Παρακμή και ελπίδα σε ματωμένα νερά...

| 16/05/2014

Όταν η θάλασσα ξαφνιάζεται από τις εκατόμβες πνιγμένων απόκληρων, κάθε ποίηση αναστέλλεται, ο Οδυσσέας επιστρέφει αηδιασμένος στην Κίρκη, και η ντροπή επανατίθεται ως μνήμη ενός εκποιημένου πολιτισμού.

Διάχυτη είναι μια οσμή παρακμής σε τούτη την «ιστορία», ένας ανώνυμος ίσκιος νοήματος «κάπου την έχουμε πατήσει…». Ο ντροπιασμένος Οδυσσέας, όμως, δεν είναι το «αρνητικό» ενός τάχα «καλού, δυστυχισμένου Σεβάχ», γιατί η ιστορία δεν είναι σχηματικό μελό για πλατιά κατανάλωση. Η γλυκερή «Μεσόγειος του πολιτισμού και της ειρήνης» παραμένει ένα mare nostrum διαπλεκόμενων  και συγκρουόμενων συμφερόντων που περιφρονούν την ανθρώπινη ζωή και απλώς «κάνουν παιχνίδια».

Το πιο δύσκολο, το πιο οδυνηρό είναι που αν αφήσεις σκέτες κι αδέσποτες τις σημασίες, το τελικό αδιέξοδο θα είναι η αμετάκλητη ματαίωσή σου, εκείνη η απροσδόκητα αληθινή επίγνωση της ανάγκης να κάνεις το γενικό συγκεκριμένο, την επιθυμία καύσιμο απτής πράξης, την πικρία και τη δίκαιη αγανάκτηση δράση ουσίας για να σταματήσουν πια αυτές οι ασυγχώρητες ύβρεις. Το «μεταναστευτικό» δεν είναι παίξε γέλασε, είναι δράμα ανθρώπινο, είναι εκρήξεις στη μοίρα λαών, είναι απάνθρωπα παιχνίδια κέρδους και κυριαρχίας. Σε τέτοιο πλαίσιο, οι απλοποιήσεις είναι μικρές υποθήκες για μεγάλες συμφορές.

Έχει «πλακώσει» τόση πολιτική, τόση δημοσιογραφική αχρειότητα, τόση επίδειξη «ανθρωπιάς» και «ωριμότητας». Από τον ανήθικο «ρεαλισμό» του Πρετεντέρη  μέχρι την υποκριτική φιλομεταναστευτικότητα  για τους «λαθραίους» που «είναι χρέος» να τους βοηθάμε αλλά «βρε παιδί μου δε χωράμε..». Είναι η σκοτεινή εποχή της δεκάρικης αισθηματολογίας, όταν αυτή αποφέρει οφέλη πάσης φύσεως και της χειραγωγικής «ωριμότητας» που ποδοπατά και στρεβλώνει κάθε σοβαρή σημασία.  Ο πνιγμένος μετανάστης είναι μια κερδοφόρα επένδυση, στο ελεεινό χρηματιστήριο της πολιτικής ισχύος. Αυτό που μοιάζει να λείπει, είναι η τιμιότητα του μυαλού που στοχάζεται με την καρδιά, η ηθική σαν χρέος απέναντι στη ζωή. Η επιφάνεια δεν είναι η υπόσταση, και το ανθρώπινο δεν είναι η «πολιτική ανθρωπολογία». Τα πράγματα της ζωής φυτρώνουν στο χώμα της ζωής, στις βιωμένες αλήθειες που τα απηχούν και τα εγκαθιδρύουν.

Οι πνιγμένοι άνθρωποι ρίχνουν στο τοπίο πολλή σκουριά ιστορίας, οι ντόπιοι σαστίζουν με τους αδικοχαμένους, ψυχές και μυαλά μένουν χωρίς ρυθμό, αξιώνουν κάτι ώριμο, στέρεο, να πιαστούν, να καταλάβουν

Στο «μεταναστευτικό» πρωτίστως δοκιμάζεται το βάθος, η στόφα και  λογική εγκυρότητα της ηθικής μας. Της «ηθικής» μας, όχι της ηθικολογούσας σκοπιμότητας, της «ηθικής» μας, δηλαδή της συνείδησης του Καλού χωρίς «χρήσιμες» περιχαρακώσεις και «αναγνώσεις».

