του αίματος. Ο οποίος όλο και περισσότερο υπονομεύει, αν δεν έχει εντελώς αφανίσει, την εικόνα του περίφημου American Dream, αυτού του αφηγήματος της άκρατης καταναλωτικής ηδονής που οι κυρίαρχες τάξεις το καλλιέργησαν επισταμένως μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο αθυρόστομος ανατόμος αναφέρεται βεβαίως στις κοινωνίες του ’50 και του ’60 που σηματοδοτούν την απαρχή της κατάρρευσης των «αμερικάνικων» προτύπων. Το πώς εξελίχθηκαν το γνωρίζουμε ήδη.
Σε τούτο το αληθινά συναρπαστικό νουάρ ο Ελλρόυ αφηγείται την φοβερή ιδεοληψία για την μητέρα του, την ανάγκη του για απαγορευμένη από την επίσημη κοινωνία γνώση και εμπειρία και κατ’ επέκταση την τάση για συνεχή διέγερση του μυαλού και της σεξουαλικότητας. Βιβλία όπως αυτό εξηγούν γιατί η μανία του δεν τον σκότωσε μιας και μεταλλάχθηκε σε δημιουργία.