«Ο Αμερικάνος», του Νίκου Αραπάκη

Κάποτε στην Αμερική

| 21/12/2021

Οι εργάτες να παράγουν, να πονούν και να ταξιδεύουν. Οι εργάτες να ξοδεύουν, να ελπίζουν, να παλεύουν και πάλι να ταξιδεύουν. Οι εργάτες χωρίς πατρίδα, μόνοι και μαζί σ’ έναν απέραντο ωκεανό ακυρωμένων επιθυμιών, εκπληρωμένων σκοπών και αμέτρητων θυσιών. Οι εργάτες απέναντι στα κέρδη των άλλων, απέναντι στην εκμετάλλευση, οι εργάτες να μεταναστεύουν και στο ποτάμι του χρόνου να αφήνονται και όσο αυτό κυλά τόσο να μεγαλώνει η ρωγμή του χρόνου που σώζει αυτόν που δεν σώζεται μόνος του. Κι αν όλοι οι εργάτες είναι αδέλφια, όλοι μετανάστες αδέλφια, οι φωνές, οι φυλές, οι παραδόσεις, τα ήθη, τα έθιμα, η θρησκεία, όλα είναι εκεί και θυμίζουν από πού ερχόμαστε. Το πού πάμε, ως εργατική τάξη, το ορίζει η συνείδηση η ταξική και η ασταμάτητη κίνηση για επιβίωση, ο αγώνας για καλύτερες μέρες και η υπεράσπιση κεκτημένων. Της γης οι κολασμένοι δεν έπαψαν να κινούνται και να κινούν τον κόσμο και το ποτάμι είχε χώρο για όλους. Φυσικά και για τους Έλληνες, μετανάστες, εργάτες. Κάποτε πέθαιναν για ένα όνειρο διάτρητο κάτω από μια μολυβένια σημαία. Κάποτε οι έλληνες εργάτες δεν ήξεραν, μα έμαθαν για τα καλά την πατρίδα του κέρδους και αυτήν όσων μοχθούσαν. «Ο Αμερικάνος» (Εκδόσεις Τόπος) γράφτηκε γι’ αυτούς.

Ο Νίκος Αραπάκης βρίσκει το νήμα της μετανάστευσης των Ελλήνων στις ΗΠΑ στις αρχές του 20ου αιώνα. Ναι, δεν περνάνε καλά στον τόπο τους. Ναι, ήταν απελπισμένοι και την ίδια στιγμή ήθελαν να τα καταφέρουν στο «Αμέρικα» για να επιστρέψουν οικονομικά δυνατοί. Ναι, δεν είχαν ιδέα από συνδικαλισμό, οργάνωση της εργατικής τάξης και αγώνα για τα δικαιώματα τους. Ναι, ο εγωισμός, το ατομικό έμπαινε πάνω από το συλλογικό και φυσικά η άγνοια που τους οδηγούσε στα χέρια των εκμεταλλευτών. Ναι, η ρετσινιά του απεργοσπάστη τους στιγμάτισε και ναι υπήρξαν εξαιρέσεις που τους αφύπνισαν και τους έμαθαν ότι ο «λαός σώζει τον λαό» και πως «αυτοί μιλάνε για κέρδη και μεις για ζωές». Και ναι, τα πραγματικά πρόσωπα ξεπερνούν τον μύθο και μένουν για πάντα στη μνήμη. Όπως ο Λούις Τίκας και μαζί του το Λάντλοου. Εκεί έγινε σφαγή και όσοι δεν ήξεραν έμαθαν για πάντα ότι για να «γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή». Ο Αραπάκης μετά από κοπιαστική έρευνα έμαθε το πώς και το γιατί της ελληνικής μετανάστευσης στις ΗΠΑ, εκεί που όλα είναι μεγάλα και απρόσιτα. «Ο Αμερικάνος» είναι περιπετειώδες μυθιστόρημα που αναδεικνύει άμεσα την πιο μεγάλη περιπέτεια: αυτήν του εργάτη-μετανάστη.

 Η αφετηρία στην Κρήτη, το 1890. Ο νεαρός Ισμαήλ, γιος Τούρκου μεγαλοκτηματία, μεγαλώνει υπό τη σκέπη του προστατευτικού, φιλελεύθερου για τα δεδομένα της εποχής, πατέρα του. Μορφώνεται και αποκτά ευρεία καλλιέργεια χάρη σε έναν κοσμογυρισμένο Ιρλανδό. Λίγο μετά την ενηλικίωση όμως αναγκάζεται να εγκαταλείψει τη γενέτειρα. Με πλαστά έγγραφα ταξιδεύει πρώτα στην Ελλάδα και τελικά στις ΗΠΑ ως Ηρακλής Συναξάκης. Θα μείνει γνωστός ως «Ερκ» και μέσα από την πορεία του θα δούμε την ενηλικίωση του δύο φορές. Τη μία στην πατρίδα και την άλλη στον ξένο τόπο. Στην Κρήτη μεγαλώνει, αποκτά γνώση, πανέμορφες εικόνες, αξέχαστες, αλλά δοκιμάζει και τα άγουρα συναισθήματα του. Στις ΗΠΑ ωριμάζει και στην ουσία γεννιέται ξανά, αφού μπαίνει στον κόσμο της εργασίας και της ελεύθερης αγοράς. Εκεί, στη «γη των ευκαιριών» θα δει τι εστί καπιταλισμός και τι αγώνας συλλογικός. Ο Αραπάκης αξιοποιεί και κατανέμει σωστά το υλικό του, η αφήγηση δεν ατονεί και μέσα από τον κεντρικό ήρωα βλέπουμε πεντακάθαρα τον έλληνα μετανάστη-εργάτη, τη βαρβαρότητα και τη «σφαγή του Λάντλοου».

 

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Σπούδασε αθλητική δημοσιογραφία και παρά την αγάπη και την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, συνεχίζει να ασχολείται με το αθλητικό ρεπορτάζ. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνοντας βιβλιοπαρουσιάσεις