Υπάρχει μια χώρα που ζει τη μοίρα της μέσα στο σύνολο των καθολικών δεδομένων. Δεν έχει λογική και ηθική βάση μια συζήτηση που αγνοεί είτε μηδενίζει το «πεδίο υποδοχής», τη χώρα όπου συρρέουν τα πλήθη των απεγνωσμένων ανθρώπων. Αλλιώς μιλάμε για κινηματογραφική ταινία, για μοντάζ της αφηρημένης πολιτικής. Μια συγκεκριμένη χώρα, ένας «τόπος» για εκατομμύρια ανθρώπους, δεμένους με κοινή γλώσσα και συνείδηση, με κοινές διαδρομές προγόνων μέσα στους κάμπους της ιστορίας, με κοινό βυθό νοσταλγίας και αποθεμάτων συγκίνησης. Δεν είναι μια «μαγική εικόνα» που υπόκειται σε κοπτοραπτική, δεν είναι μια «έννοια» που χαρτογραφείται και σημασιοδοτείται κατά το δοκούν. Καμιά θεωρητική παράνοια δε μπορεί να ακυρώνει-σύνορα, σχέσεις, εσωτερική κατάσταση, ιστορία, πρόσωπο. Πραγματικοί άνθρωποι, διωγμένοι από πραγματικούς χώρους συλλογικής ύπαρξης και πολιτισμού, εισερχόμενοι σε μια πραγματική χώρα. Πώς αλλιώς να μιλήσεις για το πραγματικό χωρίς τους πραγματικούς συντελεστές του;

ÐÅÉÑÁÉÁÓ-ÓÔÏ ËÉÌÁÍÉ ÅÖÔÁÓÁÍ ÓÇÌÅÑÁ ÏÉ ÐÑÏÓÖÕÃÅÓ ÁÐÏ ÔÇÍ ÓÕÑÉÁ ÊÁÉ ÔÏ ÁÖÃÁÍÉÓÔÁÍ ÐÏÕ ÄÉÁÓÙÈÇÊÁÍ ÁÐÏ ÔÏ ÍÁÕÁÃÉÏ ÓÔÏ ÖÁÑÌÁÊÏÍÇÓÉ(EUROKINISSI-ÔÁÔÉÁÍÁ ÌÐÏËÁÑÇ)

Οι δυσκολίες και τα προβλήματά της χώρας, οι διαμορφωτικές της συνθήκες και οι θυμωμένες πληγές της, οι αντικειμενικές συντεταγμένες και η πρόκληση των προδιαγραφών της :όλα είναι δεδομένα, όλα συντελούνται στην πραγματική εμπειρία. Και η χώρα αυτή, όπως κάθε χώρα, αγωνιά καθημερινά να στήσει μια αυτογνωσία της προκοπής, να αυτοοργανωθεί, να κατακτήσει μια συνείδηση όπου το πραγματικό και το φαντασιακό θα χωνεύονται αμοιβαία σε μια ποιότητα ματιάς και προοπτικής. Είναι η Ελλάδα των ενδοτικών ελίτ, με το κεφάλι της στον πάγκο του μνημονιακού χασάπη και σε εξελισσόμενη διαδικασία παραγωγικής  και κοινωνικής αποδόμησης, με τη γειτονιά της υπό τον έλεγχο εθνικισμών και επεκτατισμών που ονειρεύονται και μεθοδεύουν συρρίκνωσή της, με την οικονομική-κοινωνική της συγκρότηση μετέωρα εξωστρεφή  και υπό διάλυση σε συνθήκες παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, με την σύνολη ηγεσία της «χαμένη στη μετάφραση»  μιας παρασιτικής και άγονης  αυτάρκειας  και αδιαφορίας.

Τα πράγματα δεν έχουν αυτοματισμό κίνησης : θέλουν βούληση, που άμα δεν είναι η δική σου, θα είναι κάποιου άλλου κακομοίρη μου!

Η Ελλάδα, που βουλιάζει σε μια άβυσσο ονόματι «κρίση», που ακόμα ψάχνει τις σωστές λέξεις για να πει την κατάστασή της, που μετρά χιλιάδες αυτόχειρες από αξιοπρέπεια λόγω φτώχειας, που ήδη έχει χάσει κάπου 100.000 παιδιά της σε μια νέα «μετανάστευση επαγγελματικής ελπίδας», που χιλιάδες άνθρωποί της στήνουν καρτέρι πότε θα γεμίσουν οι κάδοι σκουπιδιών είτε υφίστανται την τραυματική περιστασιακή φιλανθρωπία του συσσίτιου, που αναρίθμητοι γονείς κλαίνε γιατί δε μπορούν να εξασφαλίσουν τα στοιχειώδη στα παιδιά τους. ‘Όταν αυτή είναι η πραγματική Ελλάδα, και ψευτοζεί ανάμεσα σε φασιστικές επισιτιστικές φιέστες «μόνο για ‘Έλληνες» και σε ανεπαρκείς «αριστερές» «δομές αλληλεγγύης», και δεν ξέρει αν αύριο θα υπάρχει ως «πολιτισμική συλλογικότητα με οριοθετημένη οικονομική και κρατικοπολιτική υπόσταση», πώς είναι δυνατόν να την αγνοείς και να μιλάς για λογαριασμό της ερήμην των τραγωδιών που συνθέτουν την εφιαλτική εμπειρία της;

Και πώς είναι δυνατόν, επίσης και κυρίως, να απολυτοποιείς το όποιο «ιδεολογικό» και να μην το ανάγεις πρωταρχικά στον ιερό της αγώνα να επιβιώσει; Ο παλιός εκείνος ύμνος του ΕΑΜ, προσδιόριζε με σοφή λιτότητα τις προτεραιότητες των δύσκολων καιρών : «το ΕΑΜ μας έσωσε απ’ την πείνα –θα μας σώσει κι από τη σκλαβιά-κι έχει πρόγραμμα λαοκρατία…». Προείχε η υλική επιβίωση! Σήμερα, αυτή η επιβίωση αφορά και το «τυπικό» της υλικής συντήρησης αλλά και το βαθύτερο της διατήρησης της εθνικής ύπαρξης. Γιατί αυτή η εθελοντική αμνησία; Γιατί αυτή η άδικη και μονομερής εστίαση στο «εδώ και τώρα», και μάλιστα με έναν ηθικολογικό ιδεολογισμό που φτάνει στα όρια του συνειδησιακού βιασμού.

Και τι σημαίνει «κατακτώ αυτογνωσία»; Σημαίνει σκύβω με παρρησία και τολμηρή λύπη στο αληθινό είναι μου, για να μάθω την ύλη μου, να διαλέξω και να χειροτεχνήσω τον εαυτό μου, μέσα στα πραγματικά μου προβλήματα, στις πραγματικές μου αναβροχιές, στις αυθεντικές μου δυνατότητες. Πρώτα και κύρια, είμαι Εγώ, είμαι ένα σαφές Υποκείμενο ιστορίας, μνήμης, βούλησης. Κι αυτούς τους άγριους καιρούς, κανίβαλοι εθνικιστές και χύμα κοσμοπολίτες ξεκινούν από μια προσβλητική και ολέθρια άρνηση αυτού ακριβώς του αναπαλλοτρίωτου Εγώ. Σε ένα αιματηρό ρεσιτάλ ακρισίας, εθελοτυφλίας, αποστροφής για την αλήθεια των πραγμάτων, κυνικής εγωιστικής αυτορρύθμισης, περιφρόνησης για την ιστορία και την πραγματικότητα. Η αφαιρετικοποίηση της πατρίδας είναι ο πρώτος όρος για ένα πούρο ολοκληρωτισμό επί του συλλογικού.

antifa-petr-dolof-met04

Οι διαταραγμένοι νεαροί μαχαιροβγάλτες στα Πετράλωνα, ήταν αποκτηνωμένοι κομπλεξικοί χρυσαυγίτες, οπαδοί μιας συμμορίας φονιάδων: δεν είναι «ηθική της συλλογικής ευθύνης» να πλασάρεις το ασυγχώρητο έγκλημά τους σαν «αντιπροσωπευτικό της ρατσιστικής αχρειότητας των Ελλήνων»; Το έγκλημα στο Φαρμακονήσι, δεν είναι ένα-ναι, ενδεικτικό τάσης και ενδοκρατικών φαιών περιοχών..- μαύρο περιστατικό μέσα σε εκατοντάδες άλλα «άσπρα»; Ναι, εκατοντάδες συμβάντα επίθεσης σε μετανάστες..αλλά από «λυσσασμένους ρατσιστικούς όχλους» ή από κλιμάκια (οργανωμένα ή όχι..) των χρυσαυγίτικων ντεμέκ «ταγμάτων εφόδου»;

Η ακροδεξιά τάση στην ελληνική κοινωνία είναι δεδομένη (και όχι τώρα, αλλά από πολύ παλιά..), αλλά ουσιώδες είναι να κατανοηθεί η δυναμική της και η μορφοπλασία της και όχι να οικοδομηθεί ένας ολέθριος μύθος «νεοελληνικής φασιστικοποίησης». Χαλαρώστε λίγο! Δεν είμαστε στη «Δημοκρατία της Βαϊμάρης»!

Το συλλογικό πρόβλημα (κάθε πρόβλημα, αλλά αυτό περισσότερο..) είναι πολυδιάστατο, πολυπαραγοντικό, και κάθε σχηματοποίηση είναι υπονομευτική ανοησία, όταν δεν είναι ύπουλη σκοπιμότητα. Ο καημός του ανθρώπου, χυμένος στα ρυάκια της συλλογικής μοίρας και ενέργειας, δεν είναι μια ποιητική αφαίρεση αλλά ένα σώμα που υποφέρει, μια ψυχή που κλαίει, μια καρδιά που νοσταλγεί και θλίβεται, ένας φόβος που μουδιάζει, ένα όνειρο που ναυαγεί. Ο καημός του ανθρώπου δεν είναι «κατά περίπτωση» και «κατ’ επιλογή», δεν είναι μια αλά καρτ προσέγγιση της συγκεκριμένης ύπαρξης. Η εξουσία, είναι ένας εφιαλτικός τύραννος και ως «αρχή» και ως «αντίσταση» : το κοινό τους είναι το ψέμα, η επιλεκτικότητα, ο κατακερματισμός, η «αναδόμηση του πραγματικού» με τεχνικές υστερόβουλης ερμηνείας. «Διαβάζοντας» το μεταναστευτικό με «ιδεολογικούς» όρους σημαίνει ακύρωση της πραγματικότητας, άρα βιασμό της.

Στο Αιγάλεω, εκεί γύρω στο 70, οι πρώτοι Πακιστανοί μετανάστες (κολπάκι της Χούντας που «το έπαιζε» ανάπτυξη και προηγμένος δυναμικός καπιταλισμός, τρομάρα της!..), έφτιαξαν μια μικρή παροικία και αγκαλιάστηκαν φυσιολογικά από τους ντόπιους

Και, μάλιστα, τους χαρακτήρισε και μια ιδιαίτερη σχέση με τους αθίγγανους της κοντινής Αγίας Βαρβάρας! Ούτε ξενοφοβία, ούτε ρατσιστικές αθλιότητες, ούτε αποκλεισμός. Οι μικρές, καθημερινές «κακίες» (οικείες πάντα σε συνθήκες «σώματος» εντός μιας κοινότητας) δεν αναιρούν τη γενική στάση, την αποδοχή, τη φίλια διάθεση και συνύπαρξη. Αυτό, δεν αποδεικνύει εις βάθος κάτι ιδιαίτερο και καθολικό, αλλά πάντως πιστοποιεί μια εσωτερική δυναμική, μια «πρώτη ουσία» ήθους και νοοτροπίας. Ας μην αφήνουμε υστερογενείς αμφιλεγόμενες «αναλύσεις» να επιβάλλουν μια ψευδέστατη αφήγηση στο όνομα της υπέρβασης κάθε αφήγησης.

Βέβαια, οι καταστάσεις δεν έχουν μεταφυσική απορροή στην πραγματική ζωή. Και το εισρέον πλήθος μεταναστών ήταν «απορροφήσιμο», και οι οικονομικές συνθήκες ήταν ανθεκτικές, και οι μνήμες / εμπειρίες της ημεδαπής μεταναστευτικότητας ήταν ισχυρές κ νωπές, και η γενική ηθική λειτουργούσε με βασικά κύτταρα αλληλεγγύης, κατανόησης, αμοιβαιότητας. Και πιο πριν, υπήρξε ουσιαστική αλληλεγγύη στους Εβραίους που δέχονταν εξουθενωμένοι τη ναζιστική κτηνωδία.

Και πιο παλιά ακόμα, εκεί στην Επανάσταση, μαζί με τους Αρβανίτες διεξαγότανε ο τρομερός αγώνας ενάντια στην οθωμανική βαρβαρότητα

Αλλά, και στις δυο περιπτώσεις, καταγράφηκαν, παράλληλα, μαζικές συμπεριφορές συστηματοποιημένης κοινωνικής εγκληματικότητας: δοσίλογοι και ταγματασφαλίτες, τουρκοπροσκυνημένοι και Νενέκοι. Μόνο λογικές Αρίας Φυλής (βιολογικής και διανοητικής..) καταφάσκουν φανταστικές καταστάσεις «καθαρότητας». Ο συνοικιακός «χλευασμός» του Αγκόπ και το επιδερμικά θρησκόληπτο «μίσος» για τους «Ιούδες Οβριούς που σταυρώσαν το Χριστό» μόνο σε μια ύστερη δυτικομαϊμού ακαδημαϊκή κοινωνιολογία μπορούν να «δέσουν» κριτική φυλετισμού στη νεοελληνική κοινωνία αλλά και μόνο υπό ιδιαίτερες συνθήκες κρίσης της μικροϊδιοκτησίας μπορούν να «προσφέρουν» αμφιλεγόμενη  εκλογική βάση   σε συμμορίτικου τύπου ναζιστικά μορφώματα.

metanastes

Έλληνες μετανάστες στην Αμερική, στις αρχές του 1900

Ανέκαθεν, ο τόπος μας βίωνε την πραγματική του υπόσταση σε βάση συνύπαρξης. Πολλές εθνότητες και θρησκεύματα συμβίωναν, κι αυτό ήταν μια απλή συνείδηση, ένα γεγονός συστατικό της δυναμικής συλλογικής υπόστασης. Το να μιλάνε σήμερα για «πολυπολιτισμικότητα» στην Ελλάδα είναι απλώς μια επίδειξη υστερόβουλης μετανεωτερικής ορολογίας. ‘Ένα κουτοπόνηρο παιχνίδι λέξεων, που επιδιώκει να δημιουργήσει «ανάγκες» και «αιτήματα» και «πραγματικότητες» σε μια περιοχή που όλα αυτά και τα έχει ζήσει και τα έχει χωνέψει και τα έχει «ξεπεράσει» διαλεκτικά. Και γενικά, ο Ελληνισμός έχει υπάρξει ιστορικά σε αδιάλειπτη προσφυγιά και μετανάστευση, κι αυτό δεν είναι «πληροφορία» αλλά καθολικό γεγονός και βαθύ βίωμα, είναι δηλαδή ψυχικό κ συναισθηματικό φορτίο που μετέχει στη ρύθμιση του συλλογικού βηματισμού, στο φίλτρο της καρδιάς.

Απλώς, δρα ένα κλαμπ «διανοουμένων» που αρνείται την ελληνική πραγματικότητα και εργάζεται πυρετωδώς για μια κατασκευή λες εκ του μηδενός. ‘Ο, τι δεν πέτυχε στο ακέραιο ο μετεπαναστατικός δυτικότροπος κοραϊσμός, επιχειρείται να ολοκληρωθεί τώρα, σε νέες βάσεις εσωτερικές και παγκόσμιες.

Τα περίεργα σεργιάνια του Χάρου στο Αιγαίο είναι μάλλον χρήσιμα για πολλούς «νταήδες» και «φιλάνθρωπους». ‘Ένα πρώτο, που πρέπει να επισημανθεί, είναι η προσπάθεια να υποβληθεί ένα πολεμικό σύνορο ανάμεσα σε «εμάς» και «εκείνους», ενώ στην πραγματικότητα μας συνδέουν κοινοί πολιτιστικοί δρόμοι :αυτή η έντεχνη καλλιέργεια «πολέμου Ελλήνων με φτωχούς της Ανατολής» ενώ υποτίθεται ότι υπηρετεί «ανθρωπιστικά ιδανικά», στην ουσία υποδαυλίζει έναν «πόλεμο πολιτισμών» καθώς τίθεται με όρους «δυτικής πολιτικής προόδου» και μακροπρόθεσμα εννοείται ως «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» που αντικειμενικά θα εναρμονιστεί με τον δυτικό καπιταλισμό στην «σύγχρονη διαχείριση του μεταναστευτικού». Όμως, η Ελλάδα δεν είναι ούτε «ανατολίτισσα» ούτε «ευρωπαία», δεν είναι  δηλαδή έτσι όπως το φαντασιώνονται «προοδευτικοί» και «συντηρητικοί» : οι μεν υπό την αποθέωση του «δυτικού παραδείγματος» (στην πιο στείρα αντιγραφή του) οι δε υπό την αρτηριοσκληρωτική νοσταλγία του «φαναριώτικου status».

Η Ελλάδα είναι μια πρωτότυπη σύνθεση των επιρροών της που συνέχεται ιστορικά από τους δικούς της τρόπους αυτοβίωσης και πολιτισμού και –κυρίως-αντίστασης

Αυτό που ξαφνιάζει στην «ελληνική περίπτωση» είναι η «ξεροκεφαλιά» της να επινοεί όρους αυτοσυντήρησης που ξεφεύγουν από κάθε ακαδημαϊκό δογματισμό. Κι είναι αυτό ακριβώς που ενοχλεί! Το «πάλι με χρόνια με καιρούς..», ας πούμε, ήταν μια κατά βάθος συνειδητή «παρελθοντολάγνα» ιδεοληψία που μετάγγιζε ελπίδα σε έναν εξουθενωμένο λαό και του έδινε τον καιρό να ανασυνταχθεί, να ωριμάσει, να φτιάξει τις ηγεσίες του, την παιδεία του, τους «μηχανισμούς» του. Τι έγινε, αδέλφια; Λησμονήσατε τη διαλεκτική και την ιστορική κρίση;

Ωστόσο, και η ξενοφοβία ξενοφοβία! ‘Όπως σε κάθε οργανωμένη «οικονομία των πόλεων» και σε κάθε «πολιτισμό του κλειστού χωριού», έτσι κι εδώ ευδοκιμούσαν, και ευδοκιμούν,  τα σάπια φρούτα της «απέχθειας για τον ξενομπάτη», του κρυμμένου είτε φανερού μίσους για τον «ξένο» που «απειλεί την ευημερία μας». Κάθε οριοθετημένη συμβίωση, θεσμίζεται και σε «παραστάσεις εχθροπάθειας». Δεν είναι μόνο το «μίζερο, παλιό θρησκόληπτο χωριουδάκι», αλλά είναι και η σύγχρονη αστική μητρόπολη- κι εδώ, γκέτο, αποκλεισμοί, εκλογικευμένο μίσος για τον «ξένο».Ο νεόπλουτος των «βορείων προαστίων» δεν είναι καραμπινάτη περίπτωση  ιδεολογικοποιημένων  κοινωνικών διακρίσεων; Ο μεταπολιτευτικός «προοδευτικός» των κλειστών «χώρων κουλτούρας» δεν ενοφθαλμίζει στο κοινωνικό σώμα την «ηθική της πολιτισμικής / παιδευτικής διαφοράς»; Οι εγχώριοι αστοφιλελεύθεροι γίνονται αόμματοι όταν πρόκειται για τον εκτεταμένο εγγενή ρατσισμό των δυτικών μητροπόλεων, για την «ταξική λευκή ανωτερότητα» που υλοποιείται και ως «δυτικές μεταναστευτικές φαβέλες» αλλά και ως ποικιλώνυμοι αποκλεισμοί «ομοχρώμων». Η αναφορά δεν είναι συμψηφιστική αλλά απλώς καταγραφική της ανάγκης για μια σφαιρική θεώρηση.

Αλήθεια! πόσοι κοσμοπολίτες τρώνε συχνά με μετανάστες, μοιράζονται το διαμέρισμά τους, ξεχωρίζουν μια σταθερή μηνιαία βοήθεια από το εισόδημά τους, πάνε πολλά απογεύματα για καφέ είτε στο σινεμά; Η πραγματική πολυπολιτισμικότητα κατορθώνεται, ως μορφές και ποιότητες σχέσεων, στην καθημερινότητα των απλών ανθρώπων: φιλίες στα «πολυπολιτισμικά» σχολεία, παρέες  «μεικτές» στις συνοικιακές καφετέριες, ερωτικές σχέσεις και γάμοι. Πάντα στα μέρη μας ευδοκιμούσε ένας ιδιότυπος «αντικρατισμός»  και «αντιευπρεπισμός» που εξέφραζε μια ιδιόρρυθμη τάση αυτοκαθορισμού σε σχέση με δομές και αξίες εντελώς ξένες προς την παράδοση και τη συλλογική συνήθεια.

Ο ανθρώπινος λόγος  της καθημερινότητας-την ίδια ώρα που βάλλεται από τους συμμορίτικους κασιδιαρισμούς και τις ελιτίστικες προσβολές και αυθαιρεσίες του κοσμοπολιτισμού-μεθοδεύει τη δική του επικράτεια ως τοπίο της ανθρώπινης συνεννόησης και επαφής           

Ποτέ οι άνθρωποι δεν είχαν ανάγκη τους θεσμούς, τα παραγγέλματα και τα μοντέλα, για να νοηματοδοτήσουν τη ζωή με το φαντασιακό της αληθινής τους κίνησης και προοπτικής. Οι ιδεολογίες κατασκευάζουν τους διαχωρισμούς, και είναι, αλίμονο, ο πολυπληττόμενος άνθρωπος, ευάλωτος. ‘Εχει ισχυρή παρουσία μια λογική περιφρόνησης των πρωτογενών λαϊκών μορφών προσανατολισμού στη ζωή και εκβιαστικής υποκατάστασής τους από τη θεσμοκεντρική δυτική αντίληψη.

Είναι ο Παπαδιαμάντης (στο τελευταίο του διήγημα, «Ο αντίκτυπος του νου», εφ. «Χαραυγή», Μυτιλήνη, 1910) που «καταγγέλλει» τη μισαλλοδοξία και τον αντισημητισμό, με αφορμή μια αιματηρή αντιεβραϊκή συνωμοσία, και ένα άγριο πογκρόμ, στην Κέρκυρα («Πώς τόση τύφλωσις; Πόθεν τόση αντίφασις;… Οι Εβραίοι προσκυνούν τον Ιεχωβά και τον χρυσούν Μόσχον, ή οι Χριστιανοί δουλεύουν Θεόν και Μαμμωνάν; Τι να είναι; Τι να συμβαίνη; Δεν εδόθη εις τους αμυήτους να τα γνωρίζουν αυτά…Ποτέ δεν θα μάθωμεν την αλήθειαν;[….] Ο Λύσανδρος εστάθη, τον εκύτταξε και πάλιν και είπεν ως να ωμίλει μόνος του: “ Μήπως οι Εβραίοι δεν είναι άνθρωποι; Ιδού ο άνθρωπος αυτός κλαίει!”». Είναι, πιο μετά, η βία των αυτοχθόνων  ενάντια στους «τουρκόσπορους», πρόσφυγες από τη σφαγμένη Μικρασία (πρώτοι οι «εθνικιστές» και δεξιοί συγγραφείς της Γενιάς του 30 μίλησαν γι ΄αυτό. Διαβάστε τη «Γαλήνη» και θα δείτε..). Αυτό το τελευταίο, ειδικά, δείχνει μια ξενοφοβία και με εθνικό περιεχόμενο, αφού οι διωγμένοι Μικρασιάτες ήταν ‘Ελληνες.

Μια πτυχή της εγχώριας ξενοφοβίας, αφορά και μια συλλογική συνείδηση «αδικημένης περίκλειστης φτώχειας» που «καλά καλά δε μπορεί να θρέψει τα παιδιά της». Η ιστορία μας δεν ανέμενε τους τιμητές με τη δυτικότροπη αντίληψη για να θέσει τα τραυματικά της βιώματα και να ανιχνεύσει αιτίες, μορφές, τρόπους υπέρβασης. Αλλά το έκανε με το μέτρο της καθολικής συνάρτησης και με το ηθικό μεράκι της ανύψωσης του τόπου και του λαού και όχι της αιώνιας καταδίκης του και της απάλειψής του από τα μητρώα του πολιτισμού.

‘Οχι πως δε λειτουργούν κι άλλοι παράγοντες, μα ας ανοίγουμε όλο και περισσότερο την όραση, χωρίς προκαταλήψεις και ετοιματζίδικα σχήματα.  Η μετανεωτερική «ανάλυση» τοποθετεί το ανθρώπινο και το κοινωνικό σε ένα επίπεδο καθαρού διανοητισμού και, έτσι, τα στερεί από τη ζωντανή τους αυτοσύσταση, από τη συνθετότητα του αντικειμενικού τους. Η τύφλωση, που παράγεται, τείνει προς φοβερές καταστροφές.

…έπεται συνέχεια…